Κυκλοφόρησε τὸ νέο τεῦχος τοῦ
περιοδικοῦ Θεολογία (τόμος 84, τεῦχος
3, Ἰούλιος-Σεπτέμβριος 2013), τὸ ὁποῖο περιλαμβάνει ἄρθρα ποικίλης ὕλης. Στὸ
Προλογικό, μὲ τίτλο «Τὸ νόημα τῆς ὀρθόδοξης ἀνθρωπολογίας σήμερα» ὁ Σταῦρος
Γιαγκάζογλου σκιαγραφεῖ μὲ συντομία τοὺς ὑπαρξιακοὺς ἄξονες τῆς ὀρθόδοξης ἀνθρωπολογίας
(θεολογικὴ ὀντολογία τοῦ προσώπου, τὸ ἦθος τῆς ἐλευθερίας κ.λπ.) ὑπὸ τὸ φῶς τῆς
δογματικῆς παράδοσης τῆς Ἐκκλησίας στὸ πλαίσιο τοῦ διαλόγου τῆς πρώτης μὲ τὴν ὕστερη
νεωτερικότητα. Ὁ Ἐπίσκοπος πρ. Ζαχουμίου καὶ Ἐρζεγοβίνης Ἀθανάσιος Γιέβτιτς στὸ
κείμενο ποὺ ἀκολουθεῖ, μὲ τίτλο «Περὶ τοῦ Βιβλίου τοῦ Παύλου Φλορένσκι "Στῦλος
καὶ Ἑδραίωμα τῆς Ἀλήθειας"-Κριτικὴ τῆς Σοφιολογίας», ἀφοῦ παρουσιάσει τὶς
σοφιολογικὲς θέσεις τοῦ Ρώσου στοχαστῆ, ὅπως ἀποτυπώνονται στὸ κλασικὸ ἔργο
του, ἐπιχειρεῖ νὰ ἀναδείξει τὴν ἐκ μέρους του προβληματικὴ ἑρμηνευτικὴ θεώρηση
τῶν σχετικῶν πατερικῶν (Μέγας Ἀθανάσιος) καὶ βιβλικῶν ἀναφορῶν, οἱ ὁποῖες ὀφείλουν
νὰ κατανοηθοῦν ἐξ ἅπαντος ἀπὸ χριστολογικὴ καὶ ὄχι σοφιολογικὴ προοπτική. Στὸ
κείμενο ποὺ ἀκολουθεῖ, μὲ τίτλο «Ὁ διάλογος θεολογίας καὶ φιλοσοφίας. Ἡ
θεολογικὴ ἑρμηνευτικὴ τοῦ Νίκου Νησιώτη», ὁ Σταῦρος Γιαγκάζογλου ἐπιχειρεῖ νὰ ἀποτυπώσει τὶς
μεθοδολογικὲς συντεταγμένες τῆς θεολογικῆς σκέψης τοῦ Νίκου Νησιώτη, ἀναδεικνύοντας μεταξὺ ἄλλων τὶς ἑρμηνευτικὲς προϋποθέσεις τοῦ
πρωτοπόρου Ἕλληνα θεολόγου γιὰ τὸν γόνιμο διάλογο θεολογίας καὶ φιλοσοφίας, τὸν
τρόπο διαλεκτικῆς τοῦ Χριστιανισμοῦ μὲ τὴν ἀρχαιοελληνικὴ σκέψη καὶ τὴ σύγχρονη
φιλοσοφία, καθὼς ἐπίσης καὶ τὶς κριτικὲς παρατηρήσεις του γιὰ τὴ δυτικὴ
σχολαστικὴ σκέψη. Ὁ Κωνσταντῖνος Νικολακόπουλος στὸ ἄρθρο του «Βασικές "τριαδικές"
ἐκφράσεις τῆς Καινῆς Διαθήκης ὡς πρῶτες προϋποθέσεις τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως»
μελετάει ὁρισμένες καινοδιαθηκικὲς ἀναφορές, οἱ ὁποῖες ἀναφέρονται ἄμεσα στὸ
τριαδικὸ δόγμα, ἀναδεικνύοντας καὶ ἐντοπίζοντας ἤδη στὰ βιβλικὰ κείμενα τοῦ α´ αἰῶνα
μ.Χ. τὶς βασικὲς προϋποθέσεις τῆς μετέπειτα ἀποκρυσταλλωμένης δογματικῆς
διατύπωσης. Ὁ Διονύσιος Σκλήρης στὸ ἄρθρο του «Πρόσωπο, Ἄτομο καὶ Γνώμη στὴ
σκέψη τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητῆ» μὲ ἐπίκεντρο τὸ ἔργο τοῦ μεγάλου αὐτοῦ
πατρὸς τῆς Ἐκκλησίας, ἐπιχειρεῖ νὰ ἀναλύσει τοὺς ὅρους πρόσωπον, ἄτομον καὶ γνώμη καὶ τὴ μεταξύ τους σχέση, ὅπως ἀποτυπώνεται
στὸ ἔργο του, ἀναζητώντας τὰ στοιχεῖα ἐκεῖνα τῆς μαξιμιανῆς σκέψης ποὺ
παρουσιάζουν ἐνδιαφέρον γιὰ τή (μετα-)νεωτερικὴ πραγματικότητα τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ
Χριστίνα Καψιμαλάκου στὸ κείμενό της, μὲ τίτλο «Ἡ χριστιανικὴ ἄσκηση ὡς ὑπαρξιακὴ
νοηματοδότηση τοῦ βίου κατὰ τὸν Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή», μὲ ἀφορμὴ τὸ κείμενο τοῦ
ἁγίου Μαξίμου «Λόγος Ασκητικός», ἐπιχειρεῖ νὰ ἀναδείξει τὸν πρωταρχικὸ ρόλο τῆς
ἄσκησης στὴ διαμόρφωση τῆς χριστιανικῆς ζωῆς καὶ τῆς δραστηριότητας τοῦ ἀνθρώπου,
ἀναδεικνύοντας μιὰ ἰδιότυπη ὀντολογία τῆς συνύπαρξης σώματος καὶ πνεύματος. Ὁ
Σπυρίδων Τσιτσίγκος στὸ ἄρθρο του «Φαινόμενα ἐπιστημολογικῆς σύγχυσης Ἀκαδημαϊκής
καὶ Ἐκκλησιαστικῆς Θεολογικῆς Παιδείας», λαμβάνοντας ἀφορμὴ ἀπὸ τὴ διπλὴ
γνωσιολογικὴ μέθοδο τῆς πατερικῆς σκέψης (καταφατικὴ καὶ ἀποφατική), ἀποπειρᾶται
νὰ ἀναδείξει ποικίλα φαινόμενα ἐπιστημολογικῆς σύγχυσης μεταξὺ τῆς ἀκαδημαϊκῆς
καὶ ἐκκλησιαστικῆς θεολογίας. Ὁ Demetrios Tonias στὸ μελέτημά του «The Image of Moses in John Chrysostom’s View of Jews and Judaism» ἐξετάζει τοὺς τρόπους μὲ τοὺς ὁποίους ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος παρουσιάζει
στὸ ποίμνιό του τὸν Μωυσῆ ὡς πρότυπο χριστιανοῦ ἡγέτη σὲ ἀντιδιαστολὴ πρὸς τὶς ἀξιώσεις
τῶν συγχρόνων του Ἰουδαίων, οἱ ὁποῖοι δὲν εἶχαν ἀποδεχθεῖ τὴν χριστιανικὴ
πίστη. Ὁ Θεόδωρος Γιάγκου στὸ ἄρθρο του «Ὁ Γυναικεῖος Μοναχισμὸς στὴν κανονικὴ
παράδοση» διερευνᾶ τὴν θέση τοῦ γυναικείου μοναχισμοῦ στὸ πλαίσιο τῆς κανονικῆς
παράδοσης τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, φωτίζοντας ἄγνωστες ἐν πολλοῖς πτυχές της.
Στὸ κείμενο ποὺ ἀκολουθεῖ, μὲ τίτλο «Ὁ Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης γιὰ τὸν
Παπαδιαμάντη. Ἀγάπη καὶ γκρίνια στὶς σχέσεις τῶν δύο ἁγίων τῶν ἑλληνικῶν
γραμμάτων. Στὸν ἀπόηχο τοῦ ἑορτασμοῦ», ὁ Γεώργιος Πρίντζιπας ἀποτυπώνει τὶς
διαπροσωπικὲς σχέσεις τῶν δύο κορυφαίων λογοτεχνῶν τοῦ περασμένου αἰῶνα. Ὁ
διάκονος τοῦ οἰκουμενικοῦ θρόνου Θεόδωρος Μεϊμάρης, στὸ ἄρθρο του «Ἡ περὶ τοῦ
μοναχισμοῦ καὶ τοῦ μεταθετοῦ τῶν ἐπισκόπων στὸ Βασίλειο τῆς Ελλάδος τοποθέτηση
τοῦ Νικάνδρου Ζαννουβίου», ἐξετάζει στὸ πλαίσιο τῆς ἰδεολογικῆς διαμάχης μεταξὺ
παραδοσιακῶν καὶ προοδευτικῶν κατὰ τὸν 19ο αἰῶνα, μιὰ ἀνεξερεύνητη
πτυχὴ τῆς ἑλλαδικῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας, τὸν ρόλο καὶ τὴ σχετικὴ ἀρθρογραφία
τοῦ προοδευτικοῦ κληρικοῦ Ν. Ζαννουβίου γιὰ τὸ θέμα τοῦ μοναχισμοῦ καὶ τοῦ
μεταθετοῦ τῶν ἐπισκόπων. Ὁ Ἀρχιμ. Κύριλλος Κωστόπουλος, στὸ μελέτημά του «Ἡ
κανονικὴ διδασκαλία τοῦ Μ. Βασιλείου περὶ ὅρκου καὶ ἐπιορκίας», ἀφοῦ περιγράψει
τὴν ἔννοια τοῦ ὅρκου στὴν ἀρχαία ἐποχὴ καὶ στὰ βιβλικὰ κείμενα, ἐξετάζει τὴ
σχετικὴ θεώρηση εἰδικὰ στὸ ἔργο τοῦ Μεγάλου Βασιλείου μὲ βάση τοὺς κανόνες ΚΘ΄,
ΞΔ΄ καὶ ΠΒ΄. Ὁ Γεώργιος Τσουρίδης στὸ μελέτημά του «Ἡ μαρτυρολογικὴ παράδοση
περὶ τοῦ ἁγίου Ἀρτεμίου» ἐξετάζει τὴ σχετικὴ παράδοση γιὰ τὸν ἅγιο Ἀρτέμιο, ὅπως
καταγράφεται σὲ διάφορα κείμενα καὶ πηγές, ὅπως στὸ Μαρτύριο τοῦ Ἀρτεμίου τοῦ 7ου
αἰῶνα, τὸ Μαρτύριο Ἀρτεμίου τοῦ μοναχοῦ Ἰωάννου τοῦ Ροδίου κ.ἄ. Ὁ Γεράσιμος
Ρεντίφης στὸ ἄρθρο του «Τὸ ἐντοίχιο ψηφιδωτὸ κατὰ τὴ μεταβυζαντινὴ περίοδο»
μελετᾶ τὴν θέση και τὴ σπουδαιότητα τοῦ ψηφιδωτοῦ στὴ βυζαντινὴ τέχνη, καὶ
συγκεκριμένα τὶς σχετικὲς συνθέσεις στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας, καθὼς ἐπίσης καὶ
τὴν ἀπήχηση τῆς τέχνης τοῦ μεσοβυζαντινοῦ ψηφιδωτοῦ ἔξω ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς
βυζαντινῆς πρωτεύουσας. Ὁ Ἠλίας Σουτζίδης στὴ μελέτη ποὺ ἀκολουθεῖ, μὲ τίτλο «Ἡ
ἐγκρατητικὴ θεώρηση καὶ καταδίκη τῶν σεξουαλικῶν σχέσεων ἐντὸς τῶν πλαισίων τοῦ
γάμου καὶ τῆς νόμιμης ἀπὸ θεολογικὴ ἄποψη ἡδονῆς στὶς ἀπόκρυφες Πράξεις Ἀνδρέα»
διερευνᾶ τὶς ἀκραῖες ἐγκρατητικὲς θεωρήσεις σχετικὲ μὲ τὴ σεξουαλικὴ σχέση στὸ
γάμο, ὅπως ἀποτυπώνονται στὸ ἀπόκρυφο κείμενο τοῦ τέλους τοῦ δευτέρου αἰῶνα. Ὁ
Σωτήριος Κόλλιας στὸ ἑπόμενο κείμενο, μὲ τίτλο «"Κυπριανοῦ, Συμπόσιον"
- Νεοελληνικὴ μετάφραση» προσφέρει σὲ νεοελληνικὴ ἀπόδοση ἕνα λατινικὸ
πεζογραφικὸ σατυρικὸ ἔργο, ὅπου διακωμωδοῦνται χαρακτηριστικὰ γεγονότα τῆς ζωῆς
μορφῶν τῆς Ἁγίας Γραφῆς γιὰ εὐτελεῖς σκοπούς. Ὁ Δημήτριος Λάππας στὸ ἄρθρο του
«Αὐτογνωσία, τὸ ἀτελείωτο ταξίδι τῆς αὐτεπίγνωσης στὰ ἔγκατα τῆς ὕπαρξής μας» ἀναδεικνύει
τὴ διαχρονικὴ σημασία ποὺ ἀποδίδει ὁ ἄνθρωπος στὴν ἐνδόμυχη κίνηση μὲ σκοπὸ τὴ
γνώση τοῦ ἐσώτερου ἑαυτοῦ του. Τὸ τεῦχος τοῦ περιοδικοῦ
συμπληρώνεται μὲ τὶς πλούσιες μόνιμες στῆλες. Τὰ Θεολογικὰ Χρονικά, ὅπου
περιλαμβάνονται ἀναφορὲς σὲ ἐπιστημονικὰ συνέδρια, θεολογικὰ γεγονότα,
ἀνακοινωθέντα καὶ πορίσματα συνοδικῶν συνδιασκέψεων, τὰ Περιοδικὰ Ἀνάλεκτα,
ὅπου γίνεται σύντομη ἐπισκόπηση τῶν ἑλληνικῶν καὶ ξένων θεολογικῶν περιοδικῶν,
τὸ Βιβλιοστάσιον, ὅπου δημοσιεύονται βιβλιοκριτικὰ δοκίμια καὶ
παρουσιάσεις θεολογικῶν μονογραφιῶν, βιβλίων καὶ λοιπῶν ἐκδόσεων καί, τέλος, τὸ
Ἀναλόγιον, ὅπου δημοσιεύεται ἐνημερωτικὸ δελτίο πρόσφατων θεολογικῶν
ἐκδόσεων. Τὸ ἑπόμενο 4ο τεῦχος τῆς Θεολογίας
γιὰ τὸ ἔτος 2013 θὰ φιλοξενήσει
τὸ δεύτερο μέρος τοῦ ἀφιερώματος «Ὀρθόδοξη θεολογία καὶ διαθρησκειακὸς διάλογος» καὶ θὰ κυκλοφορήσει τὸν
προσεχῆ Μάρτιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου