ΜΙΚΡΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟΚΟΡΥΦΑΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΕΤΡΟΥ ΚΑΙ ΠΑΥΛΟΥ (2): Οι προφήτες των παύλειων κοινοτήτων. Ο Παύλος ως προφήτης
Πηγή: ΘΕΟΛΟΓΟΙ ΤΟΥ ΜΑΥΡΟΠΙΝΑΚΑ
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
Νικόλαος Παύλου "Η ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΣΤΟΝ ΠΡΩΙΜΟ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟ
Η εξέλιξη του χριστιανικού προφητικού λόγου
το δεύτερο μισό του 1ου αιώνα και το 2ο αιώνα μ.Χ.", Βόλος 2006, σ σ 57-59
Οι προφήτες των παύλειων κοινοτήτων. Ο Παύλος ως προφήτης
Μέσα στις κοινότητες που ιδρύει ο Παύλος στον ελληνορωμαϊκό κόσμο δρουν προφήτες που φαίνεται να έχουν σημαντικό έργο. Το λειτούργημά τους φαίνεται να απασχολεί ιδιαίτερα τον Παύλο, αν σκεφτεί κανείς, ότι αφιερώνει ένα μέρος της Α΄ προς Κορινθίους επιστολής του σε αυτούς[1]. Εδώ φροντίζει να κάνει υποδείξεις για το πως πρέπει να ασκείται η προφητική ιδιότητα. Έτσι αποδεικνύεται ότι δεν ήταν απόλυτα ξεκαθαρισμένος ο τρόπος με τον οποίο ο προφήτης θα παρουσίαζε το θεϊκό θέλημα, και υπήρχαν διαφωνίες γύρω από το προφητικό αξίωμα.
Στις επιστολές του Παύλου[2] δεν αναφέρονται συγκεκριμένες προφητικές μορφές. Στους χριστιανούς που κατονομάζει[3], δεν απονέμει τον τίτλο του προφήτη. Αυτό μάλλον συμβαίνει γιατί ο Παύλος πίστευε ότι η εκδήλωσή της, γι’ αυτούς, που δεν ήταν ex officio προφήτες, ήταν περιστασιακή, και εκδηλώνονταν κάτω από ειδικές συνθήκες, οπότε δε χρειάζονταν να κάνει ξεχωριστή αναφορά σε αυτή την ιδιότητα. Άλλωστε όλοι οι χριστιανοί λάβαιναν τα χαρίσματα του Πνεύματος, από τη στιγμή που είχαν δεχτεί την καινούρια θρησκεία, πράγμα που μαρτυρείται στις Πράξεις[4]
Η σπουδαιότερη προφητική μορφή, που πρωταγωνιστεί και στις παύλειες κοινότητες και στις επιστολές, είναι ο ίδιος ο Παύλος. Γι’ αυτή του την ιδιότητα κάνει υπαινιγμό στο στ. Α΄ Κορ. 14,37, όταν τονίζει, μιλώντας στους προφήτες της Κορίνθου, πως «ε‡ tij doke‹ prof»thj enai À pneumatikÒj, ™piginwskštw § gr£fw Øm‹n Óti kur…ou ™stˆn ™ntol»».
Ο Παύλος γίνεται χριστιανός, μετά από μία σπουδαία προφητική εμπειρία, το όραμα, που είχε στο δρόμο για τη Δαμασκό. Όπως τονίζεται στο βιβλίο των Πράξεων «™n d tù poreÚesqai ™gšneto aÙtÕn ™gg…zein tÍ Damaskù, ™xa…fnhj te aÙtÕn peri»strayen fîj ™k toà oÙranoà, kaˆ pesën ™pˆ t¾n gÁn ½kousen fwn¾n lšgousan aÙtù, SaoÝl SaoÚl, t… me dièkeij;»[5]. Κατόπιν παρουσιάζεται να είναι μέλος του προφητικού ομίλου της Αντιόχειας[6] και στη Β΄ προς Κορινθίους επιστολή του περιγράφει μία καταπληκτική προφητική εμπειρία του. Όπως τονίζει ο ίδιος, εννοώντας τον εαυτό του «oda ¥nqrwpon ™n Cristù prÕ ™tîn dekatess£rwn–e‡te ™n sèmati oÙk oda, e‡te ™ktÕj toà sèmatoj oÙk oda, Ð qeÕj oden–¡rpagšnta tÕn toioàton ›wj tr…tou oÙranoà. kaˆ oda tÕn toioàton ¥nqrwpon–e‡te ™n sèmati e‡te cwrˆj toà sèmatoj oÙk oda, Ð qeÕj oden– Óti ¹rp£gh e„j tÕn par£deison kaˆ ½kousen ¥rrhta ·»mata § oÙk ™xÕn ¢nqrèpJ lalÁsai»[7]. Επίσης παραθέτει τη μαρτυρία ότι και σε αυτόν εμφανίστηκε ο Χριστός, μετά την ανάστασή του[8], εννοώντας μία πνευματική εμπειρία, αφού ο ίδιος δε φαίνεται να είχε καμία σχέση με το κίνημα του Ιησού, όσο ο τελευταίος κήρυττε στη Γαλιλαία και την Ιουδαία.
Η κλήση του Παύλου στο αποστολικό αξίωμα ακολουθεί την πορεία των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης. Όπως γράφει ο ίδιος στην προς Γαλάτας επιστολή του[9], προτού γίνει χριστιανός κυνηγούσε με πάθος της εκκλησία του Θεού και προσπαθούσε να την εξαφανίσει. Ο Θεός όμως τον είχε ξεχωρίσει από την κοιλιά της μάνας του, και η χάρη του τον είχε καλέσει για να τον υπηρετήσει. Άρα πίστευε ότι είχε εκλεγεί για την αποστολή του προτού ακόμη γεννηθεί. Τα ίδια ακριβώς έλεγε και ο προφήτης Ησαΐας, όταν τόνιζε πως ο «Κύριος απ’ την κοιλιά της μάνας μου με κάλεσε∙ πριν γεννηθώ πρόφερε τα’ όνομά μου»[10]. Επομένως ο Παύλος θεωρεί τον εαυτό του εκλεκτό, που τον έχει επιλέξει ο Θεός για τη μεγάλη του αποστολή, όπως ακριβώς έκανε και με τους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης.
Όλα τα παραπάνω ανεβάζουν το κύρος του Παύλου μέσα στις κοινότητές του. Εκτός από ιδρυτής τους ήταν και κατεξοχήν χαρισματική προφητική μορφή, που έχει επιλεγεί από τον ίδιο το Θεό. Άρα μπορεί να ασκεί εξουσία, και ο λόγος του πρέπει να ακούγεται από όλους. Αυτό το τονίζει σε πολλά σημεία των επιστολών του. Έτσι, ακόμη και ο άγγελος από τον ουρανό δε μπορεί να κηρύξει ευαγγέλιο διαφορετικό από αυτό που κήρυξε ο Παύλος[11], γιατί αυτό αποκαλύφθηκε στον ίδιο από τον Ιησού Χριστό[12]. Ταυτόχρονα, όπως τονίζεται στην επιστολή προς Φιλήμονα, οι πιστοί χρωστούσαν στον Παύλο περισσότερα από τις οποιεσδήποτε χάρες που τους ζητούσε, αφού τους είχε κάνει χριστιανούς, και έτσι του όφειλαν τον ίδιο τους τον εαυτό[13]
Τα πνευματικά χαρίσματα που έχει επιτρέπουν στον Παύλο να «lale‹ o„kodom¾n kaˆ par£klhsin kaˆ paramuq…an»[14]. Είναι λοιπόν, εκτός από ιδρυτής των κοινοτήτων, και ο προφήτης που φροντίζει για την οικοδόμηση των πιστών.
Ο Παύλος, χρησιμοποιώντας και την προφητική του ιδιότητα, με την οποία νουθετεί τους χριστιανούς, γίνεται ένα είδος pater-familias των χριστιανών-μελών των κοινοτήτων του[15]. Αυτό τονίζει και στην Α΄ προς Θεσσαλονικείς επιστολή του στην οποία υπενθυμίζει ότι φρόντιζε τα μέλη της κοινότητας, όπως ο πατέρας τα παιδιά του «parakaloàntej Øm©j kaˆ paramuqoÚmenoi kaˆ marturÒmenoi»[16], έχοντας δηλ. ίδιο έργο με αυτό των υπόλοιπων προφητών.
Η προφητική ιδιότητα του Παύλου εξυπηρετούσε πολλαπλές ανάγκες των κοινοτήτων. Όπως είναι γνωστό αυτές χρειάζονταν καθοδήγηση. Μετά την ίδρυσή τους είχαν ανάγκες και απορίες, που έπρεπε να λυθούν. Γι’ αυτό το έργο ο πλέον κατάλληλος ήταν ο Παύλος, ο οποίος σαν χαρισματική προσωπικότητα ήξερε να επιβάλλεται και να κερδίζει το σεβασμό.
Ο Παύλος λοιπόν φρόντιζε, ως προφήτης, να νουθετεί τα μέλη των κοινοτήτων του, μεριμνώντας έτσι να μένουν στέρεοι στην πίστη τους. Ταυτόχρονα, η κλήση του, που ήταν παρόμοια με αυτή των μεγάλων προφητικών μορφών της Παλαιάς Διαθήκης και οι πνευματικές εμπειρίες που είχε, τις οποίες τις έκανε γνωστές με τις επιστολές του, τον αναδείκνυαν ως ανεπανάληπτη προσωπικότητα, αφού κανένας άλλος δεν είχε γευτεί κάτι παρόμοιο Συγκέντρωνε λοιπόν πνευματικές ιδιότητες, που του έκαναν να ξεχωρίζει από τους άλλους. Αυτό του έδινε το δικαίωμα να είναι ο καθοδηγητής των χριστιανών, ο pater-familias των κοινοτήτων της ρωμαϊκής οικουμένης.
[1] Το κεφ. 14
[2] Γνήσιες επιστολές του Παύλου θεωρούνται οι Προς Ρωμαίους, Α΄και Β΄ προς Κορινθίους, Α΄ προς Θεσσαλονικείς, η προς Γαλάτας, η προς Φιλιππησίους και η προς Φιλήμονα.Αντλούνται πληροφορίες, κατά πρώτο λόγο από τις επιστολές που θεωρούνται γνήσιες του Παύλου. Βλ. και υποσημείωση 32.
[3] Όπως, για παράδειγμα την Φοίβη που ήταν διάκονος της κοινότητας των Κεγχρεών της Κορίνθου (Ρωμ. 16,1),
[4] Βλ. για παράδειγμα Πρ. 10, 45-46
[5] Πρ. 9,3-4. Πρβλ. την ίδια τη μαρτυρία του Παύλου στην επιστολή προς Γαλάτας 1,17.
[6] Πρ. 13,1
[7] Β΄ προς Κορινθίους 12,2-4. Η μετάφραση της Βιβλικής Εταιρείας ( Η Καινή Διαθήκη. Το πρωτότυπο κείμενο με νεοελληνική μετάφραση των Σ. Αγουρίδη, Π. Βασιλειάδη, Ι. Γαλάνη, Γ. Γαλίτη, Ι. Καραβιδόπουλου, Β. Στογιάννου, Βιβλική Εταιρία, Αθήνα 1985) είναι η εξής: «Ξέρω έναν άνθρωπο πιστό, ο οποίος πριν από δεκατέσσερα χρόνια ανυψώθηκε μέχρι και τον τρίτο ουρανό – δεν ξέρω αν ήταν με τω σώμα του ή χωρίς το σώμα, αυτό ο Θεός το ξέρει. Ξέρω ότι αυτός ο άνθρωπος – ή ήταν με το σώμα ή χωρίς το σώμα δεν το ξέρω, ο Θεός το ξέρει- μεταφέρθηκε ξαφνικά στον παράδεισο κι άκουσε λόγια που δεν μπορεί ούτε επιτρέπεται να τα πει άνθρωπος».
[8] Α΄Κορ. 15,8
[9] Γαλ. 1,13 κ.ε.
[10] Ησ. 49,1. Βλ. και Παναγόπουλος Ιωάν., Η εκκλησία των προφητών…, σ. 187-188
[11] Γαλ. 1,3
[12] Γαλ. 1,12. Προφανώς εδώ ο Παύλος εννοεί μία κατεξοχήν πνευματική-προφητική εμπειρία.
[13] Φιλ. 18
[14] Α΄Κορ. 14,3
[15] Για το θέμα, όπως παρουσιάζεται κυρίως στην προς Φιλήμονα επιστολή βλ. Chris Frilingos, “For my child Onesimus”, Paul and domestic power in Philemon, Journal Biblical Literature 119/1(2000), 91-104.
[16] Α΄ Θεσ. 2,12
Πηγή: ΘΕΟΛΟΓΟΙ ΤΟΥ ΜΑΥΡΟΠΙΝΑΚΑ