ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ - Η ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ

Βασιλεύουσα, Νέα Ρώμη, Βυζάντιο, Επτάλοφος… Πόσες λέξεις – πόσα προσωνύμια κρύβονται μέσα στην έννοια της Πόλης! Της Κωνσταντινούπολης.

Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2015

Χρυσόστομος Σταμούλης, «Εν ταις αγοραίς και εν ταις πλατείαις». Θρησκεία και πολιτική στις αρχές του 21ου αιώνα

Η ομιλία του Προέδρου του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ στο Πνευματικό Συμπόσιο μνήμης και τιμής προς τον αοίδιμο Μητροπολίτη Κισάμου και Σελίνου κυρό Ειρηναίο, με θέμα «ΠΟΛΙΤΙΚΗ και ΘΡΗΣΚΕΙΑ»


Δεν είναι λίγες οι φορές ή μάλλον είναι οι περισσότερες στη ροή της ιστορίας του τόπου μας, όπου η σχέση Εκκλησίας και πολιτικής εξαντλείται στην ανάδειξη του απόλυτου κενού. Ένα κενό που δημιουργεί το ανεπαίσθητο και ανύποπτο πέρασμα -κάποτε κυριαρχούν και οι χρονικές αντιμεταθέσεις και αντικαταστάσεις- από την εμβατηριακή αθάνατη σύζευξη Εκκλησίας και κράτους, κατά το πρότυπο της γραφικής αθάνατης και ως εκ τούτου αδύναμης κατά Μάνο Χατζιδάκι να αναστηθεί Ελλάδος, στην επίσης εμβατηριακή αθάνατη σύγκρουση Εκκλησίας και κράτους, όπου πάντα στο τέλος επικρατεί η παντοδύναμη και ισχυρή Εκκλησία, η οποία τραγουδά ανερυθρίαστα το «βιασμένο» από την συστημική έπαρση εσχατολογικό ευαγγελικό διαλάλημα: «καγώ δε σοι λέγω ότι συ ει Πέτρος, και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την εκκλησίαν, και πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν»[1]. Και στις δύο περιπτώσεις η «συνάντηση» -είναι σαφές ότι εδώ η λέξη χρησιμοποιείται καταχρηστικά και οπωσδήποτε δηκτικά- πραγματοποιείται εντός της δημόσιας πλατείας, που δεν χωρά καμία αμφιβολία πως έχει τη δική της ιστορία.

Θυμόμαστε όλοι, νομίζω, τις γεμάτες πλατείες, ακόμη και τα στάδια -η προσωπική μου μνήμη είναι ασπρόμαυρη καθότι τηλεοπτική- , που ξεχείλιζαν από «εθνική υπερηφάνεια». Μια υπερηφάνεια την οποία συγκροτούσαν από κοινού η εμμονή στη νεκρή αναπαραστατική παράδοση, ο κενός μεγαλοϊδεατισμός, η γραφικότητα του ιδεολογικοποιημένου φολκλόρ και οπωσδήποτε η επική είσοδος και παρουσία του αυτομυθοποιημένου «αγαθού δικτάτορα», ο οποίος «σκύβοντας δέχεται λατρευτικά λουλούδια από νεολαίους, καταφανώς συγκινημένους»[2]. Θυμόμαστε, βεβαίως, και τις άλλες πλατείες που χρονικά ακολούθησαν -τις πλατείες του πολιτικού γάμου και των ταυτοτήτων- και τις οποίες περιφρουρούσαν παιδιά με περιβραχιόνια και βαθιά χαραγμένη μέσα τους την ειλικρινή αίσθηση του χρέους να διαφυλάξουν ανόθευτη την πίστη και την Εκκλησία, όπως αυτή αποκαλύπτονταν από τα μπαλκόνια και η οποία χτυπιότανε από την άθεη εξουσία των κυβερνώντων.

Τα χρόνια, βέβαια, πέρασαν, πολλοί από τους πρωταγωνιστές έφυγαν, μαζί τους και τα δεδομένα ενός κόσμου ολόκληρου, αλλά η απορία για το ρόλο της πλατείας στη διαμόρφωση του διαλόγου της εκκλησίας με την πολιτική μένει. Μαζί μένουν και τα ερωτήματα που ο ιστορικός χρόνος μας κληροδότησε. Κάποιοι επιτείνοντας τη σύγχυση συνεχίζουν και σήμερα να αναπολούν τα «δοξασμένα χρόνια» της λαμπρής συμπόρευσης και άλλοι τις «ηρωικές εποχές» της μεγάλης αντίστασης, που η Εκκλησία στάθηκε με πλήρη αρματωσιά απέναντι στις δυνάμεις του Καίσαρα.

Για περισσότερα στο: ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ ΔΡΩΜΕΝΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου