ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ - Η ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ

Βασιλεύουσα, Νέα Ρώμη, Βυζάντιο, Επτάλοφος… Πόσες λέξεις – πόσα προσωνύμια κρύβονται μέσα στην έννοια της Πόλης! Της Κωνσταντινούπολης.

Δευτέρα 9 Δεκεμβρίου 2013

Χαράλαμπου Γ. Ατματζίδη, Από την βιβλική έρευνα στην πίστη της Εκκλησίας – Συνοπτική Θεολογία της Καινής Διαθήκης, Τόμος Α΄, Βιβλική Βιβλιοθήκη 48, Εκδόσεις Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2010, σελ. 756

Βιβλιοκρισία της Δρ. Θεολογίας Άννας Τιρικανίδου

Ο ελληνικός εκδοτικός οίκος Παναγιώτη Πουρναρά (Θεσσαλονίκη) εξέδωσε το 2010 στην έγκριτη σειρά Βιβλική Βιβλιοθήκη το έργο του Χ. Ατματζίδη, Επίκουρου Καθηγητή της Καινής Διαθήκης του Τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. με θέμα «Από την βιβλική έρευνα στην πίστη της Εκκλησίας – Συνοπτική Θεολογία της Καινής Διαθήκης, Τόμος Α΄».
 
Το έργο του κ. Ατματζίδη, όπως φανερώνει κι ο υπότιτλος (Συνοπτική Θεολογία της Καινής Διαθήκης) αποτελεί μία Θεολογία της Καινής Διαθήκης (Κ.Δ.), η οποία, απ’ όσο γνωρίζουμε, είναι το πλέον ολοκληρωμένο έργο Θεολογίας της Κ.Δ. στον ελληνορθόδοξο χώρο.
Το έργο περιέχει τον «Πρόλογο», όπου  ο συγγραφέας, αφού επισημαίνει ότι η «Θεολογία της Καινής Διαθήκης» αποτελεί ανεξάρτητο επιστημονικό κλάδο της Βιβλικής Επιστήμης, οριοθετεί και το αντικείμενό της. Επίσης αναφέρει και τις μεθοδολογικές προϋποθέσεις, στις  οποίες στηρίχτηκε, που είναι: 1) Η θέση ότι υπάρχει συνέχεια μεταξύ των δύο παραδόσεων της Καινής Διαθήκης, των προ-πασχάλιων και των μετά-πασχάλιων. Ο Χ. Ατματζίδης τονίζει ότι οι παραδόσεις αυτές έχουν την ίδια βαρύτητα, χωρίς ωστόσο να παραγνωρίζεται η ιδιαιτερότητά τους. 2) Η άποψη ότι η Θεολογία της Κ.Δ. είναι μια ιστορικού κι όχι θεματικού ή συστηματικού χαρακτήρα παράθεση της θεολογίας των κειμένων της Καινής Διαθήκης. 3) Η θέση ότι το έργο δεν αποτελεί μια Βιβλική Θεολογία της Καινής Διαθήκης. Ο συγγραφέας δηλαδή δεν υιοθετεί τη θέση ότι υφίσταται θεολογική ενότητα των δύο Διαθηκών (Παλαιάς και Καινής). Η Καινή Διαθήκη, κατά τον κ. Ατματζίδη, δεν αντλεί τις ιδέες και την έμπνευσή της αποκλειστικά από την Παλαιά Διαθήκη, αλλά από μία πληθώρα πηγών. 4) Δεδομένου ότι πρόκειται για μια συνοπτική Θεολογία της Καινής Διαθήκης, ο συγγραφέας θεωρεί ότι αυτή πρέπει να περιοριστεί στα κείμενα του Κανόνα της Καινής Διαθήκης και της επιστημονικά αποδεδειγμένης πηγής των Λογίων (Q). Κι αυτό, γιατί όπως επισημαίνει, αποτελεί  μια θεολογία των κειμένων της Καινής Διαθήκης κι όχι μια ιστορία της θεολογίας του αρχέγονου χριστιανισμού.
Στο επόμενο μέρος του έργου, την Εισαγωγή, ο συγγραφέας επιχειρεί μία σύντομη αλλά ουσιαστική παρουσίαση των πιο σημαντικών συγγραμμάτων και μελετών Θεολογίας της Καινής Διαθήκης, ξεκινώντας από το 1787 και τον Ph. Gabler, τον θεμελιωτή του κλάδου της Βιβλικής Θεολογίας, άρα και της Θεολογίας της Καινής Διαθήκης και φτάνει μέχρι το 2009 και τον J. D. G. Dunn. Η «Εισαγωγή» ολοκληρώνεται με την παράθεση των καίριων ζητημάτων, που απασχολούν τον κλάδο της Θεολογίας της Καινής Διαθήκης, δηλαδή με τη διαμάχη περί συνέχειας-ασυνέχειας των δύο θεολογικών παραδόσεων της Καινής Διαθήκης (βασικός υποστηρικτής της ασυνέχειας των παραδόσεων υπήρξε ο R. Bultmann, ενώ της συνέχειας ο J. Jeremias), για το αν είναι αναγκαίο να λειτουργεί η Θεολογία της Καινής Διαθήκης ως ανεξάρτητος επιστημονικός κλάδος και αν υπάρχει ποικιλία θεολογικών παραδόσεων στην Καινή Διαθήκη. Ο συγγραφέας υποστηρίζει τη θέση περί της συνέχειας των παραδόσεων (προ-πασχάλιων και μετά-πασχάλιων), γιατί πιστεύει ότι αυτή λύνει τα περισσότερα προβλήματα στην έρευνα και δημιουργεί τα λιγότερα. Επίσης, αφού αναλύει με σαφήνεια τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των διαφορετικών θέσεων, τάσσεται ευθέως υπέρ της Θεολογίας της Καινής Διαθήκης, ως ανεξάρτητου επιστημονικού κλάδου, με ιδιαίτερες αναφορές στην ιστορία του Ορθόδοξου χώρου. Τέλος, προτείνει τη θέση περί της ποικιλομορφίας των θεολογιών της Καινής Διαθήκης, ως την πλέον πρόσφορη για τον προσδιορισμό της φύσης της Θεολογίας της Κ.Δ.
Στο πρώτο μέρος του έργου ο συγγραφέας ασχολείται με τη θεολογία των παύλειων επιστολών, υπογραμμίζοντας εμφατικά ότι η θεολογία του απ. Παύλου αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα τμήματα της Θεολογίας της Κ.Δ., αφού οι επιστολές του Παύλου έχουν ένα ιδιαίτερα πλούσιο θεολογικό περιεχόμενο. Η θέση αυτή έχει τονιστεί από αρκετούς σημαντικούς θεολόγους (π.χ. τον R.  Bultmann), οι οποίοι θεωρούν τον Παύλο και τον Ιωάννη ως αυτούς που παράγουν ουσιαστικά θεολογία. Ο κ. Ατματζίδης παραθέτει έναν κατατοπιστικό πίνακα των θεολογικών θεμάτων, ο οποίος είναι δομημένος με την κλασική κι αρκετά χρηστική διαίρεση της παύλειας θεολογίας, σύμφωνα με την δογματική ορολογία κι οργανωτική δομή (θεολογία, χριστολογία, ανθρωπολογία, σωτηριολογία, εκκλησιολογία, ηθική, εσχατολογία). Εξαιτίας της πληθώρας των θεμάτων με τα οποία ασχολείται ο απόστολος στις επιστολές του, ο συγγραφέας διευκρινίζει ότι η εξέταση όλων αυτών των θεμάτων δεν θα ήταν δυνατό να πραγματοποιηθεί σ’ έναν μόνο τόμο. Γι’ αυτό κι επιλέγει τα πιο σημαντικά, όπως είναι η σταύρωση, η ανάσταση του Χριστού και η δευτέρα παρουσία του, η εκλογή των χριστιανών από το Θεό, η μίμηση του Χριστού, τα διάφορα προβλήματα των κατά τόπους χριστιανικών κοινοτήτων, η δόξα και η μεταμόρφωση του ανθρώπου και πολλά άλλα. Ο κ. Ατματζίδης αναλύει, επίσης, τους παράγοντες, που διαμόρφωσαν τη θεολογία του Παύλου, αναφέροντας ως πιο καθοριστικούς τον τόπο και το χρόνο, όπου αυτή διαμορφώθηκε, δηλαδή την επικράτεια της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας του πρώτου αιώνα μ.Χ. Ακόμη τονίζει την επίδραση στη θεολογία του Παύλου της Παλαιάς Διαθήκης, της φαρισαϊκής θεολογίας, της ιουδαϊκής αποκαλυπτικής, της ηθικής των ελληνορωμαϊκών κοινοτήτων, της φιλολογίας, της φιλοσοφίας και της ρητορικής της εποχής του. Τα παραπάνω αναπτύσσονται από τον κ. Ατματζίδη κατά την ανάλυση συγκεκριμένων παύλειων κειμένων και πάντοτε λαμβάνονται υπόψη από αυτόν οι συγκεκριμένες συνθήκες κάτω από τις οποίες  αυτά διαμορφώθηκαν.
Στο δεύτερο μέρος του έργου ο συγγραφέας ασχολείται με τη θεολογία του Ιωάννη (το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο και τις  Α΄, Β΄, Γ΄ Επιστολές του Ιωάννη). Ο κ. Ατματζίδης τονίζει ότι η θεολογία του συγγραφέα ή των συγγραφέων των παραπάνω κειμένων ουσιαστικά αποτελεί την προσπάθεια, να παρουσιαστεί με τρόπο επίκαιρο το μήνυμα του Ιησού και των συγγραφέων που προηγήθηκαν. Αναλύει τα καίρια θέματα της ιωάννειας γραμματείας, όπως είναι ο Θεός (ως Πατήρ, ως φως, ως αγάπη και πνεύμα), ο Θεός στην κοινή δράση του με τον Υιό, ο Ιησούς και οι χριστολογικοί τίτλοι, που αποδίδονται σε αυτόν (ο Ιησούς ως ο Λόγος, ως ο Υιός του Θεού, ως ο Χριστός-Μεσσίας, ως ο Κύριος κ.α.), το Άγιο Πνεύμα, ο άνθρωπος, τα έσχατα και πλήθος άλλων.
Το σύγγραμμα του Επίκουρου Καθηγητή κ. Χαράλαμπου Ατματζίδη  είναι ένα έργο σημαντικό και, αναμφίβολα, το πληρέστερο σύγγραμμα Θεολογίας της Καινής Διαθήκης στον ελληνικό ορθόδοξο χώρο. Αποτελεί πολύτιμο εργαλείο για όσους επιθυμούν να εντρυφήσουν στη Θεολογία της Καινής Διαθήκης με τρόπο επιστημονικό αλλά και εύκολα κατανοητό. Απευθύνεται κυρίως σε φοιτητές Θεολογίας και ειδικούς αλλά με την ίδια ευκολία μπορεί ν’ αναγνωσθεί κι από μη θεολόγους, οι οποίοι ενδιαφέρονται για τη βιβλική επιστήμη. Με ενδιαφέρον αναμένουμε και τον επόμενο τόμο.
 
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Σύναξη 123 (Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2012) 105-107.
 
Αναδημοσίευση: ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ ΔΡΩΜΕΝΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου