ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ - Η ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ

Βασιλεύουσα, Νέα Ρώμη, Βυζάντιο, Επτάλοφος… Πόσες λέξεις – πόσα προσωνύμια κρύβονται μέσα στην έννοια της Πόλης! Της Κωνσταντινούπολης.

Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2016

Περιοδικό Θεολογία (τόµος 87, τεῦχος 2, Ἀπρίλιος-Ἰούνιος 2016)

Κυκλοφόρησε τὸ νέο τεῦχος τοῦ περιοδικοῦ Θεολογία (τόµος 87, τεῦχος 2, Ἀπρίλιος-Ἰούνιος 2016), τὸ ὁποῖο περιλαµβάνει κείµενα ποικίλης ὕλης. Στὸ προλογικὸ σηµείωµα µὲ τίτλο «Ἐκκλησία καὶ διαδίκτυο» ὁ Σταῦρος Γιαγκάζογλου συζητάει τοὺς τρόπους µὲ τοὺς ὁποίους µπορεῖ νὰ ἀξιοποιηθεῖ τὸ διαδίκτυο γιὰ ποιµαντικοὺς σκοποὺς ἀλλὰ καὶ τοὺς κινδύνους ποὺ αὐτὸ κρύβει. Στὸ πρῶτο ἄρθρο τοῦ τεύχους µὲ τίτλο «Ἡ ἔννοια τῆς ἀγάπης κατὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο καὶ τὸν ἅγιο Φώτιο», ὁΘωµᾶς Ἰωαννίδης ἐξετάζει τὴν ἀρετὴ τῆς ἀγάπης στὸ πλαίσιο τῆς ζωῆς καὶ τῆς θεολογικῆς σκέψης δύο µεγάλων µορφῶν τῆς Εκκλησίας. ὉἘπίσκοπος Ἀβύδου Κύριλλος Κατερέλος στὸ µελέτηµά του µὲ τίτλο «Der Dialog der Orthodoxen mit der Alt-katholischen Kirche 28 Jahre danach: Evaluation und Perspektiven» προσφέρει µιὰ σύντοµη ἀξιολόγηση τῆς πορείας τοῦ διµεροῦς διαλόγου µεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ Παλαιο-καθολικῶν µὲ βάση τὰ ἐπίσηµα κείµενα τῶν συναντήσεων. Ὁ Μητροπολίτης Μπρανιτσέβου Ἰγνάτιος Μίντιτς στὸ ἄρθρο του «Ἱστορία καὶ ἔσχατα, Ἐσχατολογία καὶ ὕπαρξις» µὲ ἐπίκεντρο τὴ σκέψη τοῦ ἁγίου Μαξίµου τοῦ Ὁµολογητῆ ἀναδεικνύει τὴ σηµασία τῆς ἐσχατολογίας σὲ σχέση µὲ τὴν κτίση, µὲ τὸ προπατορικὸ ἀµάρτηµα, µὲ τὴν ἱστορία καὶ µὲ τὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη. Στὸ ἄρθρο ποὺ ἀκολουθεῖ µὲ τίτλο «Maximus as a philosophical interpreter of Dionysius: the case of Christ as manic lover», ὁ Δηµήτρης Βασιλάκης ἐπικεντρώνει τὸ ἐνδιαφέρον του στὸ ζήτηµα τοῦ µανικοῦ ἔρωτα, ὅπως ἐκτίθεται στὴν προοπτικὴ τοῦ ἐσχατολογικοῦ µυστηρίου τοῦ Χριστοῦ, στὸ πλαίσιο ἑνὸς ἐσωτερικοῦ διαλόγου µεταξὺ Μαξίµου καὶ Ἀρεοπαγιτικῶν συγγραφῶν.

Ὁ π. Ἐµµανουὴλ Κλάψης στὸ κείµενο ποὺ ἀκολουθεῖ µὲ τίτλο «Human Rights and the Orthodox Church in a Global World», ἀφοῦ ἀναλύσει ὁρισµένες ἀρχὲς τῆς γλώσσας τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωµάτων, τὴ σύγχρονη περιρρέουσα ἀτµόσφαιρα, ὅπως ἐπίσης καὶ τὴ νοµιµοποίησή τους, ἀποπειρᾶται ἀκολούθως νὰ συγκροτήσει µιὰ ὀρθόδοξη δικαίωση καὶ ἀποτίµηση τῆς σηµασίας τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωµάτων. Στὸ κείµενο «Einheit in Verschiedenheit’ in der Ekklesiologie von Yves Congar» ὁ Rade Kisic ἐξετάζει ἕνα κεντρικὸ ἄξονα τῆς ἐκκλησιολογικῆς σκέψης ἑνὸς µεγάλου Ρωµαιοκαθολικοῦ θεολόγου, τοῦ Y. Congar, ἡ ὁποία περιστρέφεται γύρω ἀπὸ τὴν ἑνότητα ἐν τῇ ποικιλίᾳ στὴν Ἐκκλησία. Οἱ Χρῆστος Τερέζης καὶ Σπῦρος Παναγόπουλος στὸ κείµενό τους «Ἡ ἀντι-ἐξουσιαστικὴ λειτουργία τῆς ἐξουσίας στὴν κοσµολογία τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης» ἐξετάζουν τὶς ὀντολογικὲς προκείµενες τῆς φυσικῆς Ἀποκάλυψης, τὴν ἰδιαιτερότητα τῆς δηµιουργίας τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴ θέση τοῦ ἀνθρώπου µεταξὺ δηµιουργίας καὶ τελεολογίας, τὴν ἔλλογη σχέση τοῦ ἀνθρώπου µὲ τὴν κτίση ὡς ἔκφανση τῆς θείας ἐλλογότητας µὲ ἐπίκεντρο τὸ Περὶ Κατασκευῆς τοῦ ἀνθρώπου ἔργο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου. Στὸ µελέτηµα «Ἡ πνευµατικὴ κίνηση στὴν Κωνσταντινούπολη παραµονὲς τῆς Εἰκονοµαχίας καὶ ἡ ἀρµενική ‘ἑλληνόφιλη’ µεταφραστικὴ σχολή», ὁἀρχιµ. Παντελεήµων-Γ. Τσορµπατζόγλου ἀσχολεῖται µὲ τὴν ταραγµένη πολιτικὰ περίοδο τοῦ τέλους τοῦ 7ου καὶ τῶν ἀρχῶν τοῦ 8ου αἰῶνα, προκειµένου νὰ ἀποτυπώσει τὴν ἤπια ἀλλὰ ποιοτικὴ πνευµατικὴ κατάσταση τῆς περιόδου, καταφεύγοντας λόγῳ ἔλλειψης πηγῶν σὲ ἀναφορὲς Ἀρµενίων ποὺ βρέθηκαν στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ σπουδές.

Ἡ Ἀλεξάνδρα Ντότσικα µὲ τὴ µελέτη της «Τὸ ἔργο τῶν ἁγίων Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου: ἀλφάβητο, µετάφραση, γλώσσα» ἐπιχειρεῖ µιὰ ἐπισκόπηση τοῦ πολύπλευρου ἔργου τῶν δύο κορυφαίων ἱεραποστόλων τῆς βυζαντινῆς περιόδου. Ἡ Dragica Tadicστὴ µελέτη της «Ἡ σχέση µεταξὺ Πνευµατολογίας καὶ Χριστολογίας στὸ πλαίσιο τῆς θείας Εὐχαριστίας» ἀποπειρᾶται µὲ βάση τὰ κείµενα τῆς Καινῆς Διαθήκης, τῶν Πατέρων τῆς πρώτης Ἐκκλησίας καὶ τῶν ἀρχαιότερων λειτουργικῶν κειµένων, τοῦ κειµένου τῆς βυζαντινῆς λειτουργίας νὰ συζητήσει τὴ σχέση µεταξὺ χριστολογίας καὶ πνευµατολογίας ἕνα ζήτηµα ἰδιαίτερα κρίσιµο γιὰ τὴν ἴδια τὴν ἐκκλησιολογία. ὉRastko Jovic στὸ ἄρθρο του «Lethargic Dynamism on Eucharist and Spirituality» ἐπισηµαίνει τὴν ἀνάγκη ριζικῆς ἀναζωογόνησης τῆς ἴδιας τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας ὅπως αὐτὴ ἐκφράζεται στὴν Εὐχαριστία καὶ στὴν πνευµατικότητα, προκειµένου νὰ καταστεῖ ἐκ νέου δυνατὴ ἡ διασύνδεση µεταξὺ πίστης καὶ καθηµερινότητας.

Ὁ πρωτ. Στυλιανὸς Χατζηγρηγορίου στὸ ἄρθρο του «Τὸ µυστήριο τῆς σωτηρίας στὴν ὑµνογραφία τῶν ἑορτῶν τοῦ Τιµίου Σταυροῦ. Ὀρθόδοξη ἑρµηνευτικὴ προσέγγιση σὲ ἀντιπαραβολὴ µὲ τὴν δυτικὴ θεολογία», ἐπιχειρεῖ νὰ ἀναδείξει τὰ σωτηριολογικὰ στοιχεῖα τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης καὶ διδασκαλίας, ὅπως ἀποτυπώνονται στὴν ὑµνογραφία τῶν ἑορτῶν τοῦ Σταυροῦ σὲ κριτικὸ διάλογο µὲ τὴ δυτικὴ θεολογία. Ἡ Ἀγορίτσα Τσέλιγκα-Ἀντουράκη µὲ τὸ ἄρθρο της «Ἡ ἀπεικόνιση ἑνὸς σπανίου ἑωθινοῦ ἀπὸ τὸν Γεώργιο Μόσχο», ἀσχολεῖται µὲ πτυχὲς τοῦ ἔργου τοῦ γνωστοῦ Πελοποννήσιου ζωγράφου τοῦ πρώτου µισοῦ τοῦ 17ου αἰῶνα, Γεωργίου Μόσχου. Ὁ Γεώργιος Κουντούρης στὸ κείµενό του «Ἡ ἐνδηµοῦσα Σύνοδος Κωνσταντινουπόλεως τοῦ 394 καὶ ἡ προσωπικότητα τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως Νεκταρίου» ἐξετάζει τὰ γεγονότα (σύγκληση, συµµετέχοντες, θεµατολογία, κ.λπ.) τῆς τοπικῆς συνόδου ποὺ ἔλαβε χώρα στὴν Κωνσταντινούπολη λίγο µετὰ τὴ Β’ Οἰκουµενικὴ τοῦ 381. Ὁ Χρῆστος Νικολόπουλος στὸ κείµενο ποὺ ἀκολουθεῖ µὲ τίτλο «Ἡ ἀρχὴ τῆς Συναλληλίας ἢ Συµφωνίας (Consonantia)» προσφέρει στοιχεῖα τῆς πολιτικῆς θεολογίας τῆς Ἐκκλησίας (ἰδιαίτερα σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ στὴ σχέση µὲ τὴν κοσµικὴ ἐξουσία) µὲ ἔµφαση στὴ βυζαντινὴ περίοδο. Ὁ Γ. Ἀνδρουτσόπουλοςστὸ ἄρθρο του «Οἱ Κανονισµοί ‘Περὶ ἐφηµερίων καὶ διακόνων’ τῶν Ἐκκλησιῶν Ἑλλάδος (230/2012) καὶ Κρήτης (1/2013): Συγκριτικὴ ἐπισκόπηση» ἐπιχειρεῖ τὴ συγκριτικὴ θεώρηση δύο κανονισµῶν ποὺ ρυθµίζουν τὰ θέµατα ποὺ ἀφοροῦν στοὺς ἐφηµερίους καὶ στοὺς διακόνους στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος καὶ τῆς Κρήτης.

Στὴ στήλη Ἰδιόµελα, φιλοξενεῖται τὸ κείµενο τοῦ συγγραφέα Ἰσίδωρου Ζουργοῦ µὲ τίτλο «Σπορὲς τῆς Βίβλου στὸ νεοελληνικὸ µυθιστόρηµα», ὅπου συζητάει ὄψεις τοῦ ἔµµεσου διαλόγου µεταξὺ Ἁγίας Γραφῆς καὶ νεοελληνικοῦ µυθιστορήµατος, ἕνας διάλογος ποὺ δὲν εἶναι οὔτε πάντοτε προφανὴς οὔτε χωρὶς δυσκολίες. Τὸ τεῦχος τοῦ περιοδικοῦ συµπληρώνεται µὲ τὶς πλούσιες µόνιµες στῆλες του. Τά «Θεολογικὰ Χρονικά», ὅπου περιλαµβάνονται ἀναφορὲς σὲ ἐπιστηµονικὰ συνέδρια, θεολογικὰ γεγονότα, ἀνακοινωθέντα καὶ πορίσµατα συνοδικῶν συνδιασκέψεων, τά «Περιοδικὰ Ἀνάλεκτα», ὅπου γίνεται σύντοµη ἐπισκόπηση τῶν ἑλληνικῶν καὶ ξένων θεολογικῶν περιοδικῶν, το «Βιβλιοστάσιον», ὅπου δηµοσιεύονται βιβλιοκριτικὰ δοκίµια καὶ παρουσιάσεις θεολογικῶν µονογραφιῶν, βιβλίων καὶ λοιπῶν ἐκδόσεων καί, τέλος, το«Ἀναλόγιον», ὅπου δηµοσιεύεται ἐνηµερωτικὸ δελτίο πρόσφατων θεολογικῶν ἐκδόσεων. Τὸ ἑπόµενο 3ο τεῦχος τοῦ τρέχοντος ἔτους θὰ φιλοξενήσει µελετήµατα ποικίλης ύλης καὶ θὰ κυκλοφορήσει τὸν προσεχῆ Νοέµβριο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου