ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ
ΣΤΟ ΝΕΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΓΙΑ ΤΟ
ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ
Α. ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΚΑΙ
ΚΡΙΤΉΡΙΑ
Ο Πανελλήνιος Θεολογικός Σύνδεσμος
ΚΑΙΡΟΣ –για την αναβάθμιση της θρησκευτικής εκπαίδευσης, μετά την
ανακοίνωση το Φθινόπωρο του 2011 του νέου Πρόγραμμα Σπουδών (ΠΣ) για το μάθημα
των Θρησκευτικών (ΜτΘ) στο Δημοτικό και Γυμνάσιο όπως και του Οδηγού για τον
εκπαιδευτικό, επιφυλάχθηκε ως προς την επίσημη τοποθέτησή του. Τούτο δε επειδή
θεώρησε απαραίτητες αφενός την προσεκτική μελέτη και ανάλυσή τους από
συναδέλφους – μέλη του, που συνδυάζουν μακρά θητεία όσο και ειδικές
επιστημονικές προϋποθέσεις, αφετέρου δε την κατάθεση της εμπειρίας όσων
δίδαξαν το ΠΣ κατά το πρώτο έτος της πιλοτικής εφαρμογής του. Ο Σύνδεσμός μας
δεν αρνείται κατηγορηματικά ή αναιτιολόγητα αλλά ούτε ταυτίζεται εκ προοιμίου με
τις όποιες εκπαιδευτικές πολιτικές και πρακτικές που εφαρμόζονται από τις
εκάστοτε πολιτικές ηγεσίες στο χώρο της παιδείας, όπως αποδεικνύεται και από την
τοποθέτησή μας για το Νέο Λύκειο (2011). Αυτή η εκλεκτική στάση ισχύει και για
την κατάρτιση των νέων ΠΣ ακόμη κι αν κατά την διάρκεια της διαδικασίας αυτής,
στήριξε και στηρίζει ομόθυμα τα μέλη του που συμμετείχαν στην επιτροπή σύνταξης.
Εξετάζοντας τη σημερινή κατάσταση
διαπιστώνουμε ότι το μέλλον του ΜτΘ επηρεάζεται αναπόφευκτα από τα γενικότερα
προβλήματα προσανατολισμού, στόχων, δυσλειτουργίας και αναποτελεσματικότητας του
σύγχρονου ελληνικού σχολείου. Η πίεση του ανταγωνισμού για την εισαγωγή στην
Τριτοβάθμια Εκπαίδευση επηρεάζει καταλυτικά και διαλυτικά όχι μόνο το Λύκειο
αλλά και το Γυμνάσιο και το Δημοτικό. Η εκπαιδευτική διαδικασία συχνά
παραμερίζει τη σχολική ζωή και μετατρέπεται σε σύστημα παροχής γνώσεων και
πληροφοριών σε μαθητές αντιπάλους μάλλον παρά συμμαθητές, με απώτερο στόχο τη
διεκδίκηση μιας θέσης εργασίας στην κοινωνία της αγοράς. Η άρνηση των
περισσοτέρων μαθητών να ενταχθούν και να ανταποκριθούν σε ένα σχολείο χωρίς
δημιουργικότητα, χαρά, έμπνευση και όραμα είναι μάλλον η φυσική συνέπεια. Μέσα
σε ένα τέτοιο πλαίσιο λειτουργίας του σχολείου, το ΜτΘ επιβαρύνθηκε ακόμη
περισσότερο με την έκδοση των υπουργικών εγκυκλίων περί απαλλαγών του 2002 και
κυρίως του 2008 που σταδιακά οδηγούν στον εκφυλισμό του μαθήματος σε
επιλεγόμενο, καθώς επιτρέπονται οι απαλλαγές όχι τόσο για λόγους συνείδησης όσο
για λόγους προσωπικής διευκόλυνσης.
Προβλήματα σαν αυτά κατέδειξαν την
ανάγκη για την αναβάθμιση του ΜτΘ και οδήγησαν το 2009 εκπαιδευτικούς Θεολόγους
όλων των βαθμίδων στη δημιουργία του Πανελλήνιου Θεολογικού Συνδέσμου «ΚΑΙΡΟΣ».
Βασικό κριτήριο για την τοποθέτησή μας είναι οι πάγιες θέσεις του Συνδέσμου μας
για ένα ΜτΘ, στο οποίο θα μπορούν «οι μαθητές να διαλέγονται απροκατάληπτα
και δημιουργικά γύρω από τα θρησκευτικά ζητήματα, με αποδοχή και σεβασμό στη
θρησκευτική ετερότητα, και ταυτόχρονα να μορφώνουν μια προσωπική στάση ζωής
χωρίς να απεμπολούν τη δική τους θρησκευτική ταυτότητα» διαπιστώνοντας
ότι «ο ευαίσθητος χώρος της εκπαίδευσης έχει ανάγκη σήμερα από μια Θεολογία
"ανοιχτών οριζόντων", όπως άλλωστε τη συναντούμε στο ήθος και την πνευματική
διαύγεια της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης -διαλεκτική με τον Άλλο και τίμια
με τον Εαυτό της» (Διακήρυξη ΚΑΙΡΟΥ). Με βάση αυτά το ΜτΘ έχει μέλλον μόνο
ως Μάθημα Παιδείας, υποχρεωτικό για όλους τους μαθητές που να καλύπτει
τις ανάγκες τους ανεξάρτητα από τις θρησκευτικές ή μη δεσμεύσεις τους. Το Μτθ
οφείλει να προσφέρει τις μορφωτικές προϋποθέσεις για τη διαμόρφωση ελεύθερης
συνείδησης του μαθητή και τη σύνδεσή του με το θρησκευτικό, ιστορικό,
πολιτιστικό και κοινωνικό περιβάλλον. Ένα τέτοιο ΜτΘ δεν μπορεί να είναι
κατηχητικό ή ομολογιακό ή θρησκειολογικό. O μαθητής
σήμερα, ως αυριανός πολίτης δε μπορεί να μην γνωρίζει για την Ορθοδοξία, τον
Χριστιανισμό και τα άλλα θρησκεύματα. Η κατήχηση είναι σημαντικό έργο της
Εκκλησίας που προϋποθέτει την ελεύθερη συμμετοχή του ανθρώπου και δεν είναι
ευθύνη της Πολιτείας. Εξάλλου, το ομολογιακό μάθημα δημιουργεί προϋποθέσεις
θρησκευτικού ανταγωνισμού στο χώρο του σχολείου. Κάθε ομολογία ή θρησκεία
διεκδικεί για τον εαυτό της το δικό της ΜτΘ και το μάθημα γίνεται αναγκαστικά
επιλεγόμενο. Από την άλλη πάλι ένα μάθημα με χαρακτήρα θρησκειολογικό βλέπει τη
θρησκεία ως ιστορικό απολίθωμα του παρελθόντος ξεκομμένο από τη ζωή του ανθρώπου
σήμερα.
Ένα μάθημα – και το αντίστοιχο ΠΣ –
με τέτοιους στόχους δεν αρκεί να μεταφέρει αυτούσια μια έτοιμη πρόταση όπως
εφαρμόζεται σε άλλες χώρες, αλλά οφείλει να λαμβάνει υπόψη την ελληνική εμπειρία
επιστημονικών και εκπαιδευτικών κύκλων, όπως και τη συζήτηση για θέματα, που
σχετίζονται με το μάθημα των Θρησκευτικών, όπως τις ιδιαιτερότητες της
θρησκευτικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα σε σχέση με άλλες χώρες, τη θέση των
θεολόγων εκπαιδευτικών-δημοσίων λειτουργών στην ελληνική εκπαίδευση, τις σχέσεις
Eκκλησίας
και Kράτους, τη
σημασία της αναφοράς στην Ορθόδοξη πλειονότητα, τα χαρακτηριστικά της
νεοελληνικής ταυτότητας, την ποικιλία θρησκευτικότητας, την παρουσία διαφόρων
πολιτισμικών κοινοτήτων, την ετερότητα και μετανάστευση, καθώς και τις σύγχρονες
κοινωνικές προκλήσεις.
Β. O
ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ
Με βάση τα παραπάνω κριτήρια πρέπει
να αναγνωρίσουμε κατ’ αρχήν τον φιλόδοξο στόχο του νέου ΠΣ που, ενώ προτείνει τη
διδασκαλία ενός ΜτΘ για όλους τους μαθητές ανεξάρτητα από τη θρησκευτική τους
τοποθέτηση, ταυτόχρονα δεν το αποχρωματίζει, αφού θεωρεί ως αφετηρία του την
γνωριμία και κατανόηση της Ορθόδοξης χριστιανικής πίστης και ζωής. Ο συνδυασμός
αυτός προφανώς δεν ήταν καθόλου εύκολος, επειδή ακριβώς τα προαναφερθέντα
στοιχεία της ελληνικής πραγματικότητας αντανακλώνται στην αντινομία της ίδιας
της ελληνικής κοινωνίας, η οποία από τη μια σφυρηλατείται στη μακρά ιστορική της
πορεία από το βίωμα της ορθόδοξης χριστιανικής πίστης και από την άλλη –
ιδιαίτερα σήμερα – είναι ανοιχτή σε ρεύματα ανθρώπων και ιδεών που καλούν σε
γνωριμία και διάλογο με το διαφορετικό, ενώ ταυτόχρονα υιοθετεί με άνεση
σχήματα και τρόπους ζωής που αντιστρατεύονται την εκκλησιαστική της
παράδοση.
Με δεδομένο αυτό το υπόβαθρο,
καταστρώθηκε ένα μάθημα που δεν εξυπηρετεί την υποχρεωτική αποδοχή της Ορθόδοξης
χριστιανικής διδασκαλίας (μονοφωνικό μάθημα), ούτε όμως μεταβάλλεται σε
εγκυκλοπαίδεια θρησκειολογικού υλικού, ενώ φυσικά απέχει κάθε ιδέας περί
«κατασκευής» άλλης ή νέας θρησκείας. Η πρόταση αυτή υπηρετείται από τη χρήση
σύγχρονων παιδαγωγικών προσεγγίσεων, όπως του κονστρουκτιβισμού και της αρχής
για «θρησκευτικό γραμματισμό», ενώ υλοποιείται με την απομάκρυνση από την
κρατούσα μέχρι πρόσφατα – ιδιαίτερα στο Γυμνάσιο – αυστηρά με ακαδημαϊκά πρότυπα
κατανομή της ύλης σε θεολογικούς κλάδους. Ο τρόπος αυτός οργάνωσης του ΜτΘ, κατ’
εξοχήν στις πρώτες βαθμίδες της εκπαίδευσης, δεν στηριζόταν σε ισχυρά
επιχειρήματα από παιδαγωγική και διδακτική σκοπιά. Ωστόσο, αντλώντας θέματα,
ουσιαστικά από την ίδια ύλη, συνθέτει μια νέα πρόταση αρθρωμένη σε Θεματικές
Ενότητες, συναρμόζοντας κάτω από ένα γενικό τίτλο, στοιχεία από τους κύριους
θεολογικούς κλάδους. Η προσπάθεια αυτή εμπλουτίζεται διακριτικά, κατά περίπτωση,
με δεδομένα άλλων χριστιανικών Ομολογιών, όπως και άλλων θρησκειών,
επεκτείνοντας τα ήδη υπάρχοντα, στα μέχρι τώρα εφαρμοζόμενα ΔΕΠΠΣ-ΑΠΣ, ενώ στην
διαδικασία διαπραγμάτευσης αφορμάται από ζητήματα καθημερινής ζωής, με ματιές
στο στενό αλλά και στο ευρύτερο περιβάλλον των μαθητών. Από τα στοιχεία αυτά
γίνεται σαφές ότι το νέο ΠΣ κινείται στη σωστή κατεύθυνση με βάση τα κριτήρια
που εκθέσαμε στο Α΄ μέρος. Επειδή, όμως, η δομή του ΠΣ εξαρτάται αποκλειστικά
από την παιδαγωγική εφαρμογή και την διδακτική υλοποίησή του, ξεκινά μια νέα
πορεία που θα δείξει πόσο και πώς η προσπάθεια αυτή θα ενταχθεί ομαλά στην
εκπαιδευτική πραγματικότητα μεταστοιχειώνοντας σε πράξη το μάθημα, όπως το
οραματίζεται ο ΚΑΙΡΟΣ.
Γ. ΟΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ
ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ
Το δεύτερο θετικό στοιχείο του νέου
ΠΣ είναι ότι ρητά και σύννομα εξαρτά ορθά το ΜτΘ από τις δεσμεύσεις της
Ελληνικής Πολιτείας σε διεθνείς και Ευρωπαϊκές συνθήκες (Οικουμενική Διακήρυξη
των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων των Ανθρώπου), στη
Σύσταση – υποχρεωτικού χαρακτήρα – του Συμβουλίου της Ευρώπης (CM/Rec
(2008)12/28-7-09), σε κείμενα μεστά ευρωπαϊκής εμπειρίας με προτεινόμενα
κριτήρια για τη διαμόρφωση της Θρησκευτικής Εκπαίδευσης σε κάθε κράτος μέλος
(Λευκή Βίβλος για το Διαπολιτισμικό Διάλογο, Toledo Guiding Principles on Teaching about Religions and Beliefs in Public Schools)
και, οπωσδήποτε, στο Ελληνικό Σύνταγμα, στο οποίο προβλέπονται η καλλιέργεια
θρησκευτικής συνείδησης (άρθρο 16, παρ.2) αλλά και η θρησκευτική
ελευθερία (άρθρο 13, παρ. 1). Περαιτέρω εντάσσει το ΜτΘ στους γενικότερους
σκοπούς του σχεδιαζόμενου και προαναγγελλόμενου από την Ελληνική Πολιτεία Νέου
Σχολείου – για τα χαρακτηριστικά του οποίου η συζήτηση είναι ακόμα ανοικτή από
τη πλευρά μας – και ειδικά στο πρόγραμμα της υποχρεωτικής εκπαίδευσης ως
κανονικό μάθημα και ισότιμο προς όλα τα άλλα, με φορείς εκπαίδευσης θεολόγους
καθηγητές (δημοσίους υπαλλήλους), αποφοίτους των Θεολογικών Σχολών του
Ελληνικού Κράτους. Μια ματιά στους συγκεκριμένους σκοπούς της εκπαίδευσης κάνει
φανερή τη σχέση τους με αυτούς της φιλοσοφίας του ΠΣ για το ΜτΘ, δηλαδή
πνευματική καλλιέργεια και γνωστική επάρκεια, αναλυτική και κριτική ικανότητα,
γλωσσομάθεια, ερευνητικό πνεύμα και κοινωνιογνωσία.
Όσο κι αν επιδίδεται κανείς, πιστός
ή άπιστος, ειδικός ή μη κλπ. σε θεωρητικές αναλύσεις για τη θέση του ΜτΘ και
τους στόχους του, η νομική και πραγματική βάση της παρουσίας του στην εκπαίδευση
είναι η προαναφερθείσα ελληνική και διεθνής έννομη τάξη, όπως και το σύνολο των
στόχων του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος. Με την παραπάνω σύνδεση το μάθημα
δεν αποτελεί πλέον τον «Μεγάλο Ασθενή», καταλαμβάνοντας την αρμόζουσα θέση του
στο σχολικό πρόγραμμα· ταυτόχρονα η διασφάλιση του δημόσιου χαρακτήρα, της
παρεχόμενης από επαγγελματίες ειδικούς θρησκευτικής αγωγής παρεμποδίζει την
αδιαφανή και εκτός δημοκρατικού ελέγχου παρα-εκπαίδευση από άλλες πηγές (σέκτες,
ΜΜΕ, κατευθυνόμενα κέντρα, θρησκευτικές οργανώσεις
κ.λπ.).
Δ. Ο ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΟΥ
ΝΕΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ
Αυτό που έχει ιδιαίτερη σημασία
είναι η σύγχρονη διδακτική μεθοδολογία που χαρακτηρίζει το νέο Πρόγραμμα, καθώς
επιχειρείται μία σύγχρονη παιδαγωγική προσέγγιση της Θρησκευτικής Εκπαίδευσης,
χωρίς να παραθεωρείται η ελληνική εμπειρία, όπως αυτή αποτυπώνεται στο μέσο όρο
της σημερινής σχολικής τάξης και που αφορά τόσο στην προέλευση-σύνθεση του
μαθητικού πληθυσμού της όσο και στο βαθμό έντασης της όποιας θρησκευτικής του
δέσμευσης. Σύμφωνα με αυτήν προτείνονται νέες μέθοδοι και τεχνικές – μετά από
παιδαγωγικές έρευνες – προσφοράς του μαθήματος με αναφορές στη ζωή των παιδιών
και στην εμπειρία τους από τη σχέση τους με το περιβάλλον (οικογενειακό,
κοινωνικό, σχολικό, θρησκευτικό). Οι στρατηγικές αυτές μάθησης αναδεικνύουν τον
συνθετικό (γνωσιακό και βιωματικό) χαρακτήρα του ΜτΘ και το καθιστούν ανοιχτό σε
όλους, ώστε πλέον να μην δικαιολογούνται εύκολα και άκριτα εξαιρέσεις και
απαλλαγές. Το νέο ΠΣ είναι πρόγραμμα διαδικασίας (και όχι Πρόγραμμα κλειστού
τύπου), το οποίο επιτρέπει στον εκπαιδευτικό να οργανώνει την ενεργό μάθηση των
μαθητών του συνδυάζοντας τα θέματα του ΠΣ με την εμπειρία και τις ανάγκες των
μελών της μαθητικής κοινότητας. Είναι δομημένο σε Θεματικές Ενότητες, που
παραθέτουν στόχους, βασικά θέματα, δραστηριότητες και εκπαιδευτικό υλικό,
επιτρέποντας στον εκπαιδευτικό να οργανώσει στο πλαίσιο κάθε Ενότητας το δικό
του μικρό «αναλυτικό πρόγραμμα» για να εφαρμόσει τις κατάλληλες δραστηριότητες
και να επιτύχει τους προτεινόμενους μαθησιακούς στόχους που οργανώνονται
προσεκτικά πριν, κατά τη διάρκεια και μετά από κάθε Ενότητα, τάξη και
κύκλο.
Οι νέες μέθοδοι υποστηρίζονται από
έναν πλουσιότατο Οδηγό Εκπαιδευτικού, που περιλαμβάνει πλήθος διδακτικά
παραδείγματα, οδηγίες αξιολόγησης αλλά και αναλυτική θεωρητική τεκμηρίωση. Η
αξία της νέας διδακτικής πρότασης του ΠΣ έχει αναγνωρισθεί από όλους ως μια
αναγκαία όσο και φυσιολογική εξέλιξη, καθώς το δασκαλοκεντρικό μοντέλο μάθησης
εξάντλησε τον ιστορικό του βίο, όπως εύκολα μπορεί να αντιληφθεί κανείς σήμερα,
αν αναλογισθεί τον τρόπο και το περιεχόμενο διδασκαλίας του ΜτΘ στην εποχή που
ήταν μαθητής και ψηλαφήσει τα ίχνη που άφησε στη μετέπειτα ζωή
του.
Ε. ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΚΑΙ
ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ
Βεβαίως, όπως οποιαδήποτε προσπάθεια
έτσι και το νέο ΠΣ δεν είναι απαλλαγμένο από προβλήματα, που δίνουν λαβή για
κριτική αλλά θέτουν και προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπισθούν με ωριμότητα
και ευθύνη. Το σημαντικότερο θετικό – κατά την άποψή μας – του νέου ΠΣ, ο
καινοτόμος δηλαδή χαρακτήρας του στη διδακτική πράξη, που συνδυάζει καίρια
εμπλοκή του εκπαιδευτικού όσο και των άλλων παραγόντων της εκπαιδευτικής
κοινότητας (μαθητών, διεύθυνσης, συλλόγου διδασκόντων, σχολικού συμβούλου αλλά
και γονέων) εμφανίζει ακριβώς και τα μεγαλύτερα προβλήματα, όπως υπαινιχθήκαμε
ήδη:
α. Διαδικασία
εφαρμογής. Το νέο
ΠΣ εφαρμόζεται ήδη πιλοτικά για δεύτερη χρονιά με αρχικό προγραμματισμό την
καθολική από το 2013-2014 και όχι σταδιακή εφαρμογή του. Όμως, η δομή του ΠΣ
απαιτεί συνέπεια στη διδασκαλία του ΜτΘ στην α΄ βαθμίδα της εκπαίδευσης με
προσήλωση στους στόχους που υπηρετούν μια συγκεκριμένη συνέχεια, όπως αυτή
αποκαλύπτεται σταδιακά στις θεματικές ενότητες και ελέγχεται στην πορεία της από
τις κατά κύκλο προσδοκώμενες επάρκειες, ώστε να προχωρήσει κανείς με απαιτήσεις
στην επόμενη βαθμίδα. Μια γενική εφαρμογή οπωσδήποτε θα δημιουργήσει μεγάλα κενά
σε διάφορες βαθμίδες και τάξεις. Στο πρόβλημα αυτό προστίθεται και η δυσκολία
εμπλοκής των εκπαιδευτικών, καθώς οι μεν συνάδελφοι του Δημοτικού έχουν κενά στη
θεολογική και θρησκειολογική τους αρχική κατάρτιση, οι δε θεολόγοι του Γυμνασίου
μικρή εξοικείωση με τις νέες διδακτικές τεχνικές. Τέλος, η επιμόρφωση ειδικά
κατά την διάρκεια του δεύτερου αυτού διανυόμενου χρόνου καρκινοβατεί και μάλλον
έχει αφεθεί στη τύχη της. Όλα αυτά απειλούν με ακύρωση στην πράξη το νέο ΠΣ,
καθώς η πλήρης αποδοχή και εφαρμογή του θα καθυστερήσει δραματικά, αν φυσικά δεν
ματαιωθεί οριστικά θυσιαζόμενο στο βωμό μικροπολιτικών συμφερόντων που υπακούουν
σε εκκλήσεις εξωθεσμικών και παραπολιτικών κύκλων. Συνάμα, ελλοχεύει και ο
κίνδυνος, η ενδημική αδυναμία εθνικής διακομματικής συνεννόησης σε
μακροπρόθεσμους σταθερούς στόχους εκπαιδευτικής πολιτικής να το ματαιώσει μέσα
στη δίνη μιας απρόβλεπτης πολιτικής κρίσης, αφήνοντας μια «μαύρη τρύπα» ετών στη
Θρησκευτική Εκπαίδευση και αποθαρρύνοντας τους συναδέλφους που μόχθησαν και θα
συνεχίσουν να μοχθούν για την εφαρμογή του.
β. Προβλήματα
περιεχομένου. Το
ίδιο το περιεχόμενο είναι ανοιχτό στον κίνδυνο αλλοιώσεων στο στάδιο της
εφαρμογής, ενώ ενέχει και δυσκολίες παρακολούθησης από αρκετούς εκπαιδευτικούς,
που έρχονται αντιμέτωποι με άγνωστα πιθανώς γι’ αυτούς στοιχεία άλλων θρησκειών,
εφόσον καλούνται να κατασκευάσουν διδακτικό υλικό και να προβαίνουν σε
διδακτικές πρωτοβουλίες κ.λπ. Τα θέματα που προτείνονται στις ενότητες είναι
ίσως υπερβολικά σε αριθμό και τα διαθρησκειακά παράλληλα προτείνουν πολλές φορές
εξειδικευμένα θέματα, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται διλήμματα σε
εκπαιδευτικούς στη διαδικασία επιλογής τους, αλλά και στην υιοθέτηση των
ενδεδειγμένων στρατηγικών μάθησης. Είναι ορατός ο κίνδυνος επιλογής ανάλογα με
τις προκατανοήσεις ή τα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα του εκπαιδευτικού, γεγονός που θα
αναιρέσει στη πράξη την ιδέα, ότι το πρόγραμμα διαδικασίας απευθύνεται κυρίως
στις ανάγκες των μαθητών και όχι στις προτιμήσεις ή στην κοσμοθεωρία του
διδάσκοντος, ενώ ενδέχεται να δυσχεράνει και την αξιολόγηση των μαθησιακών
στόχων.
γ. Τεχνικές δυσκολίες. Το
εκπαιδευτικό Υλικό που προτείνεται στις ενότητες περιορίζεται σε βιβλία του
ΠΙ/ΟΕΔΒ ή σε εγκεκριμένα λογισμικά και δεν περιλαμβάνει πολυτροπικά κείμενα
(Video,
εικόνες κ.ά.). Βέβαια, όπως φαίνεται, κύρια πρόθεση του νέου ΠΣ είναι η άμεση
εμπλοκή του εκπαιδευτικού για την ανακάλυψη ή και παραγωγή πρωτότυπου υλικού,
που στηρίζεται μεταξύ άλλων στη σύγχρονη τεχνογνωσία και τεχνολογία (χρήση ΤΠΕ).
Ωστόσο, επειδή δεν είναι όλοι εξοικειωμένοι με τα ζητήματα αυτά ή διστάζουν για
την υιοθέτησή τους στη διδακτική διαδικασία, το ΠΣ πρέπει να κατευθύνει και να
ενθαρρύνει, δίνοντας κατά περίπτωση, τα κατάλληλα ερεθίσματα μέσα από
συγκεκριμένα παραδείγματα. Ακόμη, ο Οδηγός του εκπαιδευτικού περιλαμβάνει μεγάλο
σε όγκο θεωρητικό υλικό, ενώ λείπουν αναλογικά, επαρκή δείγματα καλών πρακτικών
για όλες τις προτεινόμενες τεχνικές. Το πρόβλημα μπορεί να αντιμετωπιστεί με τη
διαμόρφωση και εισαγωγή ενός υποδείγματος Φακέλου Υλικού για τον εκπαιδευτικό ή
τουλάχιστον με την παροχή εξειδικευμένης συνδρομής για την διαμόρφωσή του από
τον ίδιο. Επίσης, αρκετοί επιστημονικοί όροι και θεωρίες χρήζουν επεξήγησης και
σύντομης ερμηνείας μέσω ενός γλωσσάριου, ενώ δεν θα ήταν άνευ λόγου και η
σύνθεση ενός αλφαβητικού ευρετηρίου όρων, εννοιών, ονομάτων κ.λπ. Είναι επίσης
αισθητή η απουσία μέσω παραδειγμάτων του τρόπου οργάνωσης ομάδων εργασίας σε μια
σχολική τάξη και του χειρισμού των μελών τους από τον εκπαιδευτικό· αυτό
τουλάχιστον έδειξε η επαφή με εκπαιδευτικούς πιλοτικών σχολείων, που
αιτιολόγησαν και με αυτό το επιχείρημα τη δυσκολία τους στη διδακτική προσέγγιση
του προγράμματος.
ΣΤ.
ΑΙΤΗΜΑΤΑ
Το κείμενο αυτό δεν αποτελεί μια
αποστασιοποιημένη έκθεση για το νέο Πρόγραμμα, αλλά επιδιώκει να συλλάβει και να
θέσει αιτήματα για δράση στην Εκπαίδευση, ώστε να αξιοποιηθούν τα θετικά και να
αντιμετωπισθούν τα παραπάνω εντοπισθέντα προβλήματα στο νέο ΠΣ προς την
κατεύθυνση που ο ίδιος ο ΚΑΙΡΟΣ οραματίζεται το μάθημα. Με βάση όλες τις
παραπάνω θέσεις αλλά και κρίσεις καλούμε:
α) τα μέλη μας, όσο και εκείνους που
ανήκουν ευρύτερα στην θεολογική εκπαιδευτική κοινότητα αλλά και τους λοιπούς
εμπλεκόμενους στη διδασκαλία του ΜτΘ να οργανώσουν τη διδακτική τους παρέμβαση
με στόχο να δώσουν υπόσταση στο νέο ΠΣ ανάλογη προς τη συγκεκριμένη μαθητική
κοινότητα με τις εμπειρίες και τα προβλήματά της, αντιμετωπίζοντας το ΠΣ με
παιδαγωγική ευαισθησία και κριτική στάση, όπου απαιτείται, χωρίς προκαταλήψεις
και φοβίες. Ο ΚΑΙΡΟΣ στέκεται και θα σταθεί αλληλέγγυος και αρωγός στο πεδίο
παρέμβασης των συναδέλφων με υποστηρικτικές δράσεις, σεμινάρια, παροχή
διδακτικού υλικού κ.λπ.
β) η Πολιτεία να αναλάβει
αποφασιστικά την ολοκλήρωση του έργου που η ίδια έθεσε σε κίνηση με ουσιαστική
και συστηματική οργάνωση της επιμόρφωσης, κάλυψη των διδακτικών κενών,
υποστήριξη των επιμορφωτών, σχολικών συμβούλων κ.λπ., με παρεμβάσεις στην
οργάνωση των σχολικών χώρων (αίθουσες, εξοπλισμός, ωρολόγιο πρόγραμμα που
απαιτεί συνεχόμενα δίωρα κ.λπ.).
γ) τους μηχανισμούς κατάρτισης των
εκπαιδευτικών (Παιδαγωγικά Τμήματα, Θεολογικές Σχολές) να κινητοποιηθούν προς
την κατεύθυνση του αναγκαίου εκσυγχρονισμού των προγραμμάτων τους, ώστε το ΜτΘ
να υποστηριχθεί στο μέλλον από πλήρως καταρτισμένους νέους εκπαιδευτικούς και
να αναληφθούν ταυτόχρονα οι απαραίτητες πρωτοβουλίες για την έγκυρη επιμόρφωση
των παλαιοτέρων.
Υπενθυμίζοντας το βασικό αξίωμα της
διδακτικής πράξης ότι ψυχή και κινητήριος μοχλός της εκπαιδευτικής διαδικασίας
δεν είναι τα Προγράμματα ούτε το διδακτικό υλικό ούτε τα τεχνικά μέσα, παρά ο
Δάσκαλος, καλούμε, πρωτίστως, τους συναδέλφους κάθε βαθμίδας σε επαγρύπνηση,
συστηματική και αδιάλειπτη συνεργασία, ώστε το ΜτΘ να μην χάσει μια ιστορική
ευκαιρία για τη διακονία του νέου ανθρώπου και πολίτη στις ποικίλες ανάγκες του
σε καιρούς δύσκολους για την πατρίδα μας.
Από το Δ.Σ
Χολαργός
23-2-2013