Ενόψη της επικείμενης συνάντησης των δύο προκαθημένων της Ανατολικής και Δυτικής χριστιανοσύνης ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος έδωσε συνέντευξη στην ιταλική εφημερίδα L’AVVENIRE με τίτλο: «Εμπρός ως αδελφοί εν τη πίστει του Ευαγγελίου» και την οποία αναδημοσιεύουμε στα ελληνικά.
Στο Φανάρι όλα είναι έτοιμα για την άφιξη του «αδελφού Επισκόπου της Πρεσβυτέρας Ρώμης». Εδώ στην από αιώνων Έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης οι θόρυβοι των αυτοκινήτων χαμηλώνουν. Μόνο η φωνή του μουεζίνη από το διπλανό Τζαμί σπάει τη σιωπή. Σε αυτά τα αιωνόβια τείχη που προσφάτως παραδόθηκαν αποκατεστημένα με βάση το αρχικό τους σχέδιο, ο αδελφός της Εκκλησίας της Ανατολής Βαρθολομαίος θα υποδεχθεί τον Πάπα Φραγκίσκο. Γιατί θα μιλήσουν; Τα λόγια του Πατριάρχη μας μεταφέρουν απευθείας στις πηγές,
«στα ρείθρα που φωτίζουν την Εκκλησία». Υποδεικνύουν «μια νέα Θεοφανεία στη ζωή της Εκκλησίας», με διαύγεια στέκονται για λίγο «στο εκκοσμικευμένο πνεύμα», στην «αυτοεπιβεβαίωση» ως «ύστατες ρίζες της διαίρεσης» και της αποστερημένης ενότητας, αποκαλύπτοντας το βαθύ εκκλησιαστικό φρόνημα που τον ενώνει με τον Επίσκοπο της Ρώμης. Είναι η παραμονή της εορτής του Αγίου Ανδρέα και είναι ακριβώς επί τη μνήμη του πρωτόκλητου όπου ο Πάπας Φραγκίσκος και ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος συναντιούνται για ένα από κοινού όραμα προς ταεμπρός.
Παναγιώτατε, μετά τα Ιεροσόλυμα ποιο είναι το νόημα αυτής της νέας συνάντησης;
Ο ειλικρινής εναγκαλισμός εν φιλήματι ειρήνης μεταξύ των προκαθημένων της Ρώμης και της Κωνσταντινούπολης υποδεικνύει την επιθυμία να διασχίσουμε την οδό που υπέδειξε ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός «ίνα ώσι έν». Οι προκάτοχοί μας είχαν εγκαινιάσει τον θεολογικό διάλογο μεταξύ των Εκκλησιών μας και οι επακόλουθες συναντήσεις ασχολήθηκαν με πολλά θέματα που έχρηζαν μιας ιστορικής επαναξιολόγησης. Τώρα ο αγαπητός μας αδελφός Φραγκίσκος συνεχίζει αυτή την χειρονομία που δεν αποτελεί μια εκκλησιαστική αβροφροσύνη, αλλά
είναι κάτι πολύ περισσότερο.
Ανοίγει μια νέα προοπτική στο διάλογο μεταξύ καθολικών και ορθοδόξων;
Η μύχια οικειότητα που αισθανθήκαμε με τον Πάπα Φραγκίσκο, από τη στιγμή της εκλογής του, αποτελεί χωρίς αμφιβολία ένα νέο έναυσμα για την πορεία προς την ενότητα. Οικειότητα που δεν είναι ένα καρπός συναισθηματισμού, αλλά η πλήρης ένταξη στο μήνυμα του Χριστού, επιθυμία της συνάντησης μεταξύ αδελφών για μια από κοινού μαρτυρία. Η νέα προοπτική που ο Πάπας Φραγκίσκος δίνει στο αξίωμα του Επισκόπου της Ρώμης, στη συνοδικότητα για τη διοίκηση της Εκκλησίας, είναι πολύτιμα στοιχεία για την Ανατολή, που παρακολουθεί με
ιδιαίτερη προσοχή αυτές τις αλλαγές. Έτσι λοιπόν και αυτή η συνάντηση διανοίγει μια νέα προοπτική στον διάλογο καθολικών και ορθοδόξων, χωρίς την προσκόλληση σε σχήματα του παρελθόντος, αλλά εξαγνισμένη στο φως του Ευαγγελίου και της Παράδοσης της Εκκλησίας.
Έχουν παρέλθει 960 χρόνια από το Σχίσμα Ανατολής και Δύσης. Ποιες είναι ουσιαστικά οι τελευταίες ρίζες εξαιτίας των οποίων υφίσταται ακόμη η διαίρεση μεταξύ των αδελφών Εκκλησιών;
H Εκκλησία των πρώτων αιώνων στήριζε την υπόστασή της στο άγγελμα του Λόγου που σάρξ εγένετο για την αγάπη προς τον άνθρωπο, καθώς και στη συμμετοχή στην ευχαριστιακή τράπεζα. Οι μάρτυρες μαρτύρησαν με το αίμα τους αυτή την αγνότητα του Αγγέλματος, το Σταυρό και την Ανάσταση. Το Διάταγμα των Μεδιολάνων απέδωσε ελευθερία στην Εκκλησία, η οποία μπόρεσε να μαρτυρήσει το Άγγελμα με περισσότερο σφρίγος και δύναμη, αναλαμβάνοντας μια πλέον μείζονα ευαγγελιοποίηση του κόσμου. Αλλά ο Πλάνος του κόσμου τούτου επεδίωξε και επιζητεί
να καταστήσει μάταιο τον λόγο του Ευαγγελίου. Η ιδέα της χριστιανικής αυτοκρατορίας, της Societas Christiana υπερέβαλε την εν αρχή αρετή για να εισαγάγει το εκκοσμικευμένο πνεύμα. Και αυτό το εκκοσμικευμένο πνεύμα είναι μια διαδικασία που απομακρύνει από την πηγή που φωτίζει την Εκκλησία, τον Σταυρωθέντα και Αναστάντα Χριστό, για να παράγει μια εκκλησιαστική αυτοσυνείδηση που θα επιθυμούσε να λάμπει από μόνη της. Αυτό το εκκοσμικευμένο πνεύμα, εκείνο που ο Πάπας Φραγκίσκος ονομάζει «πνευματική ασθένεια», αυτή η εκκοσμίκευση, αυτό
το πνευματικό αμάρτημα, διευκόλυναν χωρίς αμφιβολία τη δημιουργία των αιτίων της αντίθεσης, της αυτοεπιβεβαίωσης και άρα της διαίρεσης.
Και πως μπορεί να υπάρξει μια θεραπεία για αυτό;
Εάν η Εκκλησία, ως Σώμα Χριστού δεν είναι δυνατόν να είναι διαιρεμένη και σε αυτήν το Πνεύμα το Άγιο ενεργεί δια μέσου των μεγάλων μυστηρίων της σωτηρίας, απαιτείται μια θεραπεία από κοινού. Και το φάρμακο δεν είναι η δημιουργία ένας Θεοκρατικού Κράτους, όπως κατά καιρούς έχει ειπωθεί από ορισμένους, αλλά μια εκ βαθέων μετάνοια κάθε ανθρώπου, μια αλλαγή νοοτροπίας που δημιουργεί μια ειλικρινή μεταστροφή προς τον Θεό γενόμενο άνθρωπο, μια νέα θεοφανεία στη ζωή της Εκκλησίας.
Κάνατε αναφορά στην Εκκλησία της πρώτης χιλιετίας. Τι μπορεί αυτή να υποδείξει στην παρούσα πορεία για την ενότητα των τέκνων της;
Όπως είπαμε, η Αρχαία Εκκλησία ζει και είναι εμποτισμένη από τη ζωτική παρουσία του Χριστού. Ο Αμβρόσιος Μεδιολάνων μας ενθυμίζει ότι «η Εκκλησία λάμπει όχι από το φως της, αλλά από εκείνο του Χριστού». Για τον Κύριλλο Ιεροσολύμων «η Εκκλησία περιβάλλεται από το θείο φως του Χριστού, το οποίο είναι το μοναδικό φως στο βασίλειο των ψυχών». Στην πίστη αυτού του φωτός, η Εκκλησία των πρώτων αιώνων έζησε το μεγαλείο των Μεγάλων Οικουμενικών Συνόδων, εισέπνευσε τη συνέργεια των αποστολικών πατέρων όχι ως πραγματικότητα που
αναφέρεται στον εαυτό της , αλλά ως μια πραγματικότητα συνεχώς οικοδομούμενη από τη ζωντανή παρουσία του Χριστού. Οι διαφορές που εμφανίζονταν στο Σώμα του Κυρίου μετατράπηκαν σε αντιπαραθέσεις εξαιτίας και μόνο των ανθρωπίνων στρατηγικών, ξένων προς αυτό. Ακόμη μια φορά η Εκκλησία πρέπει να επανααποκαλυφθεί πέραν των ανθρωπίνων σχημάτων στα οποία συχνά περιορίζεται και να επανοικειοποιηθεί την ζωή εν Χριστώ. Στην υπέρβαση αυτής της ιδίας, επανευρίσκει την κοινή πορεία πέραν των νομικών, θρησκευτικών και ερμηνευτικών
φραγμών. Σε αυτή την προοπτική η πρώτη χιλιετία υποδεικνύει στην Εκκλησία εκείνη την «εν Χριστώ ζωή» προς την ενότητα των τέκνων της. Η πρώτη χιλιετία της Εκκλησίας βίωσε εις βάθος την ενότητα, ενώ ήταν απολύτως άγνωστη η ιδέα της Ένωσης.
Για περισσότερα στο: Together
Στο Φανάρι όλα είναι έτοιμα για την άφιξη του «αδελφού Επισκόπου της Πρεσβυτέρας Ρώμης». Εδώ στην από αιώνων Έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης οι θόρυβοι των αυτοκινήτων χαμηλώνουν. Μόνο η φωνή του μουεζίνη από το διπλανό Τζαμί σπάει τη σιωπή. Σε αυτά τα αιωνόβια τείχη που προσφάτως παραδόθηκαν αποκατεστημένα με βάση το αρχικό τους σχέδιο, ο αδελφός της Εκκλησίας της Ανατολής Βαρθολομαίος θα υποδεχθεί τον Πάπα Φραγκίσκο. Γιατί θα μιλήσουν; Τα λόγια του Πατριάρχη μας μεταφέρουν απευθείας στις πηγές,
«στα ρείθρα που φωτίζουν την Εκκλησία». Υποδεικνύουν «μια νέα Θεοφανεία στη ζωή της Εκκλησίας», με διαύγεια στέκονται για λίγο «στο εκκοσμικευμένο πνεύμα», στην «αυτοεπιβεβαίωση» ως «ύστατες ρίζες της διαίρεσης» και της αποστερημένης ενότητας, αποκαλύπτοντας το βαθύ εκκλησιαστικό φρόνημα που τον ενώνει με τον Επίσκοπο της Ρώμης. Είναι η παραμονή της εορτής του Αγίου Ανδρέα και είναι ακριβώς επί τη μνήμη του πρωτόκλητου όπου ο Πάπας Φραγκίσκος και ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος συναντιούνται για ένα από κοινού όραμα προς ταεμπρός.
Παναγιώτατε, μετά τα Ιεροσόλυμα ποιο είναι το νόημα αυτής της νέας συνάντησης;
Ο ειλικρινής εναγκαλισμός εν φιλήματι ειρήνης μεταξύ των προκαθημένων της Ρώμης και της Κωνσταντινούπολης υποδεικνύει την επιθυμία να διασχίσουμε την οδό που υπέδειξε ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός «ίνα ώσι έν». Οι προκάτοχοί μας είχαν εγκαινιάσει τον θεολογικό διάλογο μεταξύ των Εκκλησιών μας και οι επακόλουθες συναντήσεις ασχολήθηκαν με πολλά θέματα που έχρηζαν μιας ιστορικής επαναξιολόγησης. Τώρα ο αγαπητός μας αδελφός Φραγκίσκος συνεχίζει αυτή την χειρονομία που δεν αποτελεί μια εκκλησιαστική αβροφροσύνη, αλλά
είναι κάτι πολύ περισσότερο.
Ανοίγει μια νέα προοπτική στο διάλογο μεταξύ καθολικών και ορθοδόξων;
Η μύχια οικειότητα που αισθανθήκαμε με τον Πάπα Φραγκίσκο, από τη στιγμή της εκλογής του, αποτελεί χωρίς αμφιβολία ένα νέο έναυσμα για την πορεία προς την ενότητα. Οικειότητα που δεν είναι ένα καρπός συναισθηματισμού, αλλά η πλήρης ένταξη στο μήνυμα του Χριστού, επιθυμία της συνάντησης μεταξύ αδελφών για μια από κοινού μαρτυρία. Η νέα προοπτική που ο Πάπας Φραγκίσκος δίνει στο αξίωμα του Επισκόπου της Ρώμης, στη συνοδικότητα για τη διοίκηση της Εκκλησίας, είναι πολύτιμα στοιχεία για την Ανατολή, που παρακολουθεί με
ιδιαίτερη προσοχή αυτές τις αλλαγές. Έτσι λοιπόν και αυτή η συνάντηση διανοίγει μια νέα προοπτική στον διάλογο καθολικών και ορθοδόξων, χωρίς την προσκόλληση σε σχήματα του παρελθόντος, αλλά εξαγνισμένη στο φως του Ευαγγελίου και της Παράδοσης της Εκκλησίας.
Έχουν παρέλθει 960 χρόνια από το Σχίσμα Ανατολής και Δύσης. Ποιες είναι ουσιαστικά οι τελευταίες ρίζες εξαιτίας των οποίων υφίσταται ακόμη η διαίρεση μεταξύ των αδελφών Εκκλησιών;
H Εκκλησία των πρώτων αιώνων στήριζε την υπόστασή της στο άγγελμα του Λόγου που σάρξ εγένετο για την αγάπη προς τον άνθρωπο, καθώς και στη συμμετοχή στην ευχαριστιακή τράπεζα. Οι μάρτυρες μαρτύρησαν με το αίμα τους αυτή την αγνότητα του Αγγέλματος, το Σταυρό και την Ανάσταση. Το Διάταγμα των Μεδιολάνων απέδωσε ελευθερία στην Εκκλησία, η οποία μπόρεσε να μαρτυρήσει το Άγγελμα με περισσότερο σφρίγος και δύναμη, αναλαμβάνοντας μια πλέον μείζονα ευαγγελιοποίηση του κόσμου. Αλλά ο Πλάνος του κόσμου τούτου επεδίωξε και επιζητεί
να καταστήσει μάταιο τον λόγο του Ευαγγελίου. Η ιδέα της χριστιανικής αυτοκρατορίας, της Societas Christiana υπερέβαλε την εν αρχή αρετή για να εισαγάγει το εκκοσμικευμένο πνεύμα. Και αυτό το εκκοσμικευμένο πνεύμα είναι μια διαδικασία που απομακρύνει από την πηγή που φωτίζει την Εκκλησία, τον Σταυρωθέντα και Αναστάντα Χριστό, για να παράγει μια εκκλησιαστική αυτοσυνείδηση που θα επιθυμούσε να λάμπει από μόνη της. Αυτό το εκκοσμικευμένο πνεύμα, εκείνο που ο Πάπας Φραγκίσκος ονομάζει «πνευματική ασθένεια», αυτή η εκκοσμίκευση, αυτό
το πνευματικό αμάρτημα, διευκόλυναν χωρίς αμφιβολία τη δημιουργία των αιτίων της αντίθεσης, της αυτοεπιβεβαίωσης και άρα της διαίρεσης.
Και πως μπορεί να υπάρξει μια θεραπεία για αυτό;
Εάν η Εκκλησία, ως Σώμα Χριστού δεν είναι δυνατόν να είναι διαιρεμένη και σε αυτήν το Πνεύμα το Άγιο ενεργεί δια μέσου των μεγάλων μυστηρίων της σωτηρίας, απαιτείται μια θεραπεία από κοινού. Και το φάρμακο δεν είναι η δημιουργία ένας Θεοκρατικού Κράτους, όπως κατά καιρούς έχει ειπωθεί από ορισμένους, αλλά μια εκ βαθέων μετάνοια κάθε ανθρώπου, μια αλλαγή νοοτροπίας που δημιουργεί μια ειλικρινή μεταστροφή προς τον Θεό γενόμενο άνθρωπο, μια νέα θεοφανεία στη ζωή της Εκκλησίας.
Κάνατε αναφορά στην Εκκλησία της πρώτης χιλιετίας. Τι μπορεί αυτή να υποδείξει στην παρούσα πορεία για την ενότητα των τέκνων της;
Όπως είπαμε, η Αρχαία Εκκλησία ζει και είναι εμποτισμένη από τη ζωτική παρουσία του Χριστού. Ο Αμβρόσιος Μεδιολάνων μας ενθυμίζει ότι «η Εκκλησία λάμπει όχι από το φως της, αλλά από εκείνο του Χριστού». Για τον Κύριλλο Ιεροσολύμων «η Εκκλησία περιβάλλεται από το θείο φως του Χριστού, το οποίο είναι το μοναδικό φως στο βασίλειο των ψυχών». Στην πίστη αυτού του φωτός, η Εκκλησία των πρώτων αιώνων έζησε το μεγαλείο των Μεγάλων Οικουμενικών Συνόδων, εισέπνευσε τη συνέργεια των αποστολικών πατέρων όχι ως πραγματικότητα που
αναφέρεται στον εαυτό της , αλλά ως μια πραγματικότητα συνεχώς οικοδομούμενη από τη ζωντανή παρουσία του Χριστού. Οι διαφορές που εμφανίζονταν στο Σώμα του Κυρίου μετατράπηκαν σε αντιπαραθέσεις εξαιτίας και μόνο των ανθρωπίνων στρατηγικών, ξένων προς αυτό. Ακόμη μια φορά η Εκκλησία πρέπει να επανααποκαλυφθεί πέραν των ανθρωπίνων σχημάτων στα οποία συχνά περιορίζεται και να επανοικειοποιηθεί την ζωή εν Χριστώ. Στην υπέρβαση αυτής της ιδίας, επανευρίσκει την κοινή πορεία πέραν των νομικών, θρησκευτικών και ερμηνευτικών
φραγμών. Σε αυτή την προοπτική η πρώτη χιλιετία υποδεικνύει στην Εκκλησία εκείνη την «εν Χριστώ ζωή» προς την ενότητα των τέκνων της. Η πρώτη χιλιετία της Εκκλησίας βίωσε εις βάθος την ενότητα, ενώ ήταν απολύτως άγνωστη η ιδέα της Ένωσης.
Για περισσότερα στο: Together
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου