Η εισήγηση του ομότιμου καθηγητή του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ στο 14ο Διεθνές Συνέδριο της Ελληνικής Εταιρείας Βιβλικών Σπουδών με θέμα: «Το πρόσωπο της Μητέρας του Χριστού στην Αγία Γραφή»
Πρόκειται για μια από τις πιο σημαντικές ενότητες που συνδέονται με τον μεσσιανισμό στον προφητικό λόγο. Με μια πρώτη ματιά στο κείμενο διαπιστώνουμε διαφορετικές δυνατότητες ερμηνείας του, που παραδίδονται στο ΜΤ, στους Ο΄ και στην καινή Διαθήκη.
Στο εβραϊκό κείμενο η ίδια η μητέρα είναι αυτή που θα δώσει στο παιδί της το όνομα Εμμανουήλ. Στους Ο΄, ο Άχαζ θα δώσει το όνομα Εμμανουήλ στον γιο της Παρθένου, ενώ στην Κ.Διαθήκη (Μθ. 1,23), ο λαός είναι αυτός που θα δώσει το όνομα Εμμανουήλ στο βρέφος.
Η εβραϊκή λέξη ‘almah’, που υπάρχει στο πρωτότυπο κείμενο, μπορεί να σημαίνει, είτε μια νέα κοπέλα, είτε μια νέα γυναίκα που παντρεύτηκε πρόσφατα. Το κείμενο πάντως των Ο΄ είναι ένας πολύτιμος μάρτυρας της αρχαίας εβραϊκής μετάφρασης. Οι Ο΄, όταν μετέφραζαν τη λέξη ‘almah’, ήξεραν πολύ καλά τί έλεγαν. Οι ευαγγελιστές, και στη συνέχεια όλη η χριστιανική παράδοση, είδαν στον στίχο αυτόν αναφορά στη γέννηση του Χριστού. Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να τοποθετήσουμε την ενότητα στο ιστορικό της πλαίσιο.
Ο στίχος αυτός του προφήτη Ησαΐα εντάσσεται στην ενότητα Ησ. 7,10-17. Είναι από τις λίγες προφητείες του Ησαΐα που μπορούμε να χρονολογήσουμε με ακρίβεια. Βρισκόμαστε στην εποχή του συρο-εφραιμιτικού πολέμου. Βασιλιάς των Ασσυρίων τον καιρό αυτόν ήταν ο Τεγλάτ-Φαλασάρ ο Γ΄, ένας ισχυρός και αδιαφιλονίκητος μονάρχης. Στον χώρο της Συρίας και της Παλαιστίνης οργανώνεται από τον Ρεζίν, τον βασιλιά της Συρίας, συμμαχία που στόχο της έχει να εξεγερθεί κατά του Τεγλάτ-Φαλασάρ. Στη συμμαχία αυτήν προσχωρεί και ο Πεκά, ο βασιλιάς του βασιλείου του Ισραήλ, καθώς και άλλοι βασιλείς, κυρίως από τον χώρο των ακτών της Φοινίκης και της Παλαιστίνης. Στην ίδια συμμαχία θέλουν οι βόρειοι γείτονές τους να οδηγήσουν και τον βασιλιά του νότιου βασιλείου, τον Άχαζ. Ο νεαρός αυτός βασιλιάς δε θέλει να συγκρουστεί με τις ισχυρές στρατιές των Ασσυρίων, γι’ αυτό αρνείται να λάβει μέρος στη συμμαχία. Ο Ρεζίν όμως και ο Πεκά εκστρατεύουν κατά της Ιερουσαλήμ για να υποχρεώσουν τον Άχαζ να πολεμήσει μαζί τους εναντίον των Ασσυρίων. Ο βασιλιάς του Ιούδα, για να μπορέσει να τα βγάλει πέρα με τους ισχυρούς του αντιπάλους δε διστάζει να ζητήσει τη βοήθεια των Ασσυρίων χωρίς να αναλογιστεί τις συνέπειες της πράξης του. ο προφήτης Ησαΐας διαβλέποντας τον κίνδυνο που θα διέτρεχε, όχι μόνον το βόρειο, αλλά και το νότιο βασίλειο, προσπαθεί να αποτρέψει τον Άχαζ να οδηγηθεί σε συμμαχία με τους Ασσυρίους. Για τον προφήτη, το βασίλειο της Συρίας καθώς και το βασίλειο του Ισραήλ δεν είχαν ελπίδα να σωθούν. Η καταστροφή τους ήταν δεδομένη. Αυτή όμως δε θα οφειλόταν στις ενέργειες των Ασσυρίων, αλλά θα ήταν αποτέλεσμα της σωτηριώδους ενέργειας του Θεού των Ιουδαίων. Μια προϋπόθεση θέτει μόνον ο προφήτης, την πίστη του βασιλά Άχαζ και του λαού του. Η πίστη αυτή δε συνίσταται στη αφηρημένη έκφραση του ότι ο Θεός υπάρχει και είναι μοναδικός, αλλά στηρίζεται στην εμπιστοσύνη του λαού προς τον Θεό του, λόγω της ιδιαίτερης σχέσης που προέρχεται από την εκλογή του λαού αυτού από τον Θεό. Ο Θεός επέλεξε τον Ισραήλ, είναι ο Θεός του (Δευτ. 7,6 εξ), και είναι ο μόνος που μπορεί να τον σώσει. Αυτή η απόλυτη εμπιστοσύνη του στον Θεό, του απαγορεύει την προσφυγή σε άλλο στήριγμα ανθρώπινο, ή, πολύ περισσότερο, την προσφυγή στις ψεύτικες θεότητες που ισχυρίζονται ότι είναι δυνατότερες από τον Θεό του Ισραήλ.
Ο Ησαΐας εκθέτει στον νεαρό Άχαζ τη γνώμη του και τον προτρέπει να στηριχθεί στη δύναμη του Θεού του, και όχι σε ανθρώπινες δυνάμεις.
Το μήνυμα που υπάρχει στην ενότητα Ησ. 7,1-9 είναι μια διήγηση που αποτελεί το εξωτερικό περίγραμμα ενός προφητικού λόγου, που υπόσχεται και ενθαρρύνει. Δεν είναι δύσκολο να αναγνωρίσουμε τις βασικές ιδέες στην ενθάρρυνση, την παρότρυνση για ηρεμία και όχι φόβο, και στην υπόσχεση ότι με την επίθεση που θα κάνουν οι εχθροί κατά της Ιερουσαλήμ δε θα κατορθώσουν τίποτε. Εδώ το γεγονός δεν αντιμετωπίζεται με ουδετερότητα, από κάποιον που ζει έξω από την πόλη, αλλά από από έναν κάτοικο της πόλης. Έτσι, το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στις εχθρικές επιθέσεις. Αυτό όμως που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι η εσωτερική στάση των ανθρώπων που βιώνουν τα φοβερά και θαυμαστά αυτά γεγονότα. Ο προφήτης θέτει μια ερώτηση : θα αντιμετωπίσουν με πίστη όλες αυτές τις δυσκολίες; Γιατί μόνο μ’ αυτόν τον όρο θα μπορέσουν να τις ξεπεράσουν (Ησ. 7,9).
Ο λόγος αυτός αυτός για την πίστη μοιάζει να είναι απομονωμένος στον Ησαΐα, στην πραγματικότητα όμως συμβαίνει το αντίθετο. Ο Ησαΐας ανανεώνει εδώ, με σαφή τρόπο, μια αρχαία παράδοση, αυτήν που σχετίζεται με τον ιερό πόλεμο του Θεού. Όπως και άλλοτε, ο Θεός του Ισραήλ θα κατέβει για να πολεμήσει πάνω στο όρος Σιών. Σύμφωνα με τις προφητείες του Ησαΐα θα συμβεί το ίδιο με την εσχατολογική εμφάνιση του Θεού. Η έκκληση για πίστη αποτελεί μέρος μιας περίπλοκης παράδοσης ιδεών, που σχετίζονται με τη σωτηρία που θα επιφέρει ο Θεός. Πέρα από κάθε αμφισβήτηση υπάρχει το γεγονός ότι ο Ησαΐας αναβίωσε στην εποχή του, με μεγάλο δυναμισμό, την ιδέα πως οι μάχες του Θεού σώζουν τον λαό, αλλά αξιώνουν την πίστη του. Χαρακτηριστικό της εποχής είναι η αντίληψη του ιερού πολέμου ως καθαρό θαύμα. Η σωτήρια πράξη του Θεού ήταν ολότελα υπερβατική και καθόλου επιδεκτική οποιασδήποτε συνεργασίας.
Η αναμονή μιας μεγαλειώδους πράξης απελευθέρωσης στο εγγύς μέλλον, ήταν μια από τις όψεις του μηνύματος του Ησαΐα. Όλα εξαρτώνται από τον Άχαζ και τους και τους άρχοντες των Ιεροσολύμων. Θα επέτρεπε η δική τους στάση τη δράση του Θεού; Πίστη στον Ησαΐα σήμαινε, κάνω τόπο για την ενέργεια του Θεού, παραιτούμαι από την προσπάθεια να σωθώ μόνος μου. Έτσι, η έκκληση για πίστη πραγματώνεται στον Ησαϊα με τόνο αποφασιστικά αρνητικό. Μην αντικαθιστάτε τον Θεό με ανθρώπινα πολιτικά και στρατιωτικά μέτρα. Αυτή ήταν η θέση του προφήτη. Ο βασιλιάς Άχαζ όμως έχει διαφορετική γνώμη. Αυτός αρνείται να ζητήσει από τον Θεό το σημείο για το οποίο του μιλά ο Ησαΐας. Ο Θεός όμως επεμβαίνει πάλι στην ιστορία. Δίνει μόνος του το σημείο. Μια παρθένος θα συλλάβει, θα γεννήσει γιο, που θα τον ονομάσει Εμμανουήλ. Ο ερευνητής δεν πρέπει να ξεχνάει ποτέ ότι το κέντρο των δηλώσεων αυτών είναι η ιδέα του σημείου. Όμως σε τί συνίσταται το σημείο αυτό; Στη μητέρα; Στο παιδί, ή το όνομά του, ή την παράδοξη τροφή του; Η περισσότερο αληθοφανής υπόθεση είναι ότι το σημείο συνίσταται στο όνομα Εμμανουήλ, το οποίο θα δοθεί στο παιδί. Το όνομα αυτό που είναι συμβολικό και προφητικό, αγγέλει ότι η σωτηρία πλησιάζει. Παραλήπτης αυτού του μηνύματος είναι ο Άχαζ, ό οποίος με την άρνησή του τίθεται εκτός του σωτηριώδους γεγονότος που αρχίζει. Αυτό που θα συμβεί θα σημάνει γι’ αυτόν την κρίση. Η πολιτική απειλή σύντομα θα συντριβεί (στ. 16). Οι δύσκολες ημέρες της “επίσκεψης” του Γιαχβέ θα ανατείλουν για τον Άχαζ, τον οίκο του και τον λαό του. Μ’ αυτήν του την προφητεία ο Ησαϊας ανήγγειλε, μέσω του ονόματος ‘Εμμανουήλ’, τη σωτηρία για τους πιστούς και τη συμφορά για τους άπιστους, τονίζοντας ιδιαίτερα τη μεσσιανική σπουδαιότητα του Εμμανουήλ. Ήδη από την εποχή του Δαυίδ εκφράστηκε η ιδέα ότι ο Θεός τοποθέτησε στην Ιερουσαλήμ τον θρόνο του Δαυίδ, δίνοντάς του συγχρόνως υποσχέσεις που σχετίζονται με τη διαιώνιση της δυναστείας και την ευλογία του λαού του. το ερώτημα είναι, έως ποιό σημείο οι ιδέες αυτές ήταν γνωστές και κατανοητές από τη μεγάλη μάζα των κατοίκων της χώρας. Πράγματι, ακόμη και στο Δευτερονόμιο βρίσκουμε τα υπολείμματα μιας θεολογίας της οποίας ο προσανατολισμός ήταν σκόπιμα αμφικτυονικός, δηλαδή, όχι μοναρχικός ή μεσσιανικός. Δεν ξέρουμε τί μπορούσε να σημαίνει αυτό για τον πληθυσμό της μεσογειακής Ιουδαίας που αποτελούνταν από γεωργούς και ποιμένες, αλλά για την Ιερουσαλήμ η θεολογία αυτή αποτελούσε πηγή βασιλικής και ιερής έμπνευσης. Σύμφωνα με τα φαινόμενα, ο Ησαΐας έζησε σ΄αυτήν.
Σε μια άλλη ενότητα (Ησ. 11, 1-8) ο προφήτης αναφέρεται αναλυτικά στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του μεσσία. Ως αρχή τίθεται το θέμα των εφοδίων που έλαβε ο ‘χριστός Κυρίου’ για να διοικήσει (στ. 2-3). Η εξουσία του θα εδρεύει όχι μόνο πάνω σε ένα χάρισμα, όπως συνέβαινε μέχρι τότε στον Ισραήλ, αλλά πάνω σε ένα σημαντικό αριθμό χαρισμάτων. Εάν ο Ησαΐας αποσαφηνίζει ότι το πνεύμα θα εναποτεθεί σ’ αυτόν, το κάνει για να αποκλείσει την πιθανότητα να θεωρήσουμε τη δωρεά του πνεύματος πρόσκαιρη, όπως κατά κανόνα συνέβαινε μέχρι τότε.
Στη δεύτερη παράγραφο βλέπουμε τον ‘χριστό Κυρίου’ να κυβερνά με τη δύναμη του πνεύματος που έλαβε (στ. 3-5). Η πρωταρχική του λειτουργία είναι αυτή του μεσάζοντα, του οποίου η μέριμνα στρέφεται κυρίως προς τους αδύναμους έναντι του νόμου. Όπως ακριβώς και στους βασιλικούς ψαλμούς (κυρίως Ψ, 72, 12-14), έτσι και στον Ησαΐα, πρώτη αποστολή του ‘χριστού Κυρίου’ θεωρείται ο θρίαμβος της δικαιοσύνης πάνω στη γη. Ο Ησαΐας ξεπερνά τα παραδοσιακά δεδομένα της βασιλικής θεολογίας, υπογραμμίζοντας ότι ο ‘χριστός Κυρίου’ για την εκτέλεση του έργου του, ως κριτή, διαθέτει ιδιότητες υπερφυσικές και σαφώς θεϊκές. Είναι παντογνώστης και η κατάκρισή του επιφέρει τον άμεσο θάνατο. Το τρίτο μέρος (στ. 6-8) κάνει λόγο για την παραδείσια ειρήνη που θα φέρει η βασιλεία του ‘χριστού του κυρίου’, και που θα αποτελεί παράγοντα τάξης και ηρεμίας, ακόμη και στην ίδια τη φύση. Η επαναστατικότητα στις δηλώσεις του Ησαΐα έγκειται στο ότι αυτές δεν αναφέρονται σε έναν σύγχρονο ‘χριστό’ που θα ανεβεί στον θρόνο προσωρινά, αλλά σε έναν μελλοντικό ‘χριστό’ που θα προέλθει από τη ρίζα του Ιεσσαί. Ο υπαινιγμός στον πατέρα του Δαυίδ μας ωθεί στη σκέψη ότι ο Ησαΐας πιστεύει στον ερχομό ενός νέου Δαυίδ που θα ανασκευάσει τη δόξα του αρχαίου βασιλείου του. Οι προσδοκίες αυτές συνεπάγονται μια αρνητική κριτική για τους σύγχρονους του Ησαΐα απογόνους του Δαυίδ και βλέπουν στον μέλλοντα ‘χριστό’ την ενσάρκωση της σωτηρίας, βεβαιώνοντας ότι οι σύγχρονοι δαυιδίδες έπαψαν να λειτουργούν ως σωτήρες. Πουθενά ωστόσο δεν αναφέρεται ότι οι μεσσιανικές αυτές προφητείες προκάλεσαν δυσανασχετίσεις στον χώρο της αυλής, ή ότι θεωρήθηκαν ώς πράξεις εσχάτης προδοσίας, ενώ στην πραγματικότητα ήταν, όντως. Όπως φαίνεται λοιπόν, οι προφήτες έκριναν όλο και πιο αυστηρά τους δαυιδίδες που βασίλευαν στην εποχή τους και ότι όλη η ιστορία των βασιλέων, από τον Δαυίδ και μετά, εξελίχθηκε γι’ αυτούς λανθασμένα.
Είναι αλήθεια ότι οι προφήτες δεν τοποθετούσαν τη έλευση του ‘χριστού Κυρίου’ σε κάποιο ακαθόριστο μέλλον. Σ΄ ό,τι αφορά τον Ησαΐα, είναι ολότελα σαφές ότι προσδοκούσε να δει τον Χριστό να ανεβαίνει στον θρόνο μέσα στο εγγύς μέλλον, για να αντιμετωπίσει και να ξεπεράσει τον ασσυριακό κίνδυνο. Στο πνεύμα του προφήτη, αυτό θα συμβεί αμέσως μετά την απελευθέρωση του λαού με την παρέμβαση του Θεού. Το παιδί που γεννιέται δεν είναι τυχαίο. Είναι ο ‘χριστός’, που σύμφωνα με τον ψαλ. 2:7 είναι ενωμένος με τον Γιαχβέ, ως Υιός του, από τη στιγμή της “στέψης” Του. Ο βασιλιάς αυτός είναι ένας άνθρωπος επιφορτισμένος με μια ανώτερη αποστολή. Η δύναμή του είναι μεγαλύτερη από πολλούς ηγεμόνες, αλλά ταυτόχρονα παρουσιάζεται και ως αντιπρόσωπος του Θεού. Δεν είναι λοιπόν υποτακτικός στον βασιλιά Γιαχβέ, στον θρόνο του οποίου κλήθηκε να ανέβει με την ιδιότητα του κυβερνήτη. Οι προφήτες αποφεύγουν να περιγράψουν τη βασιλεία. Ο Μιχαίας χρησιμοποιεί τη λέξη ‘βασιλιάς’ και εννοεί τον άρχοντα. Αναμφίβολα πρόκειται για πολεμική διάθεση απέναντι στους βασιλείς της Ιερουσαλήμ, που φέρονται ως αυτάρκεις κυρίαρχοι, χειραφετημένοι από την εξουσία του Θεού. Εφόσον ο Χριστός είναι ο αντιπρόσωπος του Θεού, έχει και το ανάλογο όνομα. Στο σημείο αυτό οι πληροφορίες δεν είναι σαφείς. Ο πρώτος τίτλος είναι ιδιαίτερα σημαντικός. Πράγματι, όταν ο ‘χριστός Κυρίου’ καλείται σύμβουλος θαυμαστός, σημαίνει ότι γνωμοδοτεί μαζί με τον βασιλιά του σύμπαντος. Βρίσκεται συνεχώς σε διάλογο με τον Θεό για να κυβερνά τον κόσμο. Το ορθό και το δίκαιο αποτελούν τα θεμέλια του θρόνου, ενώ στο βασίλειό του υπάρχει η σωτηρία για πάντα.
Για περισσότερα στο: ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ ΔΡΩΜΕΝΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου