ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ - Η ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ

Βασιλεύουσα, Νέα Ρώμη, Βυζάντιο, Επτάλοφος… Πόσες λέξεις – πόσα προσωνύμια κρύβονται μέσα στην έννοια της Πόλης! Της Κωνσταντινούπολης.

Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου 2014

Καθορισμός της έδρας και περιφέρειας των Σχολικών Συμβούλων Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και των σχολείων της δικαιοδοσίας τους


Δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ η υπ. αριθμ. Y−13/20813/Δ2 απόφαση του Υφυπουργού Παιδείας Συμέων Κεδίκογλου με θέμα «Καθορισμός της έδρας και περιφέρειας των Σχολικών Συμβούλων Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και των σχολείων της δικαιοδοσίας τους». Για τον κλάδο των Θεολόγων οι έδρες και περιφέρειες των Σχολικών Συμβούλων καθορίζονται ως ακολούθως:



ΚΛΑΔΟΣ ΠΕ01 – ΘΕΟΛΟΓΩΝ (18)

1. Μία (1) θέση Σχολικού Συμβούλου με έδρα την Καβάλα και περιφέρεια αρμοδιότητας τις περιοχές μετάθεσης Δράμας, Έβρου, Καβάλας, Ξάνθης και Ροδόπης. 
2. Δύο (2) θέσεις Σχολικών Συμβούλων με έδρα την Α΄ Δ/νση Δ.Ε. Αθήνας και περιφέρεια αρμοδιότητας τις περιοχές μετάθεσης Α΄ Αθήνας και Α΄, Β΄, Γ΄ και Δ΄ Δωδεκανήσου.
3. Μία (1) θέση Σχολικού Συμβούλου με έδρα τη B΄ Δ/νση Δ.Ε. Αθήνας και περιφέρεια αρμοδιότητας τις περιοχές μετάθεσης Α΄ και Β΄ Ανατολικής Αττικής, Β΄ Αθήνας και Α΄ και Β΄ Ευβοίας.
4. Μία (1) θέση Σχολικού Συμβούλου με έδρα τη Γ΄ Δ/νση Δ.Ε. Αθήνας και περιφέρεια αρμοδιότητας τις περιοχές μετάθεσης Δυτικής Αττικής, Γ΄ Αθήνας και Βοιωτίας.
5. Μία (1) θέση Σχολικού Συμβούλου με έδρα τη Δ/νση Δ.Ε. Πειραιά και περιφέρεια αρμοδιότητας τις περιοχές μετάθεσης Δ΄ Αθήνας, Α΄ και Β΄ Πειραιά και Α΄, Β΄, Γ΄ και Δ΄ Κυκλάδων.
6. Μία (1) θέση Σχολικού Συμβούλου με έδρα τη Μυτιλήνη και περιφέρεια αρμοδιότητας τις περιοχές μετάθεσης Α΄ και Β΄ Λέσβου, Α΄ και Β΄ Σάμου και Α΄ και Β΄ Χίου.
7. Μία (1) θέση Σχολικού Συμβούλου με έδρα την Πάτρα και περιφέρεια αρμοδιότητας τις περιοχές μετάθεσης Αιτωλοακαρνανίας, Αχαΐας και Α΄ και Β΄ Κεφαλληνίας.
8. Μία (1) θέση Σχολικού Συμβούλου με έδρα την Κοζάνη και περιφέρεια αρμοδιότητας τις περιοχές μετάθεσης Γρεβενών, Καστοριάς, Κοζάνης, Φλώρινας και Πέλλας.
9. Μία (1) θέση Σχολικού Συμβούλου με έδρα τα Ιωάννινα και περιφέρεια αρμοδιότητας τις περιοχές μετάθεσης Άρτας, Θεσπρωτίας, Ιωαννίνων και Πρέβεζας, Κέρκυρας και Λευκάδας.
10. Μία (1) θέση Σχολικού Συμβούλου με έδρα τη Λάρισα και περιφέρεια αρμοδιότητας τις περιοχές μετάθεσης Λάρισας και Α΄ και Β΄ Μαγνησίας.
11. Μία (1) θέση Σχολικού Συμβούλου με έδρα την Δ/νση Δ.Ε. Ανατολικής Θεσσαλονίκης και περιφέρεια αρμοδιότητας την περιοχή μετάθεσης Α΄ Θεσσαλονίκης, εκτός από τους καλλικρατικούς δήμους Θερμαϊκού και Θέρμης, και τους καλλικρατικούς δήμους Αμπελοκήπων − Μενεμένης, Κορδελιού − Ευόσμου και Νεάπολης − Συκεών.
12. Μία (1) θέση Σχολικού Συμβούλου με έδρα τη Βέροια και περιφέρεια αρμοδιότητας τις περιοχές μετάθεσης Β΄ Θεσσαλονίκης, εκτός από τους καλλικρατικούς δήμους Αμπελοκήπων − Μενεμένης, Κορδελιού − Ευόσμου και Νεάπολης − Συκεών, Ημαθίας και Πιερίας.
13. Μία (1) θέση Σχολικού Συμβούλου με έδρα το Κιλκίς και περιφέρεια αρμοδιότητας τις περιοχές μετάθεσης Κιλκίς, Σερρών και Χαλκιδικής και τους καλλικρατικούς δήμους Θερμαϊκού και Θέρμης.
14. Μία (1) θέση Σχολικού Συμβούλου με έδρα το Ηράκλειο και περιφέρεια αρμοδιότητας τις περιοχές μετάθεσης Ηρακλείου, Λασιθίου, Ρεθύμνου και Χανίων.
15. Μία (1) θέση Σχολικού Συμβούλου με έδρα την Κόρινθο και περιφέρεια αρμοδιότητας τις περιοχές μετάθεσης Αργολίδας και Κορινθίας.
16. Μία (1) θέση Σχολικού Συμβούλου με έδρα την Τρίπολη και περιφέρεια αρμοδιότητας τις περιοχές μετάθεσης Αρκαδίας, Λακωνίας και Μεσσηνίας, Ηλείας και Ζακύνθου.
17. Μία (1) θέση Σχολικού Συμβούλου με έδρα τη Λαμία και περιφέρεια αρμοδιότητας τις περιοχές μετάθεσης Ευρυτανίας, Φθιώτιδας και Φωκίδας, Καρδίτσας και Τρικάλων.

Κάνετε κλικ εδώ για να ανοίξετε το σχετικό ΦΕΚ με την υπουργική απόφαση 

Πηγή: http://www.esos.gr/arthra/defterovathmia-ekpaidefsi/eidisis-defterovathmia-ekpaidefsi/h-nea-y-a-me-tis-edres-kai-tis-perifereies-eyuynhs-tvn-sxolikvn-symboylvn

Θες αλήθεια να Τον συναντήσεις;


παπα-Λίβυος 

Πολλές φορές στα χείλη μας σαρκώνεται ένα έντονο παράπονο για την απουσία του Θεού από την ζωή μας.
-Μα που είναι ο Θεός; Γιατί δεν μας ακούει;
Ενώ το ερώτημα αυτό είναι λογικοφανές και στηρίζετε πάνω στην οδύνη του ανθρώπου, τα πάθη και τους καημούς του, δεν είναι πάντοτε και για όλες τις περιπτώσεις απόλυτα αληθινό.
Δηλαδή διερωτώμαι και πρώτα για τον εαυτό μου, είναι σίγουρο ότι το γλωσσικό αίτημα μας, είναι και καρδιακό; Ότι η αρθρωμένη και πολλές φορές νάρκισση επιθυμία μας είναι και πραγματική ανάγκη μας, που της δίνουμε πρωτεύοντα λόγο;
Λέμε ¨που είναι ο Θεός¨, είμαστε σίγουροι ότι θέλουμε πραγματικά να το συναντήσουμε; Γιατί η οποιαδήποτε συνάντηση έχει μέσα ένα κόστος. Είμαστε διατεθειμένοι να το αναλάβουμε; Θέλουμε ειλικρινά να σχετιστούμε με τον Θεό; Γιατί η πίστη ή η συνάντηση με τον Θεό είναι σχέση με ένα πρόσωπο, που ρεαλιστικά σημαίνει, κόστος, ρίσκο, ηρεμία αλλά και ένταση, στιγμές παρουσίας και στιγμές απουσίας, ανάταση αλλά και πτώση, χαρά και θλίψη, έρωτας και «μίσος» μα και οτιδήποτε άλλο συνεπάγεται μια ουσιαστική σχέση.
Μήπως τελικά δεν είμαστε διατεθειμένοι να δούμε την παρουσία του Θεού  στην ζωή μας γιατί αυτό θα μας δέσμευε ή θα μας έβαζε μπροστά σε σημαντικά υπαρξιακά διλλήματα και αποφάσεις; Άραγε θέλουμε να αναλάβουμε τις ευθύνες που δημιουργεί αυτή η συνάντηση μαζί Του; Είμαστε έτοιμοι να αφήσουμε συνήθεις παγιωμένες και αυτοκαταστροφικές νοοτροπίες ; Θέσεις και ρόλους μέσα από τους οποίους έχουμε παιδιόθεν εκπαιδευτεί να επιβιώνουμε. π.χ το παιγνίδι του «ισχυρού» που απειλεί και τρομοκρατεί τους άλλους για να παίρνει δύναμη επιβολής και να έρθουμε στην ταπείνωση του Χριστού; Μπορούμε να εγκαταλείψουμε τον ρόλο π.χ. του «θύματος» μέσα από το οποίο κερδίζουμε συμπάθειες και βλέμματα; Να αφήσουμε ίσως την θέση του «παιδιού» και να ενηλικιωθούμε, άρα να αναλάβουμε τις ευθύνες της ζωής μας εγκαταλείποντας την θέση του προστατευόμενου που οι πάντες τον υπηρετούν και τον προσέχουν;
Ίσως λοιπόν σε βαθύτερο επίπεδο πέραν των λεκτικών κορόνων και των συναισθηματισμών να μην είμαστε έτοιμοι για μια τέτοια συνάντηση. Το χειρότερο; τελικά στην πραγματικότητα να επιζητούμε την συνάντηση με ένα Θεό κατά εικόνα και καθ ομοιωσιν μας που θα ικανοποιεί απόλυτα τις αυτοκαταστροφικές και εγωτικές μας ψευδοανάγκες, μα όχι τον Θεό Πατέρα που μας αποκάλυψε ο Χριστός.
 Το λέω αυτό, γιατί πολλές φορές δεν είμαστε έτοιμοι και ειλικρινείς για αυτή την συνάντηση για αυτή την ουσιαστική σχέση. Και τότε ενεργοποιούνται άμυνες που δεν μας αφήνουν ούτε να δούμε μα ούτε και να ακούσουμε την λεπτή σαν αύρα φωνή του Θεού.

Πηγή: http://plibyos.blogspot.gr/2014/02/blog-post_26.html

«Η πρόληψη του εκφοβισμού και της βίας για ένα σύγχρονο, ανθρώπινο και δημοκρατικό σχολείο», Πέμπτη 6 Μαρτίου 2014, Κέντρο Διάδοσης Ερευνητικών Αποτελεσμάτων (ΚΕ.Δ.Ε.Α) ΑΠΘ - Παιδαγωγική Σχολή

 

Αλβανίας Αναστάσιος: Οικουμένη – Πίστη – Πολιτισμός

Ομιλία εκφωνηθείσα κατά την εκδήλωση της Αποστολικής Διακονίας για την παρουσίαση του συγγραφικού έργου του Αρχιεπ. Τιράνων & πάσης Αλβανίας (24-2-2014)


Ευχαριστώ εκ βάθους ψυχής τον πεφιλημένο εν Χριστώ Αδελφό Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο, τον Θεοφιλέστατο Επίσκοπο Φαναρίου κ. Αγαθάγγελο, Γενικό Διευθυντή της Αποστολικής Διακονίας, τη Συντονίστρια κα Μαρία Αντωνιάδου, Πρόεδρο της ΕΣΗΕΑ, και τους εκλεκτούς ομιλητές της αποψινής εκδηλώσεως. Επίσης, θέλω να εκφράσω θερμές ευχαριστίες προς όλους τους παρόντες στην εκδήλωση αυτή, για τα φιλικά σας αισθήματα.
Αναλογιζόμενος την πνευματική μου πορεία, στην οποία έγιναν προηγουμένως ευγενέστατες αναφορές, θα έλεγα λιτά ότι κατά την επιστημονική και εκκλησιαστική διακονία προσπάθησα, με όσες δυνάμεις χάρισε ο Θεός, να ζήσω το νόημα της καθολικότητος και οικουμενικότητος της Εκκλησίας μας. Και συγχρόνως, να συμβάλω στο άνοιγμα του ορίζοντος της αποστολικής μας ευθύνης στον σύγχρονο κόσμο. Όχι μόνο με συγγραφικό έργο, αλλά και με μαρτυρία ζωής. Με τη βεβαιότητα ότι “το μυστήριον του θελήματος αυτού” (του Θεού) είναι “εις οικονομίαν του πληρώματος των καιρών, ανακεφαλαιώσασθαι τα πάντα εν τω Χριστώ” (Εφεσ. 1:10).
Το τρίπτυχο οικουμένη, πίστη, πολιτισμός, καθόρισε τις προσπάθειές μου. Με τη βεβαιότητα ότι, στην Ορθόδοξη παράδοση και σκέψη, όλα κινούνται σε παγκόσμια προοπτική. Από τη δημιουργία του κόσμου, με την οποία αρχίζει η Αγία Γραφή, έως το όραμα του νέου ουρανού και της νέας γης, με το οποίο η Αποκάλυψη τελειώνει.
Για την καταγραφή του Ευαγγελίου και κατά την πρώτη φάση διαδόσεώς του στην τότε γνωστή οικουμένη, χρησιμοποιήθηκαν η ελληνική γλώσσα και γενικώτερα ο ελληνικός πολιτισμός. Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του πολιτισμού αυτού υπήρξε η οικουμενικότητα, που καλλιεργήθηκε πολύτροπα από την ελληνική φιλοσοφία, την επιστήμη, την τέχνη, τη γλώσσα.
Στην εποχή μας, η οικουμενική συνείδηση αναδευεται ολοένα και ζωηρότερα στην ψυχή των ανθρώπων. Το ενδιαφέρον για τα γενικά προβλήματα της οικουμένης δεν θεωρείται πλέον ζήτημα φιλοσοφικού στοχασμού, αλλά ανάγκη για ένα σωστό προσανατολισμό στη ζωή. Είναι αδιανόητο σήμερα να ενεργήσει κανείς σωστά, σε οποιαδήποτε σφαίρα –οικονομική, πνευματική, πολιτιστική, θρησκευτική, αν δεν βλέπει τη ζωή μέσα σε παγκόσμια προοπτική.
2. Ο πολιτισμός εξάλλου αποτελεί μια νίκη του ανθρώπου επάνω στις σκοτεινές πλευρές του εαυτού του και της κοινωνίας, μια υπέρβαση της απλής βιολογικής υποστάσεώς του. Πρόκειται για μια ενσυνείδητη ενέργεια του ανθρώπου να προσδιορίσει και να ρυθμίσει τη ζωή του και τον φυσικό του περίγυρο. Όπως διευκρινίζει ο Max Weber , πρόκειται για “διάφορες κατά βαθμό και τρόπο πραγματώσεις των ανθρωπίνων δυνατοτήτων ”. Κατά τον ’γγλο, πάντως, ιστορικό Α. Toynbee , οι σημαντικώτεροι πολιτισμοί αναπτύχθηκαν με βάση το “Ιερό”, δηλαδή την εμπειρία του Θείου.
Όταν η χριστιανική πίστη συναντά έναν πολιτισμό, ακολουθούν κατά κανόνα τα εξής: Πρώτον, αποδοχή όσων στοιχείων εναρμονίζονται με το μήνυμα του Ευαγγελίου. Δεύτερον, κριτική απόρριψη στοιχείων τα οποία είναι ασυμβίβαστα. Τρίτον, μετάγγιση νέου αίματος, νέου πνεύματος που γονιμοποιεί ό,τι είναι θετικό. Ιδιαίτερα η συνάντηση της χριστιανικής πίστεως με τον ελληνικό πολιτισμό προσέφερε, μεταξύ των άλλων: α) Την αποκάλυψη της δυναμικής της ελευθερίας και της αγάπης μέσα στην ιστορία· β) Την πίστη σε κάτι που εκ πρώτης όψεως φαίνεται λογικά αδύνατο· κάτι που οδήγησε στη γενικώτερη αναζήτηση της αλήθειας -και της επιστημονικής- πέρα από τα φαινόμενα και την απλή αναγκαιότητα· γ) Την αγωνιστική διάθεση για την αυθυπέρβαση στον πνευματικό βίο, η οποία αναδιπλώνει όλες τις ανθρώπινες δυνάμεις σε μια συνεχή μεταμορφωτική πορεία.
3. Τον πρώτο καιρό, 1958-1968, που αρχίσαμε να μιλούμε για τη λησμονημένη εντολή “Πορευθέντες ουν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη” (Ματθ. 28:19), ο λόγος φαινόταν σε πολλούς ρομαντικός, ανεδαφικός. Το γεγονός αυτό μας οδήγησε σε μια σειρά δοκιμίων και μελετών για να στηριχθεί θεολογικά η νέα προσπάθεια. (Αυτές αποτέλεσαν τη συλλογή “Ιεραποστολή στα ίχνη του Χριστού). Συγχρόνως, δημοσιεύσαμε ορισμένες ιστορικές μελέτες για να επισημανθεί ότι η ανά τον κόσμο Ιεραποστολή υπήρξε ανά τους αιώνες έργο της Εκκλησίας. (Τα ιστορικά αυτά κείμενα εκδόθηκαν στον τόμο “ Έως εσχάτου της γης”).
Κατά την αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για την Εξωτερική Ιεραποστολή, εκτός από τον θεολογικό στοχασμό που τη συνόδευσε, επιμείναμε στον σεβασμό της πολιτιστικής και θρησκευτικής παραδόσεως των λαών, προς τους οποίους θα απευθυνόταν η Ορθόδοξη μαρτυρία. Αυτός εκφράσθηκε με σοβαρή μελέτη των παραδοσιακών θρησκευτικών πεποιθήσεων. Καρπός αυτής υπήρξαν οι θρησκειολογικές μελέτες για την αφρικανική και ασιατική θρησκευτικότητα καθώς και η σπουδή του Ισλάμ (Στον τόμο “Στην Αφρική” δημοσιεύονται μερικές).
4. Κύριο πεδίο της επιστημονικής μου εργασίας αποτέλεσε η σπουδή του φαινομένου της θρησκείας στις παγκόσμιες διαστάσεις του. Αυτή η ενασχόληση δεν περιορίσθηκε απλώς στη μελέτη ειδικών έργων σε βιβλιοθήκες της Ευρώπης, αλλά συνδέθηκε με επιτόπια έρευνα στην Αφρική και ερευνητικά ταξίδια σε διάφορες χώρες όπου επικρατούν άλλες θρησκείες (σχετικές μελέτες εκδόθηκαν σε αυτοτελή βιβλία).
Παράλληλα με τη θρησκειολογική ενασχόληση, κατά τη συμμετοχή μου στην Οικουμενική Ιεραποστολική αναζήτηση, προσπάθησα να καταθέτω, όπου οδηγούσε ο Θεός τα βήματά μου, την Ορθόδοξη εμπειρία για τις παγκόσμιες διαχρονικές συνέπειες του Σταυρού και της Αναστάσεως, επιδιώκοντας κατά το δυνατόν τον συνδυασμό στοχασμού και άμεσης αποστολικής μαρτυρίας.
5. Στην πρώτη φάση της αναζωπυρώσεως του ενδιαφέροντος για την “Εξωτερική Ιεραποστολή”, ο τοπικός προσδιορισμός “έως εσχάτου της γης” παρέπεμπε κυρίως σε έννοιες γεωγραφικές: τα βάθη της Αφρικής ή της Ασίας. Ποτέ δεν είχα αναλογισθεί ότι τα “έσχατα της γης” θα μπορούσαν να είναι γεωγραφικά τόσο κοντά, δίπλα στα σύνορά μας, στην Αλβανία, εκεί που είχαν σταυρώσει με πάθος τον Χριστό και τον είχαν θαμμένο επί 23 χρόνια. Εκεί όπου ένα σκληροτράχηλο καθεστώς έσυρε τη χώρα, κοινωνικά και πνευματικά, στο έσχατο σημείο. (Στο ιεραποστολικό έργο σ᾽ αυτή τη χώρα είναι αφιερωμένα τα βιβλία: Στην Αλβανία - Σταυρός και Ανάσταση” και “Η ανασύσταση της Ορθοδόξου Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Αλβανίας, 1991-2012”. Περισσότερα γι᾽ αυτόν τον αγώνα, θα δούμε στο 10λεπτο DVD που ακολουθεί).
* *
Συνοπτικά: Η Ορθόδοξη κατανόηση και βίωση του χρέους μας, τόσο σε τοπική όσο και σε οικουμενική διάσταση, αποτελούν αίτημα της σύγχρονης Ορθοδοξίας. Κάθε μορφή πολώσεως μεταξύ των δύο, τοπικότητος και οικουμενικότητος, οδηγεί σε μια λανθασμένη πνευματικότητα, η οποία τελικά παραποιεί το Ορθόδοξο φρόνημα. Το ζητούμενο είναι, πως η διάδοση του Ευαγγελίου στην οικουμένη θα είναι το όραμα που θα μας εμπνέει στην επιτέλεση του χρέους μας, εκεί όπου μας έχει οδηγήσει το θέλημα του Θεού. Και πως θα συμμετέχουμε ενεργητικά, με τη σκέψη, με την προσευχή, με την πρακτική συμβολή μας, στη βίωση του παγκοσμίου αυτού οράματος, μέσα στις τοπικές Εκκλησίες.
Η οικουμενική συνείδηση της Ορθοδοξίας προσφέρει έμπνευση και δύναμη για την ορθή αντιμετώπιση των νέων τοπικών και παγκοσμίων συνθηκών. Τούτο δεν σημαίνει λιγώτερο ενδιαφέρον για το άμεσο και το τοπικό στο οποίο ζούμε.Υπάρχει πάντοτε η συνδυαστική δυνατότητα, όπως την ορίζει η τελευταία εντολή του Κυρίου (Πραξ. 1:8). “Και έσεσθέ μοι μάρτυρες εν τε Ιερουσαλήμ και εν πάση τη Ιουδαία και Σαμαρεία και έως εσχάτου της γης” (και εν Ελλάδι, και εν Ευρώπη, και Αφρική, και Αμερική, και σε όλο τον κόσμο). Με αποδοχή του νέου, του απροσδόκητου, με σύνεση και τόλμη, με πρωτοποριακή έμπνευση και έργο δημιουργικό.
 
 

Λόγος Κατηχητήριος ἐπί τῇ ἐνάρξει τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς (2014).

Ἀριθμ. Πρωτ. 138

+ Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ

ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ
ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ - ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ
ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ,
ΧΑΡΙΣ ΕΙΗ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ
ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΚΑΙ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ,
ΠΑΡ᾿ HΜΩΝ ΔΕ ΕΥΧΗ, ΕΥΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΩΡΗΣΙΣ

«Ἰδού νῦν καιρός εὐπρόσδεκτος, ἰδού νῦν ἡμέρα σωτηρίας»·
(Β' Κορ. 6, 2-3)

Ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ,

Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας, μᾶς συνιστᾷ αὐτήν τήν περίοδον νά στρέψωμεν τό ἐνδιαφέρον μας πρός τήν ἀληθινήν μετάνοιαν, «τό χωνευτήριον τῆς ἁμαρτίας», κατά τόν Ἱερόν Χρυσόστομον. Ἡ μετάνοια εἶναι τό πρῶτον θέμα τοῦ κηρύγματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἡ πεμπτουσία τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας.  Εἶναι τό καθημερινόν προσκλητήριον τῆς Ἐκκλησίας πρός ὅλους μας.

Παρά ταῦτα, πολλοί τῶν χριστιανῶν δέν ἔχομεν βιώσει πραγματικῶς τήν μετάνοιαν. Ἐνίοτε δέ θεωροῦμεν αὐτήν ὡς μή ἀφορῶσαν εἰς ἕκαστον ἐξ ἡμῶν, διότι δέν ἐρχόμεθα εἰς ἑαυτούς, δέν συνερχόμεθα καί δέν συναισθανόμεθα ὅτι ἔχομεν ὑποπέσει εἰς ποιάν τινα ἁμαρτίαν. Ἀλλ᾿ ὡς διδάσκει ὁ ἔμπειρος τῆς πνευματικῆς ζωῆς Ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σῦρος καί δογματίζουν ἐμπειρικῶς οἱ πλεῖστοι τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, «ἡ μετάνοια εἶναι ἀπαραίτητος καί εἰς τούς τελείους». Καί τοῦτο διότι μετάνοια δέν εἶναι μόνον ἡ μεταμέλεια διά τάς ἁμαρτίας μας καί ἡ συνακόλουθος ἀπόφασις νά μή ἐπαναλάβωμεν αὐτάς ἀλλά καί ἡ ἀλλαγή τῶν ἀντιλήψεών μας πρός τό ἀγαθώτερον, ὥστε νά ἐπέρχεται μία διαρκής βελτίωσις τῶν ἀντιλήψεών μας περί τοῦ Θεοῦ καί τοῦ κόσμου, αὔξησις τῆς ἀγάπης καί τῆς ταπεινώσεως, τῆς καθάρσεως καί τῆς εἰρήνης.

Ὑπ᾿ αὐτήν τήν ἔννοιαν ἡ μετάνοια εἶναι πορεία ἀτελεύτητος πρός τήν τελειότητα τοῦ Θεοῦ, πρός τήν ὁποίαν ὀφείλομεν νά τείνωμεν καί νά κινούμεθα συνεχῶς. Ἐπειδή δέ ἡ τελειότης τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄπειρος, ἡ πορεία μας πρός τό καθ᾿  ὁμοίωσιν αὐτῆς εἶναι ἐπίσης ἄπειρος καί ἀτελεύτητος. Πάντοτε ὑπάρχει ἐπίπεδον τελειότητος ἀνώτερον ἐκείνου εἰς τό ὁποῖον εὑρισκόμεθα ἑκάστοτε καί διά τοῦτο πάντοτε πρέπει νά ἐπιζητοῦμεν τήν πρόοδόν μας τήν πνευματικήν καί τήν μεταμόρφωσίν μας, ὡς προτρέπει καί ὁ μέχρι τρίτου οὐρανοῦ ἀναβάς καί θεασάμενος μυστήρια ἄρρητα Ἀπόστολος Παῦλος, γράφων: «Ἡμεῖς δέ πάντες ἀνακεκαλυμμένῳ προσώπῳ τήν δόξαν Κυρίου κατοπτριζόμενοι τήν αὐτήν εἰκόνα μεταμορφούμεθα ἀπό δόξης εἰς δόξαν, καθάπερ ἀπό Κυρίου Πνεύματος». (Β' Κορ. 3, 18).

Ὅσον καθαίρεται ὁ ἐσωτερικός μας κόσμος, ὅσον περισσότερον καθαρίζεται ὁ πνευματικός ὀφθαλμός μας, τόσον καθαρώτερον βλέπομεν τόν ἑαυτόν μας καί τά πάντα καί αὐτή ἡ ἀλλαγή, αὐτή ἡ βελτίωσις τῆς θεάσεως τῶν πραγμάτων τοῦ κόσμου καί τῆς πνευματικῆς καταστάσεως τοῦ ἑαυτοῦ μας, συνιστᾷ μετάνοιαν, μίαν δηλονότι νεωτέραν καί βελτιωμένην κατάστασιν τοῦ πνεύματός μας, ἐκείνης εἰς τήν ὁποίαν εὑρισκόμεθα μέχρι τοῦδε. Ὑπ᾿ αὐτήν τήν ἔννοιαν, ἡ μετάνοια εἶναι ἡ βασική προϋπόθεσις τῆς πνευματικῆς προόδου καί τῆς ἐπιτεύξεως τοῦ καθ᾿  ὁμοίωσιν πρός τόν Θεόν τῆς ὑπάρξεώς μας.

Ἡ μετάνοια, βεβαίως, διά νά εἶναι πραγματική, πρέπει νά συνοδεύεται καί ἀπό ἀναλόγους καρπούς, ἰδίᾳ δέ ἀπό τήν συγχώρησιν τῶν συνανθρώπων μας καί τήν πρός αὐτούς ἀγαθοεργίαν. Ἡ ἐξ ἀγάπης πρός τόν συνάνθρωπον κίνησις τῆς καρδίας μας πρός τήν ἀποδοχήν αὐτοῦ καί τήν κατά τό ἐφικτόν κάλυψιν τῶν ἀναγκῶν του, ἀποτελεῖ βασικόν στοιχεῖον τῆς εἰλικρινοῦς μετανοίας. Ἡ ὁδός, ἄλλωστε, τῆς μετανοίας εἶναι ἁμαρτημάτων κατάγνωσις καί ἐξομολόγησις αὐτῶν, τό μή μνησικακεῖν, εὐχή ζέουσα καί ἀκριβής, ἐλεημοσύνη, ταπείνωσις, ἀγάπη πρός πάντας, νίκη τοῦ καλοῦ ἐπί τοῦ κακοῦ, ἀποφυγή κενοδοξίας καί ματαίας ἐπάρσεως, μαραινομένης αὐστοστιγμεί.

Τήν ἐντός τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς πάλην τῆς μετανοίας ἀποκαλύπτει «τοῦ τελώνου καί τοῦ φαρισαίου τό διάφορον....» καί καλεῖ ἡμᾶς πάντας νά «μισήσωμεν τοῦ μέν τήν ὑπερήφανον φωνήν, τοῦ δέ νά ζηλώσωμεν τήν εὐκατάνυκτον εὐχήν», προσευχόμενοι ἐκτενῶς μετά δακρύων «ὁ Θεός ἱλάσθητι ἡμῖν τοῖς ἁμαρτωλοῖς καί ἐλέησον ἡμᾶς».

Ἡ ἀρχομένη περίοδος τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς προσφέρεται, ἐν μέσῳ τῆς ἐκτεταμένης ἐπί παγκοσμίου ἐπιπέδου οἰκονομικῆς κρίσεως, διά τήν ἐκδήλωσιν τῆς ὑλικῆς καί πνευματικῆς βοηθείας μας πρός τόν συνάνθρωπον. Οὕτως ἐνεργοῦντες φιλανθρώπως καί ἐκδηλώνοντες ἐμπράκτως τήν μεταστροφήν μας, ἀπό τήν μέχρι τοῦδε ἀτομικιστικήν ἀντιμετώπισιν φαρισαϊκῶς τῆς ζωῆς πρός μίαν συλλογικήν καί ἀλτρουϊστικήν τελωνικήν ἀντιμετώπισιν αὐτῆς, θά ἔχωμεν πραγματοποιήσει μεγάλην καί ὠφελιμωτάτην μετάνοιαν καί ἀλλαγήν τοῦ τρόπου τῆς ἀτομοκεντρικῆς ἀντιλήψεως καί θά ἔχωμεν βιώσει τήν μετάνοιαν ὡς πρός μίαν κεφαλαιώδη καί ἐσφαλμένην στάσιν ζωῆς διά τῆς μεταβάσεως ἀπό τήν ἀμαρτίαν τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ καί τῆς κενοδοξίας εἰς τήν ἀρετήν τῆς φιλαλληλίας, «ζηλοῦντες τοῦ τελώνου καλῶς τήν ἠλεημένην ταπείνωσιν καί γνώμην».
 
Ἀπό τοῦ Πατριαρχικοῦ Θρόνου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, τοῦ κήρυκος καί ἐμπειρικοῦ διδασκάλου τῆς μετανοίας, εἰσερχόμενοι εἰς τήν σωτηριώδη ταύτην περίοδον τῆς καθάρσεως καρδίας καί πνεύματος, ἵνα ὑποδεχθῶμεν τό Πάθος, τόν Σταυρόν, τήν Ταφήν καί τήν Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου ἡμῶν, οὐχί συμβόλοις καί λόγοις μόνον, ἀλλά ἐμπράκτως καί βιωματικῶς, μετ᾿ αὐτοῦ διαχρονικῶς προτρεπόμεθα καί παρακαλοῦμεν καί ἱκετεύομεν καί ἡμεῖς ὁ ἐν τοῖς διαδόχοις αὐτοῦ ἐλάχιστος: «τῆς μετανοίας ἐστί, τό καινούς γενομένους, εἶτα παλαιωθέντας ὑπό τῶν ἁμαρτημάτων, ἀπαλλάξαι τῆς παλαιότητος καί καινούς ἐργάσασθαι...ἐκεῖ γάρ τό ὅλον ἡ Χάρις ἦν».

Ἰδού, λοιπόν, ἀδελφοί καί τέκνα, ἠνέωκται ἐνώπιον ἡμῶν καιρός εὐπρόσδεκτος «τοῦ λυπεῖσθαι» καί  στάδιον ἀνανήψεως καί ἀσκήσεως ἵνα, «πρίν ἤ διαλυθῆναι τό θέατρον φροντίσωμεν τῆς ἡμῶν σωτηρίας», ἐν ἀληθεῖ καί βιωματικῇ καρδιακῇ μετανοίᾳ ἐφ᾿ οἷς «ἡμάρτομεν, ἠνομήσαμεν, ἠδικήσαμεν...οὐδέ συνετηρήσαμεν, οὐδέ ἐποιήσαμεν, καθώς ἐνετείλατο» ἡμῖν ὁ Κύριος, ἵνα «φείσηται ἡμῶν ὁ πανταχοῦ παρών καί τά πάντα πληρῶν» Χριστός ὁ Θεός, κατά τό μέγα Αὐτοῦ καί ἀνεξιχνίαστον Ἔλεος, Οὗ ἡ σωτήριος Χάρις εἴη μετά πάντων.

Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή ,βιδ´
+ Ὁ Κωνσταντινουπόλεως
διάπυρος πρός Θεόν εὐχέτης πάντων ὑμῶν
 

«Διάλογος για το Μάθημα των Θρησκευτικών: Το παράδειγμα του Νέου Προγράμματος Σπουδών»

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ

Το ΕΠ.Ε.Σ., ο Διευθυντής και
ο Σύλλογος Διδασκόντων του
Πρότυπου Πειραματικού Γυμνάσιου Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης,
καλεί τους καθηγητές θεολόγους, τους γονείς των μαθητών και κάθε άλλον ενδιαφερόμενο

να συμμετάσχουν στην εκπαιδευτική ημερίδα με τίτλο :

«Διάλογος για το Μάθημα των Θρησκευτικών: Το παράδειγμα του Νέου Προγράμματος Σπουδών»

η οποία θα πραγματοποιηθεί στην

Αίθουσα Εκδηλώσεων του σχολείου μας την Τετάρτη 12 Μαρτίου 2014 και ώρα 18:00


ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΗΜΕΡΙΔΑΣ

18:00 – 18:15 Προσέλευση Κοινού

18:15 – 18:30 Χαιρετισμοί

Προεδρεύων – Συντονιστής:

Ν. Λινάρδος, Φιλόλογος, Δ/ντής ΠΠΓ Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης

18:30 – 18:45 Το blogging και το ΜτΘ

Ομάδα Μαθητών / Γ. Καπετανάκης, καθηγητής θεολόγος, ΠΠΓΕΣΣ

18:45 – 19:00 Τρία χρόνια εμπειρίας σ’ ένα πιλοτικό σχολείο

Α. Αλεξανδρή , καθηγήτρια θεολόγος, 1ο Γυμν. Αχαρνών

19:00-19:15 Το μέλλον του ΜτΘ. Κριτική στη θεωρία και πράξη των νέων Προγραμμάτων Σπουδών

Μ. Κουκουνάρας – Λιάγκης, Λέκτορας Διδακτικής της Θεολογικής Σχολής, ΕΚΠΑ

19:15 – 19:30 Κριτικές παρατηρήσεις και προτάσεις επί των νέων προγραμμάτων σπουδών στα θρησκευτικά

Ε. Πονηρός Σχ. Σύμβουλος Θεολόγων Πειραιά

19:30 – 19:45 Tο μάθημα των Θρησκευτικών με το νέο Πρόγραμμα Σπουδών

Βαλλιανάτος Ά. Σχ. Σύμβουλος Θεολόγων Β΄ Αθήνας
 

Ορθόδοξη θεολογία και το πρόβλημα της χειροτονίας των γυναικών

Του ομότιμου καθηγητή του Τμήματος Θεολογίας Πέτρου Βασιλειάδη

H Ορθόδοξη Εκκλησία εδώ και αρκετές δεκαετίες έχει διατυπώσει με το περίφημο διορθόδοξο συνέδριο της Ρόδου το 1988 μια πάγια θεολογική θέση γύρω από το ζήτημα της χειροτονίας των γυναικών. Προσφάτως, όμως, η αναθεώρηση των απόψεων του Μητροπολίτου Διοκλείας Καλλίστου Ware, του πρώτου σύγχρονου Ορθόδοξου θεολόγου που διατύπωσε συστηματικά θεολογικές απόψεις για το θέμα αυτό, οι μελέτες της Elizabeth Behr-Sigel, αλλά και παλαιότερα του Ορθοδόξου δογματολόγου αειμνήστου Νικολάου Ματσούκα, όπως και ορισμένες διδακτορικές διατριβές και μεταδιδακτορικές μονογραφίες Ορθοδόξων επιστημόνων, όπως του Κ. Γιοκαρίνη και της Μαρίας McDowell, έχουν κάνει επιτακτική την ανάγκη καλύτερης θεολογικής τεκμηρίωσης της επίσημης θέσης της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Απευθυνόμενος στην αγγλικανική κοινωνία κατά τη διάρκεια του τακτικού συνεδρίου της στο Λάμπεθ πριν από αρκετά χρόνια, εκπροσωπώντας το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ο Μητροπολίτης Περγάμου επέστησε την προσοχή όλων, ότι η λύση στο ακανθώδες αυτό πρόβλημα που ταλανίζει τον χριστιανικό κόσμο και έχει διαιρέσει καθέτως και οριζοντίως τις διάφορες χριστιανικές ομολογίες δεν μπορεί να βρεθεί ούτε με βάση επιχειρήματα από την κοινωνική εξέλιξη (arguments from sociology) ούτε με βάση επιχειρήματα από την παράδοση (arguments from tradition). Αυτό που χρειάζεται είναι κυρίως θεολογικά επιχειρήματα. Είναι, ως εκ τούτου, αναγκαία εκ νέου μια σε βάθος θεολογική ανάλυση του όλου θέματος. Στη βάση αυτής της προβληματικής εργάζεται εδώ και αρκετούς μήνες, στα πλαίσια των δραστηριοτήτων του Κέντρου Οικουμενικών, Ιεραποστολικών και Περιβαλλοντικών Μελετών «Μητρ. Παντελεήμων Παπαγεωργίου», διεθνές μεταπτυχιακό/μεταδιδακτορικό σεμινάριο με θέμα: «Χειροτονία των γυναικών και Ορθόδοξη θεολογία», που συντονίζουμε από κοινού με την κ. Νίκη Παπαγεωργίου. Το σεμινάριο αποσκοπεί στην εξέταση σε βάθος όλων των θεολογικών επιχειρημάτων, τόσο υπέρ όσο και κατά της δυνατότητας συμμετοχής των γυναικών στην μυστηριακή ιερωσύνη. Στόχος του δεν είναι να διατυπώσει θέσεις υπέρ ή κατά της χειροτονίας των γυναικών, αλλά να παράσχει στην Ορθόδοξη Εκκλησία και την παγκόσμια χριστιανική κοινότητα την αυθεντική θεολογική (και όχι μόνο κοινωνιολογική ή παραδοσιακή, δηλαδή νομοκανονική) τεκμηρίωση του θέματος.

Οι πρώτες συναντήσεις αυτού του σεμιναρίου ήταν εισαγωγικές με θέματα όπως: Μάρθα και Μαρία ως μοντέλα χριστιανικής μαρτυρίας (Ν. Παπαγεωργίου), το θέμα της χειροτονίας των γυναικών στο ΠΣΕ (Δ. Κούκουρα), η θέση της γυναίκας στον Απ. Παύλο (Ε. Αδαμτζίλογλου), ο ρόλος των γυναικών στην Κ.Δ., την Εκκλησία και τον οικουμενικό διάλογο (Ε. Κασσελούρη), βία κατά των γυναικών και ιερωσύνη (Ν. Αθανασοπούλου), η χειροτονία των γυναικών και η κοινωνιολογική και θρησκειολογική τυπολογία της υποταγής της γυναίκας (Χ. Αρβανίτης), Η περίπτωση της Μαρίας Μαγδαληνής και η χειροτονία των γυναικών (Αικ. Δροσιά), ο ρόλος των αιρέσεων στη διαμόρφωση της πατερικής διδασκαλίας για τις γυναίκες (Ε. Βουλγαράκη), η προβληματική της Καθολικής Εκκλησίας από την εγκύκλιο του 1975 μέχρι την τελευταία συνέντευξη του Πάπα Φραγκίσκου (Δ. Κεραμιδάς), και ο θεολογικός προβληματισμός του Ν. Ματσούκα (Μ. Χατζηαποστόλου) Βλ. εδώ.

Από την Δευτέρα, 17 Φεβρουαρίου, άρχισε σε διαδικτυακή μορφή η ουσιαστική θεολογική εξέταση του θέματος με την εισήγηση του Δρ. του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ κ. Κ. Γιοκαρίνη με θέμα «Το έμφυλο και το άφυλο του σαρκωθέντος Χριστού». Ο κ. Γιοκαρίνης παρουσίασε συνοπτικά τα ευρήματα της ομότιτλης μεταδιδακτορικής του εργασίας, δηλώνοντας ξεκάθαρα, πως το ζήτημα της χειροτονίας των γυναικών δεν πρέπει να τίθεται στη βάση της διεκδίκησης δικαιωμάτων εξαιτίας των κατακτήσεων των μελών των σύγχρονων κοινωνιών, αλλά ως αίτημα για την εξεύρεση πειστικής θεολογικής απάντησης με βάση την αγιοπνευματική αυτοσυνειδησία της Εκκλησίας.

Όπως υποστήριξε, το θέμα του φύλου δεν έγινε αντικείμενο θεολογικού προβληματισμού και αντιπαραθέσεων κατά την περίοδο της αρχέγονης Εκκλησίας, αλλά προσήλκυε το ενδιαφέρον της θεολογικής σκέψης κατά καιρούς, οσάκις υπήρχε αμφισβήτηση για τη θέση και το ρόλο του λαϊκού στοιχείου στην Εκκλησία γενικότερα. Σήμερα, το θέμα του φύλου έκανε την επανεμφάνισή του, με το αίτημα της εισόδου των γυναικών στη μυστηριακή ιερωσύνη, το οποίο απασχολεί σε διαφορετικό βαθμό ολόκληρο το χριστιανικό κόσμο, προσλαμβάνοντας έτσι οικουμενικό χαρακτήρα. Η ανδρώα μορφή του ενανθρωπήσαντος Θεού Λόγου υπήρξε ο κεντρικός άξονας και το βασικό επιχείρημα της κλασικής επιχειρηματολογίας για την απόρριψη του ανωτέρω αιτήματος. Η επίκληση όμως του άρρενος φύλου του σαρκωθέντος Υιού του Θεού για τον αποκλεισμό της γυναίκας από την ιερωσύνη αποτελεί υπεραπλούστευση.

Για περισσότερα στο: ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ ΔΡΩΜΕΝΑ

Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2014

ΜΝΗΜΗ ΙΩΑΝΝΗ ΦΟΥΝΤΟΥΛΗ*

Πρωτ. Βασίλειος Καλλιακμάνης

Καθηγητής Τμήματος Θεολογίας Α.Π.Θ.

Ἡ ἀναφορά στή ζωή καί τό ἔργο ἀνθρώπων τοῦ πνεύματος πού διακόνησαν ἀ­­­θό­ρυβα τήν Ἐκ­κλησία, τή θεολογία καί τήν κοινωνία καθί­στα­ται δύσκολη. Ἀφενός ὑπάρχει ὁ κίνδυνος τῆς ὑπερβολῆς καί ἀ­φε­τέ­ρου τῆς ἔλλειψης. Τό ἦθος ὅμως τοῦ ἀκαδημαϊκοῦ διδασκάλου Ἰωάννη Φου­ντού­λη (1927-2007) δέν ἀφήνει περιθώρια γιά ἀκρό­τη­τες. Ἐ­μ­π­νέει καί μετά τό θάνατό του τήν ἀριστοτελική μεσότητα καί τό μέτρο. Ἀναρωτιέμαι, τί θά σκέπτεται ἡ ἁγία του ψυχή βλέποντάς μας νά ὁμιλοῦμε τόσοι ἄν­θρω­ποι γιά τό πρόσωπο καί τό ἔργο του ἐπί δύο ὁλόκληρες ἡμέρες; Πάντως, ἐάν εἴχαμε τή δυνατότητα νά τόν ρω­τή­σουμε, εἶμαι βέβαιος, ὅτι θά μᾶς γλυκομάλωνε καί θά μᾶς ἀποθάρρυνε. Ὅμως, θέλω νά πιστεύω ὅτι  ἡ ἁπλή του καρδιά, πού πή­γαζε ἀπό μιά αὐ­θε­­ντι­κή προσωπικότητα καί ἔκρυβε τήν πα­ρα­δο­σιακή του αρχοντιά, θά συγχωρέσει τίς ὑπερβολές μας. Ὅσοι τόν γνώρι­σαν, συν­εργά­σθηκαν ἤ μα­θή­τευσαν κοντά του θά ἐνθυ­μοῦ­νται τόν τα­πει­νό ἄν­θρω­πο, τόν πολύτιμο συ­νερ­­γά­τη, τό σοφό δι­δά­σκα­λο.

 Τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο προσέβλεψε στό πρόσωπό του καί τοῦ ἀπέ­νει­με τό ὀφφίκιο τοῦ Ἄρχοντος Χαρτουλαρίου, ἐνῶ ἀπό τό 1989 καί γιά μιά δε­κα­πενταετία τοῦ ἐμπιστεύθηκε τή Διεύθυνση τοῦ Πατριαρχικοῦ Ἱδρύ­­μα­τος Πατερικῶν Μελετῶν στή Θεσσαλονίκη, τό ὁποῖο διακόνησε μέ συ­νέπεια, ἐνῶ τό 1994 ἀνέλαβε τήν εὐθύνη γιά τήν ἐπανέκδοση τοῦ περιο­δι­κοῦ «Ὀρθοδοξία». Τότε μέ κάλεσε κοντά του ὡς «συνεργάτη παρ΄ αὐτῶ», ὅπως ἔγραφε τό Πατριαρχικό Γράμμα, γιά νά ἐπιμεληθοῦμε τήν ἔκδοση τῆς «Ὀρθοδοξίας». Παρά τούς κόπους, ἰδιαίτερα κατά τόν πρῶτο καιρό καί μέχρι νά κυκλοφορήσουν τά πρῶτα τεύχη τοῦ περιοδικοῦ, ἡ συνεργα­σία αὐτή ἀποτέλεσε γιά μένα πηγή ἔμπνευσης σέ πολλά ἐπίπεδα.    

Ὁ μακαριστός Ἰωάννης Φουντούλης ἀγαποῦσε τούς βυζαντινούς να­ούς τῆς Θεσσαλονίκης καί ἰ­διαί­τερα τό κα­θο­λι­κό τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Βλατάδων. Ἐκεί ἐκ­κλη­σια­­­ζόταν συχνά, ἐπι­λέ­γοντας τό στα­σίδι πλάι στό δεξιό χορό, ἐνῶ κατά τή διάρ­κεια τῶν ἱερῶν ἀ­κο­­λου­θιῶν κανο­ναρ­χοῦσε χαμηλωφώνως καί ἰσοκρατοῦσε μετέχοντας «ἐν πνεύματι καί ἀληθεία» (Ἰωάν. 4,23)  στή θεία λατρεία. Ἦ­­ταν ἐνεργό μέ­λος τῆς Συ­νο­δικῆς Ἐ­πι­τρο­πῆς Λειτουργικῆς Ἀ­να­­­γεν­­νήσεως τῆς Ἐκ­κλη­σίας τῆς Ἑλ­­λάδος καί ὑπῆρξε ἡ ψυχή τῶν ὀκτώ Λει­τουργικῶν Συ­μπο­σίων πού ὀργα­νώθηκαν ἀπό αὐτή, ἐνῶ χαιρόταν ὅταν ἔβλεπε νά ἐκδίδονται τά πρα­κτικά μέ τίς εἰση­γή­σεις τῶν Συμποσίων αὐτῶν. Ἀνάλογα συ­νέδρια ὀργάνωνε σέ συνερ­γασία μέ τήν Ἱερά Μητρό­πο­λη Δράμας στό Μοναστήρι τῆς Εἰκοσι­φοί­νισσας.

Ἐνδεικτικά τοῦ λει­τουργικοῦ ἤθους καί τῆς «συντετριμένης καρ­δί­ας» του στό ἀπόγειο τῆς διεθνοῦς ἀναγνώρισης τοῦ ἔργου του εἶναι ὅσα εἶπε μεταξύ ἄλλων στήν τιμητική γι αὐτόν βρα­διά στό Βελιγράδι στις 7 Μαΐου 2003. Παραθέτουμε ἕνα ἀπόσπασμα ἀπό τήν ὁμιλία του πού ἀποτελεῖ μάθημα ταπείνωσης: «Εὐλο­γητός ὁ Θεός, ὁ ἐγείρων ἀπό γῆς πτω­χόν καί ἀπό κοπρίας ἀνυψῶν πένητα, τοῦ καθίσαι αὐτόν μετά ἀρχό­ντων, μετά ἀρχόντων λαοῦ αὐτοῦ» (Ψαλμ. 112,7-8). Καί λίγο πιό κάτω «Ἐγώ δέ εἰμί γῆ καί σποδός (Γέν. 18,27). Ἐπ΄ ἀληθείας καί μέ ὅλην τήν αἴ­σθη­σιν τοῦ βάρους τῶν λέξεων μετά τοῦ προπάτορος ἐπα­ναλαμ­βάνω·  γῆ καί σποδός...». Καί συνεχίζει: «Κατά τά κρατοῦντα ἀ­κα­δη­μαϊ­κά ἤθη, ὁ ἀπολαμβάνων μιᾶς ἀ­κα­δημαϊκῆς ὑψί­στης τιμῆς... ἀνα­πτύσσει διὀ­λί­γων θέ­μα, τῆς εἰδικότητός του βεβαίως, κατά τό δυνατόν δέ ἐνδια­φέ­ρον τήν ἐκλε­κτήν ὁ­μή­­γυριν. Μακράν ἀπό ἐμέ νά διδάξω θεοδιδάκτους ἀδελφούς καί πατέρας ἤ ἔ­στω νά εἴ­πω κοινότυπα πράγματα, ὁμιλῶν ὡς πρός ἀγνοοῦντας ἤ ἔστω ἀτελῶς γνω­ρί­ζο­ντας. Ἐ­­σκέφθην ὅτι, τί ἄλλο τι­μᾶ­τε εἰς ἐμέ, εἰ μή τόν ἀ­κα­δη­μαϊκόν διδάσκαλον, πού κατά τό ἔλεος καί κατ ἀνοχήν Θε­οῦ καί παρά τήν Κυριακήν ἀπα­γόρευσιν (“μηδέ κληθῆτε καθηγηταί, εἷς γάρ ὑμῶν ὁ καθηγητής, ὁ Χρι­στός”, Ματθ. 23,10), ἀντε­ποι­ή­θη τοῦ ἔργου τῆς διδα­σκαλίας ἐπί μα­κρά ἔτη, μίαν ὁλό­κληρον ζωήν. Ηὐδόκησε δέ ὁ χο­ρηγός τῆς ζωῆς αἱ ἡμέραι τῶν ἐτῶν μου νά φθάσουν τό βιο­λο­γικόν ὅριον τοῦ Ψαλμωδοῦ, (“αἱ ἡμέραι τῶν ἐτῶν ἡμῶν ἐν αὐτοῖς ἑβδομήκοντα ἔτη”, Ψαλμ. 89,10) καί “ἐν δυνα­στείαις”, (κατά τό δυνατόν καί κατά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ), νά ὑπε­ρ­βαίνουν τό ὅριον ἐκεῖνο... Μή ἔχων δέ λόγον δι οὐδέν ἄλλον πεδίον καί «θέμα μόνον τῆς ζωῆς μου», τῆς μελέτης μου, τῶν ἐρευνῶν, τῆς οἱασδή­ποτε ποι­ό­τητος συγ­γρα­­φῆς καί τῆς καθ οἱονδήποτε τρόπον προσφερο­μέ­νης ἀκα­δη­μαϊκῆς ἤ ἄλ­λης «τάχα καί» διδα­σκα­λίας μου... ἐπιλέξας τόν κλάδον τῆς ἐπι­στήμης τῆς λα­τρείας...ἐνόμισα χρή­σιμον ...νά καταστήσω κοινωνούς, οἱονεί ἐν δη­μοσίᾳ ἐξομο­λο­γή­σει» (Ὀρθοδοξία, τεῦχ. Δ΄, 2003, σ. 910-911).

  Πῶς νά ἐξη­γη­­θοῦν οἱ λόγοι αὐτοί; Ἀποτελοῦν ἐκφράσεις με­τριο­­φρο­­σύνης; Ἀ­πο­λογισμό μιᾶς μα­­κρᾶς καί γόνιμης διδασκαλίας; Ἀποχαι­ρε­τισμό πρός τήν ἀκα­δη­μαϊ­κή κοινότητα; Ἔκ­­­φραση πρόδηλης ἀ­­μη­χανίας ἑνός μεγάλου διδα­σκά­λου πού δέν ἐπε­δίω­ξε νά φαίνεται ὡς τέτοιος; Ἔκ­φραση ἀμη­χα­νίας μπροστά στή συνει­δη­το­ποί­ηση τῆς προσφορᾶς του καί τῆς δικαι­ο­λο­­γημένης τιμῆς πρός τό πρό­σωπό του; Ἴσως ὅλα αὐτά καί ἴσως τίποτε ἀπό αὐτά. Τό βέβαιο εἶναι ὅτι οἱ παραπάνω λόγοι, πού πολύ ἀ­πέ­χουν ἀπό τά ἀκα­δη­μαϊ­κά στερεό­τυ­πα τῆς ἀτομικῆς κομπορρημοσύ­νης, μαρτυροῦν τή βιωματική σχέση τοῦ ἀν­δρός μέ τά βιβλικά καί λειτουρ­γι­κά κεί­με­να.

Ἀσχολήθηκε ἐπί σειρά ἐτῶν μέ τό λειτουργικό ἔρ­γο τοῦ Συμεών Θεσσα­λο­νί­κης, ἐνῶ τά τελευταῖα χρόνια μετέφραζε κεί­μενά του στήν δημοτική. Ἡ γλῶσσα τῶν με­τα­φράσεων αὐτῶν εἶναι ἐμ­πνευ­σμένη· ζυ­μω­μένη μέ τό λατρευτικό λόγο καί πόρρω ἀ­πέχει ἀπό τίς τυποποιημένες μετα­φράσεις πατερικῶν κειμένων πού κυκλοφοροῦν εὐρέως. Χαρακτηρι­στικό τοῦ διδακτικοῦ καί τοῦ συγγραφικοῦ του ταλάντου εἶναι ὅτι διαλεγόταν πάντοτε ζωντανά καί χωρίς ἐπιτήδευση μέ τούς μαθητές, τούς ἱερεῖς καί τούς συναδέλφους του. Ἐνσωμάτωνε τίς ἐρωτήσεις τους στά κεί­μενά του καί μέ σαφή, λιτό καί διακριτικό τρόπο περιέγραφε τό ἐρευ­νητικό πλαίσιο ἀφήνοντας τόν συ­νο­μι­λη­­τή ἤ τόν ἀ­να­γνώστη νά ἐκμαιεύσει τήν ἀπάντηση. Ὁρισμένοι τόν κατηγοροῦν γι’ αὐτό. Θεωροῦν ὅτι εἶχε πιλάτειες θέσεις ἤ δέν ἦταν πολύ συγκεκριμένος. Αὐτό ὅμως ἦταν πού ἔκανε τή διαφορά. Ἀκολουθοῦσε τή διδακτική τῶν εὐαγγελικῶν παραβολῶν καί τήν παιδαγωγία τῶν χριστιανικῶν συμβόλων.  Νομίζω, ὅτι ὁ Φουντούλης μέ τον τρόπο του  ἔλεγε: «Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν, ἀκουέ­τω».

 Ἐ­νῶ ἦ­ταν ὄντως σοφός καί βαθύς γνώστης τῶν λει­τουργικῶν θεμάτων, θεωροῦ­σε τόν ἑαυ­­τό του πά­ντο­τε μαθητή τῆς Ἐκ­­κλησίας καί ἄκουγε μέ προσοχή ὅσα εἶχαν νά τοῦ ποῦν καί οἱ πιό ἁπλοί ἱερεῖς, τούς ὁποίους τιμοῦσε ἰδιαίτερα. Μέ τό διδακτικό καί συγ­­γρα­φικό του μόχθο κατάφερε νά κα­λύ­ψει τά ἐνδιαφέροντα τόσο τῶν ἀπαιτητικῶν καί συστη­ματι­κῶν με­λε­­τη­τῶν, θεολό­γων, ἀρχαιολόγων, μουσικολόγων, φιλολόγων, βυζαντι­νο­λό­γων, ἱστο­­­ρικῶν, νομικῶν, θρησκειολόγων κ.ἄ., ὅσο καί τοῦ εὐρύ­τε­ρου κοι­νοῦ, τοῦ κλή­ρου καί τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ.

Εἶχε βιωματική σχέση καί ἐντρυφοῦσε καθημερινά στό Ἱερόν Ψα­λτή­ριον, τό ὁποῖο θεωροῦσε βιβλίο παναθρώπινης ἀξίας καί οἰ­κου­μενικῆς ἐμβέ­λει­ας. Μεταξύ τῶν ἄλλων ἔγραφε: «Τό Ἱερόν Ψαλτήριον εἶναι τό ἀφ­θί­­του ἀξίας ὑμνολογικόν κείμενον, τό ὁποῖον συνδέει παλαιόν καί νέον Ἰσραήλ καί ὅλους διά τῶν αἰώνων τούς χριστιανούς τῆς Οἰκουμένης, οἱ ὁποῖοι διά τῶν θεοπνεύστων αὐτοῦ ψαλμῶν ὕμνησαν τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ, ἀνέπεμ­ψαν τάς πρός αὐτόν εὐχα­ρι­στίας των, ἀνέφεραν τούς πόνους καί τάς θλί­ψεις των, ἐζήτησαν τό ἔλεος καί τήν βοήθειάν του, ἐξω­μολο­γή­θη­σαν τάς ἁμαρτίας των καί ἐνα­πέ­­θεσαν εἰς αὐτόν τήν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας των. Χειραγω­γού­με­νοι δέ ἀπό τήν τυπολογικήν καί ἀνα­γω­γικήν ἑρμη­νεί­αν τῶν ἁγίων πα­τέ­ρων εἶδον εἰς τούς ψαλμούς προ­φη­τευομένην τήν ἔλευσιν τοῦ Σωτῆρος, τήν διδασκαλίαν του καί τά θαύματά του, τά πάθη καί τήν ἀνάστασίν του, τήν δόξαν καί τήν δι αὐτοῦ λύ­τρω­σιν τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων καί τήν συντριβήν τῶν ἀντιθέων δυ­νά­μεων» (Τό Ἱερόν Ψαλτήριον μετά τροπαρίων καί εὐχῶν, ἤτοι τύπος κελλιωτικῆς Ἀγρυπνίας, ἔκδ.Ἱερᾶς Μονῆς Παντοκράτορος, Ἅγιον Ὄρος 2004, σ. ιδ΄).

Ὁ Ἰωάννης Φουντούλης σεβόταν τήν παράδοση, ἀλλά φρόντιζε νά ἐ­πι­ση­μαί­νει καί τίς στρεβλώσεις στά λειτουργικά πράγματα, πού ἐπι­σώρ­ρευσε ὁ χρόνος καί ἡ ἄγνοια. Παράλληλα μέ εὔστοχο τρόπο ἐπισή­μαι­νε τούς κινδύνους ἀπό τήν ἐκκο­σμί­κευση τῆς λειτουργικῆς ζωῆς. Δίδασκε χα­ρα­κτηριστικά: «Μεταπολεμικῶς ἡ τεχνο­λο­γική ἐξέλιξη καί ἡ οἰκο­νομική εὐμάρεια ἐπέτρεψε τό κτίσιμο νέων ναῶν, τή γενί­κευ­ση τῆς χρή­σεως τοῦ ἠλεκτρικοῦ ρεύματος γιά τό φωτισμό καί τή θέρμανση τοῦ ναοῦ, τήν ἐγκα­τάσταση μεγαφώνων, τήν κατασκευή καθισμάτων…Ὅλα αὐτά κα­λά ὅταν καλῶς γίνονται. … Ἄν ὅμως γίνεται ἀλόγιστη χρήση, κατα­στρέφουν ὄχι μόνο τήν αἰ­σθη­τική του χώρου, ἀλλά καί ἐκκοσμι­κεύουν τό ναό, μετα­βάλ­λοντάς τον σέ αἴθουσα θεάτρου μέ ἄπλετο καί διασπαστικό φωτισμό, μέ ἔντονο ἐνοχλητικό ἦχο, μέ φόρτο κα­θι­σμά­των καί φόρτο καλῆς καί κακῆς τέχνης ἐπίπλων καί σκευῶν…». Τόνιζε ἀκόμη ὅτι στόν ἱερό χῶρο τῆς ἐκκλησίας, ὅπου διδάσκεται ἡ ταπείνωση, ἡ φιλοπτωχεία, ἡ λιτή ζωή, ἡ ἱεροπρεπής σεμνότητητα καί τό μέτρο δέν μπορεῖ νά κυριαρχεῖ ἡ χλιδή (χρυσός φόντος) κυρίως στίς τοιχογραφίες, ὁ «ἐκπερσισμός» τῶν ἀμφίων καί ἐν τέλει ἡ διά τῶν ἐξωτερικών μεγα­φώνων διαπό­μπευ­ση τῶν ἱερῶν μυστηρίων.

 Ἀ­­­ναφε­ρό­με­νος ὁ καθηγητής Ἰωάννης Φουντούλης σέ ὅλα αὐτά δέν ἐξω­ράϊζε τό παρελθόν, οὔτε μεμ­ψι­μοι­ροῦσε γιά τό πα­ρόν, ἀλλά ὀρθο­το­μοῦσε τήν ἀλήθεια. Πέραν τούτων ὅμως, ἀναγνώριζε τή σύγχρονη ἀνα­γέν­νηση στά λει­τουρ­γικά πράγματα ἐπισημαίνοντας τό ἔντονο ἐνδιαφέ­ρον τοῦ κλήρου καί τοῦ λαοῦ γιά τή λατρεία πού ἐκφράζεται μέ τίς ἐκ­­δό­σεις, τά συνέδρια, τίς ἐκπομπές καί τήν συχνή μετοχή μεγάλου μέρους τοῦ ἐκ­κλη­σιάματος στή θεία κοινωνία˙ πράγμα σπανιότατο σέ παλαιότερες ἐπο­χές. Ἐνῶ ἐ­πέ­­κρινε τήν παράχρηση τῶν πραγμάτων, ἔβλεπε μέ αἰσιο­δο­ξία τό μέλλον τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς λα­τρεί­ας. Καί ἀναρωτιόταν γιά ὅλα αὐτά: «Προοίμιον ἀνοίξεως; Φύτρωμα τοῦ σπόρου;». Καί εὐχόταν: «Ὁ Θεός νά δώσει».   

Τό μέγεθος τοῦ ἔργου τοῦ μακαριστοῦ καθηγητῆ δέν μπορεῖ εὔκολα νά ἀ­πο­τιμηθεῖ. Εἶναι ὅμως σίγουρο ὅτι ὅσοι θά ἀσχολοῦν­ται στό μέλλον μέ τή λειτουργική, τήν ὁμιλητική, τήν ἁ­γιολογία καί τίς « ἱερές τέχνες» εἶ­ναι ἀδύνατο νά μήν ἀναφέρονται στήν με­­γάλη προσφορά τοῦ λει­τουργιο­λόγου τῆς Ἐκ­κλη­σίας Ἰωάννη Φου­ντούλη.

*Ὁμιλία στό Διεθνές Ἐπιστημονικό Συνέδριο πρός τιμήν τοῦ καθηγητῆ Ἰωάννη Φουντούλη, Θεσσαλονίκη 20. 2. 2014.

Ο Ιωάννης Φουντούλης και η λειτουργική αναγέννηση

Η ομιλία του ομότιμου καθηγητή του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ Πέτρου Βασιλειάδη στο διεθνές συνέδριο προς τιμήν του καθηγητή Ιωάννη Φουντούλη

Μολονότι η σύντομη αποψινή μου παρέμβαση για τον επί μία δεκαετία σχεδόν στενό μου συνεργάτη και συναγωνιστή στην Ειδική Συνοδική Επιτροπή Λειτουργικής Αναγεννήσεως μακαριστό Ιωάννη Φουντούλη αναφέρεται στη λειτουργική αναγέννηση, ο ευρηματικός συνδυασμός βιβλικής και λειτουργικής θεολογίας που ανέδειξε στα «Θεολογικά Δρώμενα» ο αγαπητός μου μαθητής Μόσχος Γκουτζιούδης,[1]με αναγκάζει, ως βιβλικό θεολόγο, να ακολουθήσω την δική του περπατησιά. Γι’ αυτό και θα αρχίσω με την αναφορά του τιμώμενου σήμερα κορυφαίου λειτουργιολόγου της χώρας μας, αλλά και κατά πολλούς σύνολης της Ορθοδοξίας, λίγο πριν πεθάνει για τον μεγάλο καινοδιαθηκολόγο Παναγιώτη Τρεμπέλα. «Ο­ρα­μα­τί­σθη­κε», έλεγε για τον Τρεμπέλα, «ό,τι και σή­με­ρα επι­δι­ώ­κει η Εκ­κλη­σία και ερ­γά­ζε­ται για την επί­τευ­ξή του, αυ­τή δη­λα­δή τη λε­γό­με­νη ‘Λει­τουρ­γι­κὴ ανα­γέν­νη­ση’».[2]
Με το ίδιο όραμα, αυτό δηλαδή της λει­τουρ­γι­κής ανα­γέν­νη­σης, άρχισε την επιστημονική του διαδρομή και ο Φουντούλης, ακολουθώντας από το 1956 με την προτροπή του Τρεμπέλα μεταπτυχιακές σπουδές στα μεγάλα κέντρα της περίφημης «λειτουργικής κίνησης», που προώθησαν την «λειτουργική αναγέννηση» σ’ ολόκληρο τον χριστιανικό κόσμο, με κύριο σταθμό βέβαια την Β’ Βατικανή Σύνοδο της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Μαθήτευσε σε κορυφαία πανεπιστήμια, βιβλιοθήκες, λειτουργικά κέντρα, όπως Chevetogne, Mont-César, Louvain, βι­βλι­ο­θή­κη των Βολ­λαν­δι­στών, Πα­ρί­σι, Λει­τουρ­γι­κά Κέν­τρα των Τρε­βή­ρων και της Μο­νής Maria Laach, Θε­ο­λο­γι­κό Ιν­στι­τού­το του Αγί­ου Σερ­γί­ου στο Πα­ρί­σι Βι­βλι­ο­θή­κες Βε­νε­τί­ας, Φλω­ρεν­τί­ας, Βα­τι­κα­νού καὶ Κρυ­πτο­φερ­ράτας κλπ., και ζυμώθηκε με το άρωμα του «εξ ανατολών φωτός» που εξέπεμπε τότε στη Δύση η λειτουργική κίνηση.
Να θυμίσω στο σημείο αυτό, ότι η λειτουργική κίνηση άρχισε στις αρχές του περασμένου αιώνα από τους κόλπους της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, και ασφαλώς ήταν ένα από τα σημαντικότερα θεολογικά κινήματα του περασμένου αιώνα και διακρινόταν από σεβασμό στην Ορθόδοξη ανατολική παράδοση. Στο μανιφέστο που κυκλοφόρησε το 1909 υπογραμμίζονταν οι εξής τρεις κύριοι άξονες κινήματος: λειτουργικός, εκκλησιολογικός και οικουμενικός· σωστότερες δηλαδή λατρευτικές τελετές, αυθεντικότερες εκκλησιολογικά και περισσότερο οικουμενικά προσανατολισμένες. Κοινός παρονομαστής όλων των παραπάνω ήταν η ξεχασμένη μέχρι τότε στη Δύση έννοια τηςλει-τουργίας, και φυσικά η ενεργός συμμετοχή του συνόλου της λατρευτικής κοινότητας στην κοινή λατρεία της Εκκλησίας.
Και πριν ακόμη διοριστεί το 1961 βο­η­θός στην τότε έ­δρα της Λει­τουρ­γι­κής και Ο­μι­λη­τι­κής της Θεολογικής Σχολής αυτού εδώ του πανεπιστημίου, κοντά στο άλλο Νέστορα της λειτουργικής αναγέννησης, ομότιμο σήμερα καθηγητή Ευ­άγ­γε­λο Θε­ο­δώ­ρου, δημοσιεύει σε συνέχειες στον Γρηγόριο Παλαμά μια περίεργη για τα ελληνικά δεδομένα περιγραφική και θεολογική μελέτη: Περί μίαν μεταρρύθμισιν της θείας λειτουργίας.[3] Η γνωστή θεολογία της δεκαετίας του ’60 δεν είχε ακόμη ανοίξει τις φτερούγες της. Η συλλογή πρωτοποριακών μελετών που κυκλοφόρησαν οι διανοούμενοι της εκκλησιαστικής οργάνωσης «Ζωή» στα χρόνια της ακμής της, με τίτλο: Θεολογία. Αλήθεια και Ζωή, θα εκδοθεί στην Αθήνα δύο χρόνια αργότερα, όπως αργότερα θα δουν το φως της δημοσιότητας και τα Τρία Δοκίμια περί Ορθοδοξίας, αλλά και μελετήματα όπως Πνεύμα και Ελευθερία του N. Μπερδιάγεφ σε μετ. Μητρ. Σάμου Ειρηναίου (1962), που μαζί με το περιοδικό Σύνορο θα άνοιγαν νέους δρόμους στα ελληνικά θεολογικά πράγματα, και βέβαια και στην εν γένει εκκλησιαστική πραγματικότητα. Αναφέρομαι στα συγκεκριμένα έργα, γιατί μ’ αυτά έγιναν γνωστοί για πρώτη φορά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό οι θεολόγοι της ρωσικής διασποράς και πρωτεργάτες της λειτουργικής αναγέννησης π. Αλέξανδρος Σμέμαν[4] και π. Ιωάννης Μάγιεντορφ, αλλά και οι Γ. Φλορόφσκυ, Βλ. Λόσσκυ, Ι. Πόποβιτς, Ν. Νησιώτη, και Δ. Τρακατέλλης.
 
Για  περισσότερα στο : ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ ΔΡΩΜΕΝΑ

Η σχέση Χριστιανικής ελευθερίας και αγάπης

του Ιωάννη Καραβιδόπουλου, Ομότ.Καθηγητή της Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.

«Αδελφοί, δεν είναι οι τροφές που θα καθορίσουν τη θέση μας απέναντι στο Θεό· ούτε αν δεν φάμε κάποια απ' αυτές χάνουμε κάτι ούτε αν φάμε αποκτάμε κάτι παραπάνω. 9Προσέξτε όμως, μήπως το ελεύθερο αυτό δικαίωμά σας γίνει αιτία να σκοντάψουν και να πέσουν εκείνοι που η πίστη τους είναι αδύνατη. 10Πράγματι, αν κάποιος, απ' αυτούς δει εσένα, που έχεις τη «γνώση», να κάθεσαι στο τραπέζι ενός ειδωλολατρικού ναού, η συνείδησή του, αφού αυτός είναι αδύνατος, δεν θα παρασυρθεί από το παράδειγμά σου και δεν θα παρακινηθεί να τρώει τα ειδωλόθυτα; 11'Ετσι, η δική σου «γνώση» θα προκαλέσει το χαμό αυτού του αδύνατου, του αδερφού μας, για τον οποίον ο Χριστός έδωσε τη ζωή του. 12Αμαρτάνοντας όμως μ' αυτό τον τρόπο απέναντι στους αδερφούς και πληγώνοντας τη συνείδησή τους που είναι αδύνατη, αμαρτάνετε απέναντι στον ίδιο το Χριστό. 13Γι' αυτό, αν κάποια τροφή μπορεί να γίνεται αιτία να σκοντάφτει και να πέφτει ο αδερφός μου, εγώ δεν θα βάλω ποτέ κρέας στο στόμα μου, για να μη γίνω αιτία να πέσει ο αδερφός μου. 
1Πάρτε παράδειγμα εμένα. Δεν είμαι απόστολος; δεν είμαι ελεύθερος; δεν είδα αναστημένο τον Ιησού, τον Κύριό μας; δεν είστε εσείς ο καρπός του κόπου μου στην υπηρεσία του Κυρίου; 2Κι αν ακόμα άλλοι αρνούνται να με αναγνωρίσουν ως απόστολο, για σας οπωσδήποτε είμαι· γιατί η ίδια η ύπαρξη της εκκλησίας σας είναι η απόδειξη πως είμαι απόστολος» (Α΄Κορ. 8,8-9,2).
Η Α΄προς Κορινθίους επιστολή είναι η πλουσιότερη σε αριθμό θιγομένων θεμάτων επιστολή του Απ.Παύλου. Μεταξύ των πολλών αυτών θεμάτων, περί των οποίων ερώτησαν οι Κορίνθιοι τον Απόστολο, είναι και το θέμα της βρώσεως ή μη των ειδωλοθύτων, δηλ. των κρεάτων που περίσσευαν από τα θυσιαζόμενα στους θεούς ζώα και κατόπιν –διότι αυτά ήταν συνήθως πολλά – δινόταν στα κρεοπωλεία ή παρετίθεντο προς βρώση στα «ειδωλεία», δηλ.σε χώρους πλησίον του ναού ευρισκομένους. Οι ευκαιρίες δινόταν καθημερινά (γιορτές, πανηγύρεις, γάμοι, κηδείες κλπ.), οι δε αυτονόητες κοινωνικές σχέσεις των χριστιανών προς τους συμπολίτες τους τούς υποχρέωναν να λαμβάνουν μέρος σε τέτοιες εκδηλώσεις.
  Στην Κόρινθο υπήρχε μια μερίδα ελευθερόφρονων χριστιανών, οι οποίοι πίστευαν ότι «τα είδωλα δεν αντιπροσωπεύουν τίποτα μέσα στον κόσμο, κι ότι δεν υπάρχει άλλος Θεός παρά μόνο ένας», όπως λέγεται λίγο πριν από το ανάγνωσμα (Α΄Κορ 8,4), και έτσι δεν θεωρούσαν αμαρτία τη συμμετοχή τους στα δείπνα των ειδωλοθύτων. Ίσως και η πρώτη φράση του αναγνώσματος να αποτελούσε μια δική τους διακήρυξη: «δεν είναι οι τροφές που θα καθορίσουν τη θέση μας απέναντι στο Θεό· ούτε αν δεν φάμε κάποια απ' αυτές χάνουμε κάτι ούτε αν φάμε αποκτάμε κάτι παραπάνω»  . Οι χριστιανοί αυτοί επίσης ίσως διακήρυτταν «όλοι έχουμε τη σωστή γνώση», γνωρίζουμε δηλ. ότι οι θεοί στους οποίους προσφέρονται οι θυσίες είναι ανύπαρκτοι, εφόσον ένας μόνο είναι ο αληθινός Θεός, και συνεπώς τα ειδωλόθυτα δεν διαφέρουν ουσιαστικά από τα συνήθη κρέατα, ώστε τρώγοντας αυτά ο χριστιανός δεν αμαρτάνει..

Για περισσότερα στο: ΑΜΕΝ

Ευαγγέλιο της Κυριακής 23 Φεβρουαρίου 2014 (Της Απόκρεω )

Το Ευαγγελικό ανάγωνσμαΚατά Ματθαίον (κε΄ 31 - 46)
Εἶπεν ὁ Κύριος· όταν ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καὶ πάντες οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μετ᾿ αὐτοῦ, τότε καθίσει ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ, καὶ συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ ἔθνη, καὶ ἀφοριεῖ αὐτοὺς ἀπ᾿ ἀλλήλων ὥσπερ ὁ ποιμὴν ἀφορίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων, καὶ στήσει τὰ μὲν πρόβατα ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ, τὰ δὲ ἐρίφια ἐξ εὐωνύμων.
Τότε ἐρεῖ ὁ βασιλεὺς τοῖς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ· δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου. Ἐπείνασα γάρ, καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα, καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην, καὶ ἤλθετε πρός με.
Τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ οἱ δίκαιοι λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα καὶ ἐθρέψαμεν, ἢ διψῶντα καὶ ἐποτίσαμεν; Πότε δέ σε εἴδομεν ξένον καὶ συνηγάγομεν, ἢ γυμνὸν καὶ περιεβάλομεν; Πότε δέ σε εἴδομεν ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ ἤλθομεν πρός σε;
Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ βασιλεὺς ἐρεῖ αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε.
Τότε ἐρεῖ καὶ τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ. Ἐπείνασα γάρ, καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με.
Τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ καὶ αὐτοὶ λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα ἢ διψῶντα ἢ ξένον ἢ γυμνὸν ἢ ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐ διηκονήσαμέν σοι;
Τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε.
Καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον.

Απόδοση:
Εἶπε ὁ Κύριος:
«Ὅταν θα ἔλθῃ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου μὲ ὅλην του τὴν δόξαν καὶ ὅλοι οἱ ἄγγελοι μαζί του, τότε θὰ καθήσῃ εἰς τὸν θρόνον τῆς δόξης του καὶ θὰ μαζευθοῦν ἐνώπιόν του ὅλα τὰ ἔθνη καὶ θὰ χωρίσῃ τοὺς μὲν ἀπὸ τοὺς δέ, ὅπως ὁ βοσκὸς χωρίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τὰ κατσίκια, καὶ θα τοποθετήσῃ τὰ μὲν πρόβατα πρὸς τὰ δεξιά του, τὰ δὲ κατσίκια πρὸς τὰ ἀριστερά του.
Τότε θὰ πῇ ὁ βασιλεὺς εἰς ἐκείνους, ποὺ θὰ εἶναι πρὸς τὰ δεξιά, «Ἐλᾶτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατέρα μου, κληρονομῆστε τὴν βασιλείαν, ἡ ὁποία εἶναι ἐτοιμασμένη γιὰ σᾶς ἀπὸ τὸν καιρὸν τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου. Διότι ἐπείνασα καὶ μοῦ ἐδώκατε νὰ φάγω, ἐδίψασα καὶ μ’ ἐποτίσατε, ξἐνος ἤμουνα καὶ μ’ ἐπήρατε εἰς τὸ σπίτι, γυμνὸς ἤμουνα καὶ μ’ ἐνδύσατε, ἀρρώστησα καὶ μ’ ἐπισκεφθήκατε, εἰς τὴν φυλακὴν ἤμουνα καὶ ἤλθατε σ’ ἐμέ».
Τότε θὰ τοῦ ἀποκριθοῦν οἱ δίκαιοι καὶ θὰ ποῦν, «Κύριε, πότε σὲ εἴδαμε νὰ πεινᾷς καὶ σ’ ἐθρέψαμε ἢ νὰ διψᾷς καὶ σ’ ἐποτίσαμε; Πότε δὲ σὲ εἴδαμε ξένον καὶ σ’ ἐπήραμε εἰς τὸ σπίτι ἢ γυμνὸν καὶ σ’ ἐνδύσαμε; Πότε σὲ εἴδαμε ἄρρωστον ἢ φυλακισμένον καὶ ἤλθαμε σ’ἐσέ;».
Ὁ βασιλεὺς θὰ ἀπαντήσῃ καὶ θὰ τοὺς πῇ, «Ἀλήθεια σᾶς λέγω, ὅ,τι ἐκάνατε εἰς ἕνα ἀπὸ τούτους τοὺς ἀσήμαντους ἀδεφλοὺς μου, σ’ ἐμὲ τὸ ἐκάνατε».
Τότε θὰ πῇ σ’ ἐκείνους, ποὺ θὰ εἶναι πρὸς τὰ ἀριστερά, «Φύγετε ἀπ’ ἐμέ, καταραμένοι, στὴν αἰώνια φωτιά, ποὺ ἔχει ἐτοιμασθῆ διὰ τὸν διάβολον καὶ τοὺς ἀγγέλους του, διότι ἐπείνασα καὶ δὲν μοῦ ἐδώκατε νὰ φάγω, ἐδίψασα καὶ δὲν μ’ ἐποτίσατε, ξένος ἤμουνα καὶ δὲν μ’ ἐπήρατε εἰς τὸ σπίτι, γυμνὸς ἤμουνα καὶ δὲν μ’ ἐνδύσατε, ἀσθενὴς ἤμουνα καὶ φυλακισμένος καὶ δὲν μ’ ἐπισκεφθήκατε».
Τότε θὰ ἀποκριθοῦν καὶ αὐτοὶ καὶ θὰ ποῦν, «Κύριε, πότε σὲ εἴδαμε νὰ πεινᾷς ἢ νὰ διψὰς καὶ νὰ εἶσαι ξένος ἢ γυμνὸς ἢ ἀσθενὴς ἢ φυλακισμένος καὶ δὲν σὲ ὑπηρετήσαμε;»
Τότε θὰ ἀποκριθῇ εἰς αὐτοὺς καὶ θὰ πῇ, «Ἀλήθεια σᾶς λέγω, ὅ,τι δὲν ἐκάνατε εἰς ἕνα ἀπὸ τοὺς ἀσήμαντους τούτους, οὔτε εἰς ἐμὲ ἐκάνατε».
Καὶ αὐτοὶ θὰ μεταβοῦν εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον».

Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2014

Α΄ Θεολογικό Συμπόσιο του τοπικού παραρτήματος Κεντρικής Μακεδονίας του Πανελλήνιου Θεολογικού Συνδέσμου «ΚΑΙΡΟΣ -για την αναβάθμιση της θρησκευτικής εκπαίδευσης»


Α΄ ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΣΥΜΠΟΣΙΟ
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
  Θεσσαλονίκη 17. 2. 2014 

Θέμα: Α΄ Θεολογικό Συμπόσιο του τοπικού παραρτήματος Κεντρικής Μακεδονίας του Πανελλήνιου Θεολογικού Συνδέσμου «ΚΑΙΡΟΣ -για την αναβάθμιση της θρησκευτικής εκπαίδευσης»

Πραγματοποιήθηκε την Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2014, στο πλαίσιο των Θεολογικών Συμποσίων που εγκαινίασε το τοπικό παράρτημα Κεντρικής Μακεδονίας του Πανελληνίου Θεολογικού Συνδέσμου «ΚΑΙΡΟΣ», εκδήλωση σε συνεργασία με τις εκδόσεις «ΑΡΜΟΣ» με αφορμή την παρουσίαση του συλλογικού τόμου «Τα θρησκευτικά στο σύγχρονο σχολείο - Ο διάλογος και η κριτική για το νέο Πρόγραμμα Σπουδών στα Θρησκευτικά Δημοτικού και Γυμνασίου». Την εκδήλωση, η οποία φιλοξενήθηκε στην αίθουσα συνεδριάσεων του Δημαρχιακού Μεγάρου Θεσσαλονίκης, παρακολούθησαν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αρκετοί Θεσσαλονικείς, στην πλειοψηφία τους καθηγητές από την τριτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση καθώς και αρκετοί  φοιτητές, οι οποίοι γέμισαν την αίθουσα.
Την εκδήλωση τίμησε με την παρουσία του ο Δήμαρχος της πόλης, κ. Ιωάννης Μπουτάρης, ο οποίος στο σύντομο χαιρετισμό που απηύθυνε, υπογράμμισε την ανάγκη να ενδυναμωθεί ο γνωσιολογικός χαρακτήρας του θρησκευτικού μαθήματος. Παρών ήταν και ο Αντιδήμαρχος Παιδείας, κ. Αντώνιος Καρούμπης, ο οποίος απηύθυνε χαιρετισμό με την εκπαιδευτική του ιδιότητα, καθώς και ο δημοτικός σύμβουλος και εκπαιδευτικός Τριαντάφυλλος Μηταφίδης. Χαιρετισμό απηύθυνε και ο κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ., κ. Μιχαήλ Τρίτος, επισημαίνοντας το διπλό χαρακτήρα του ΜτΘ, δηλαδή το γνωσιολογικό σε οργανική σύνδεση με την ελληνορθόδοξη παράδοση. Τον Περιφερειακό Διευθυντή Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Κεντρικής Μακεδονίας εκπροσώπησε η κ. Ψυχογιού Ευαγγελία, προϊσταμένη επιστημονικής και παιδαγωγικής καθοδήγησης στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, απευθύνοντας σύντομο χαιρετισμό, όπως και ο  Διευθυντής της Διεύθυνσης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Νομού Κιλκίς, κ. Γεώργιος Κωνσταντινίδης, φιλόλογος και θεολόγος. Την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας εκπροσώπησε ο σύμβουλος  κ. Βασίλειος Τουλίκας.
Τον συντονισμό της εσπερίδας εκ μέρους του «ΚΑΙΡΟΥ» είχε ο καθηγητής της Παλαιάς Διαθήκης στο τμήμα Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. και αντιπρόεδρος του Δ.Σ. του «ΚΑΙΡΟΥ», κ. Μιλτιάδης Κωνσταντίνου. Οι ομιλητές ανέπτυξαν στις σύντομες εισηγήσεις τους καίριες πτυχές, που σχετίζονται με το θρησκευτικό μάθημα, υπογραμμίζοντας ο καθένας από την πλευρά του και ανάλογα με την ιδιότητά του συγκεκριμένα σημεία.
Ειδικότερα, ο πρώτος ομιλητής, κ. Σταύρος Γιαγκάζογλου, διδάκτορας Θεολογίας, Σύμβουλος του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) και πρόεδρος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων που συνέταξε το νέο Πρόγραμμα Σπουδών (ΠΣ) για την υποχρεωτική εκπαίδευση (Δημοτικό-Γυμνάσιο), επισήμανε ότι το νέο ΠΣ για το μάθημα των Θρησκευτικών (ΜτΘ) εντάχθηκε στο γενικότερο σχεδιασμό του «Νέου Σχολείου» και υπάκουσε στις προδιαγραφές υλοποίησης των νέων ΠΣ για όλα τα μαθήματα των αντίστοιχων βαθμίδων. Υπογράμμισε ότι το νέο ΠΣ για το ΜτΘ βασίζεται στα προηγούμενα Προγράμματα Σπουδών, δηλαδή στα ΔΕΠΠΣ ΑΠΣ του 2003, τα οποία οι σημερινοί επικριτές του νέου ΠΣ τότε χαρακτήριζαν «ακατάλληλα κι επικίνδυνα», ενώ σήμερα διαρρηγνύουν τα ιμάτια τους, διαμαρτυρόμενοι για την αντικατάστασή τους. Το νέο ΠΣ διαμορφώθηκε, αφού έλαβε υπόψη του τις θέσεις και στάθμισε τις απόψεις για το ΜτΘ όλων των εμπλεκόμενων φορέων: των ανεξάρτητων αρχών, των Θεολογικών Σχολών αλλά και άλλων πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και προσώπων, των συνταγματολόγων, των διανοούμενων, της ΟΛΜΕ, καθώς και άλλων κοινωνικών, εκκλησιαστικών και θρησκευτικών φορέων. Επισήμανε τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν εξαιτίας των πιέσεων του Συνηγόρου του Πολίτη, που οδήγησαν στις τρεις γνωστές εγκυκλίους το καλοκαίρι του 2008 και ουσιαστικά μετέτρεψαν άτυπα το ΜτΘ σε «προαιρετικό», αφού το μέτρο για το δικαίωμα της απαλλαγής καταστρατηγήθηκε ή εφαρμόστηκε πλημμελώς. Τα νέα ΠΣ για το ΜτΘ έλαβαν υπόψη τους το διάλογο που ξεκίνησε στη θεολογική κοινότητα αλλά και την ευρύτερη ελληνική κοινωνία, την άποψη των επικριτών του ΜτΘ, η οποία βασίζεται στο προβληματικό σημείο του στενά ομολογιακού και κατηχητικού χαρακτήρα του ΜτΘ και τις εξελίξεις στη Ευρώπη αναφορικά με το θρησκευτικό εγγραμματισμό. Ο κ. Γιαγκάζογλου παρουσίασε τους γενικούς σκοπούς του ΜτΘ, έτσι όπως αυτοί ορίστηκαν με το νέο ΠΣ και έκλεισε την εισήγησή του, επισημαίνοντας ότι «οι συντεταγμένες του νέου ΠΣ διαμορφώνουν ένα θρησκευτικό μάθημα, το οποίο ξεκινά από και έχει ως επίκεντρο την ελληνορθόδοξη παράδοση, την παράδοση της Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας,  έτσι όπως αυτή σαρκώθηκε στη ζωή και αποτυπώθηκε στα μνημεία του πολιτισμού του. Αυτή την παράδοση, ως πίστη, λατρεία, τέχνη και πολιτισμό, είναι απαραίτητο και πολύτιμο, να τη γνωρίζει ο κάθε μαθητής, ανεξάρτητα από τη θρησκευτική ιδιοπροσωπία του. Εκτός από αυτή τη γνώση, καλείται να εξοικειωθεί με την ιστορία των άλλων χριστιανικών παραδόσεων και να γνωρίσει τα μεγαλύτερα ξένα θρησκεύματα (Ιουδαϊσμό, Ισλάμ, Ινδοϊσμό και Βουδισμό). Οι γνώσεις αυτές εξυπακούεται ότι θα προσαρμόζονται στα ιδιαίτερα παιδαγωγικά χαρακτηριστικά και τις μορφωτικές ανάγκες των μαθητών. Επιπλέον, οι θεματικές ενότητες του νέου ΠΣ δεν αποτελούν διδακτέα ύλη, γεγονός που σημαίνει ότι ο εκπαιδευτικός έχει την ελευθερία να σχεδιάσει τη διδασκαλία του με βάση τις ιδιαίτερες συνθήκες της τάξης του.»
Ο δεύτερος ομιλητής, κ. Θεόδωρος Γιάγκου, πρόεδρος του τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας τη Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ., καθηγητής Κανονικού Δικαίου και Ειδικός Γραμματέας του Πανελληνίου Θεολογικού Συνδέσμου «ΚΑΙΡΟΣ», παρουσίασε με σύντομο τρόπο τα τεκταινόμενα αναφορικά με το μάθημα των θρησκευτικών, αρχής γενομένης από τις περίφημες εγκυκλίους του Υπουργείου Παιδείας επί Ευριπίδη Στυλιανίδη, που τάραξαν τα νερά κι έθεσαν σε κίνδυνο την υποχρεωτικότητα του ΜτΘ. Ανέπτυξε τις πρωτοβουλίες των Γενικών Συνελεύσεων των Θεολογικών Σχολών της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Και τα δύο τμήματα τόνισαν την ανάγκη εμπλουτισμού των αναλυτικών προγραμμάτων σπουδών με μαθήματα Κοινωνικής Ηθικής και Ιστορίας των Θρησκευμάτων, τα οποία θα μπορούν να παρακολουθούν όλοι οι μαθητές, ανεξάρτητα από τη θρησκεία ή την ομολογία που ανήκουν. Το ΜτΘ έχει παρουσιάσει μεγάλη βελτίωση από τη δεκαετία του 1980 και εξής, με αποτέλεσμα να είναι ένα μάθημα με γνωσιακό, κοινωνικό και παιδαγωγικό χαρακτήρα, ανοικτό προς όλες τις χριστιανικές παραδόσεις και τις άλλες θρησκείες. Κατάφερε, μάλιστα, να αποφύγει τη μονομερή διάσταση, του καθαρά ομολογιακού ή ιστορικού  μαθήματος, όπως συνέβη στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης. Ο κ. Γιάγκου τάχθηκε υπέρ του νέου ΠΣ, επισημαίνοντας ότι επιδέχεται βελτιώσεων, οι οποίες θα προκύψουν μέσα από γόνιμο και καλοπροαίρετο διάλογο. Τις απόψεις αυτές, άλλωστε, είχε εκθέσει δημόσια και αναλυτικά με κείμενό του τον περασμένο χρόνο.
Ο τρίτος ομιλητής, καθηγητής δογματικής και πρόεδρος του τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ., κ. Χρυσόστομος Σταμούλης,  τόνισε  ότι το ΜτΘ δε μπορεί να είναι κατήχηση γιατί η κατήχηση δεν έχει καμία σχέση με την εκπαίδευση. Ο σκοπός της κατήχησης είναι η πίστη, ενώ της εκπαίδευσης η γνώση. Επιπλέον, η κατήχηση συνδέεται με την Εκκλησία και την ευχαριστιακή της πράξη. Κάθε εκχώρηση και συνεπώς αποσύνδεση της κατήχησης από την ευχαριστιακή-μυστηριακή της πράξη δημιουργεί μέγιστο εκκλησιολογικό πρόβλημα. Η σύγχυση κατηχήσεως και ΜτΘ συνεπώς δημιουργεί διπλό πρόβλημα τόσο στην εκπαίδευση όσο και στην Εκκλησία. Υπογράμμισε εμφατικά ότι η Εκκλησία εκκλησιολογικά είναι ο κόσμος ολάκερος. Πολιτειακά, όμως, η Εκκλησία είναι ένα μέρος του κόσμου και διέπεται τόσο από το ελληνικό σύνταγμα και τους νόμους του κράτους όσο και από τη διεθνή νομοθεσία. Το ΜτΘ δε μπορεί παρά να διδάσκει κατά κανόνα την Ορθοδοξία και δευτερευόντως το σύνολο του Χριστιανισμού και τα μεγάλα θρησκεύματα του κόσμου. Ο καθηγητής κ. Σταμούλης κατέληξε, τονίζοντας ότι το Τμήμα Θεολογίας, παραμένοντας πιστό στην ιστορία του και τις προκλήσεις του παρόντος, συζήτησε το θέμα στα θεσμικά όργανά του και εξέδωσε το κείμενο το οποίο περιλαμβάνεται στον τόμο.
Ο τέταρτος ομιλητής, δικηγόρος κ. Γιάννης Κωνσταντίνου, ξεκίνησε την εισήγησή του, αναφέροντας ότι η θέση που ανέπτυξε ο κ. Γιαγκάζογλου για το ΜτΘ αποτελεί μία έντιμη πρόταση με ιδιαίτερη παιδαγωγική και εκπαιδευτική αξία. Εξέφρασε, ωστόσο, τη διαφωνία του, για το αν μπορεί να ανακτήσει τον υποχρεωτικό του χαρακτήρα το ΜτΘ με ένα τέτοιο περιεχόμενο. Η ένσταση του κ. Κωνσταντίνου βασίστηκε στα άρθρα και τις παραγράφους του Συντάγματος σχετικά με την ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης ως κρατικής αποστολής, τα οποία παρουσίασε και ερμήνευσε από νομική άποψη. Ο κ. Κωνσταντίνου κατέληξε ότι η κρατική παιδεία, στην προσπάθειά της να αναπτύξει τη θρησκευτική συνείδηση, πρέπει να αντιμετωπίζει ισότιμα τόσο την αθεΐα όσο και τον αγνωστικισμό, τη θρησκευτική δέσμευση ή ακόμα και τη θρησκοληψία, όπως και οποιοδήποτε άλλο θρησκευτικό φρόνημα ως εξίσου νόμιμες και θεμιτές επιλογές. Η προοπτική αυτή, κατά τον κ. Κωνσταντίνου, είναι δυνατό να εξασφαλιστεί μόνο με ένα ουδέτερο θρησκειολογικό μάθημα, εάν θέλουμε να υπάρχει στην ελληνική εκπαίδευση ένα συνταγματικά ανεκτό υποχρεωτικό ΜτΘ. Η θέση αυτή απορρέει από την πραγματικότητα ότι, κατά το Σύνταγμα, η θρησκευτική συνείδηση είναι ένα απόλυτα ανοικτό πεδίο. Το νέο ΠΣ αποτελεί, αναμφίβολα, την εξαίρεση, γιατί συντάχθηκε με δημιουργική πνοή και στόχευση στην απελευθέρωση δημιουργικών θεολογικών αναζητήσεων με αποδέκτες τους νέους ανθρώπους.
Ο πέμπτος ομιλητής, π. Τιμόθεος Ρωμανάς, θεολόγος καθηγητής στη Μέση Εκπαίδευση, μίλησε για το νέο ΠΣ του ΜτΘ, υπογραμμίζοντας με έμφαση τις θετικές και τις αρνητικές εμπειρίες, που έχει μέχρι σήμερα αποκομίσει από την επαφή του με τους μαθητές, λόγω και της ταυτόχρονης ιερατικής του ιδιότητας. Μετέφερε στο ακροατήριο με γλαφυρό τρόπο την πραγματικότητα του ελληνικού δημόσιου σχολείου, αναφορικά με το ΜτΘ, και επεσήμανε την ανάγκη να ανανεωθεί το μάθημα, ξεπερνώντας τις όποιες αγκυλώσεις απορρέουν από τον στερεοτυπικό και κλειστοφοβικό χαρακτήρα του.
Ο έκτος ομιλητής, κ. Πολύβιος Στράντζαλης, διδάκτορας Θεολογίας και Σχολικός Σύμβουλος Θεολόγων Θεσσαλονίκης, ανέλυσε με ακρίβεια τα μέχρι σήμερα πολύτιμα συμπεράσματα, που προέκυψαν από την εδώ και τρία χρόνια πιλοτική εφαρμογή του νέου  ΠΣ του ΜτΘ. Τόνισε ότι με το νέο ΠΣ άλλαξε ο ρόλος του εκπαιδευτικού, από μεταλαμπαδευτή της γνώσης σε καθοδηγητή και συντονιστή στην προσπάθεια των μαθητών να ανακαλύψουν τη γνώση. Επισήμανε ότι συντελέστηκε αλλαγή και στο ρόλο των μαθητών, οι οποίοι πλέον ασκούνται στην ομαδοσυνεργατική, διερευνητική και βιωματική μάθηση και την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης. Ο κ. Στράντζαλης υπογράμμισε με έμφαση την ανάγκη για συνεχή επιμόρφωση των θεολόγων εκπαιδευτικών στις καινοτομίες του νέου ΠΣ.
Η  εκδήλωση έκλεισε με την κ. Καλλιρρόη Ακανθοπούλου, διδάκτορα Θεολογίας και εκπαιδευτικό στη Δημόσια Μέση Εκπαίδευση, η οποία παρουσίασε συνοπτικά τα ευρήματα πανελλήνιας έρευνας, μέσω δύο ερωτηματολογίων που συμπληρώθηκαν από μαθητές Γυμνασίου και Λυκείου, στο πλαίσιο Ερευνητικού Προγράμματος για τη Θρησκευτική Εκπαίδευση που εκπονεί ο «ΚΑΙΡΟΣ». Η ερευνητική ομάδα, την οποία συντόνισε η κ. Ακανθοπούλου, συστάθηκε με σκοπό τη διερεύνηση των θρησκευτικών γνώσεων και του θρησκευτικού προφίλ των μαθητών των ελληνικών σχολείων. Η έρευνα έλαβε χώρα από το Σεπτέμβριο του 2010 μέχρι τον Απρίλιο του 2011 σε 38 συνολικά σχολεία (αστικά κα επαρχιακά) από όλη την ελληνική επικράτεια. Οι μαθητές συμπλήρωσαν τα δύο ερωτηματολόγια ανώνυμα, σε 30 λεπτά μέσα στην τάξη, χωρίς τη βοήθεια του καθηγητή. Τα αποτελέσματα της έρευνας είναι εξαιρετικά ενδιαφέροντα, καθώς αποτυπώνουν την ανάγκη των μαθητών για την ύπαρξη θρησκευτικής εκπαίδευσης στο ελληνικό Σχολείο αλλά και την προσδοκία τους για περαιτέρω θεματική διεύρυνση και ποιοτική αναβάθμιση του ΜτΘ. Όπως ανακοινώθηκε, στα άμεσα σχέδια του Παραρτήματος Κεντρικής Μακεδονίας του «ΚΑΙΡΟΥ» είναι να γίνει στο πλαίσιο των Θεολογικών Συμποσίων -ει δυνατόν και στο επόμενο- μια αναλυτικότερη παρουσίαση και ερμηνεία των ερωτηματολογίων.

Ο Οικουμενικός Διάλογος στον 21ο Αιώνα. Πραγματικότητες-Προκλήσεις-Προοπτικές. Τιμητικό Αφιέρωμα στον Ομότιμο Καθηγητή Πέτρο Βασιλειάδη, επιμέλεια έκδοσης Ι. Πέτρου-Στ. Τσομπανίδης-Μ. Γκουτζιούδης, εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2013

Ο εικοστός αιώνας χαρακτηρίστηκε από τη δημιουργία της Οικουμενικής Κίνησης, την ίδρυση και ανάπτυξη του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών, τη συνάντηση και το διάλογο των Εκκλησιών, την πραγματοποίηση από μέρους τους κοινών δράσεων και τη διαμόρφωση νέων θεολογικών τάσεων που αναζήτησαν να διαλεχθούν με διάφορα ρεύματα σκέψης και προβληματισμού και να απαντήσουν σε ποικίλες προκλήσεις της σύγχρονης πραγματικότητας. Παράλληλα στον αιώνα αυτόν επισυνέβησαν διάφορα γεγονότα και έγιναν πολλές αλλαγές σε κοινωνικό, πολιτισμικό και πολιτικό πεδίο. Ήδη έχει διαμορφωθεί μια διαφορετική κατάσταση παγκόσμια.
Ο εικοστός πρώτος αιώνας βρίσκει την Οικουμενική Κίνηση και το διάλογο των Εκκλησιών σε ένα διαφορετικό πεδίο από ό,τι στον προηγούμενο αιώνα. Νέα προβλήματα έχουν εμφανιστεί, σε πολλές περιπτώσεις είναι απαραίτητο να αξιολογηθούν όσα έγιναν στον προηγούμενο αιώνα και να κριθεί αν υπήρξαν ορθές επιλογές στο πλαίσιο του Οικουμενικού Διαλόγου ή παρακάμφθηκαν τακτικές που θα είχαν απόδοση, προς όφελος άλλων που θεωρούνται ότι συμβάλλουν στην προώθηση της ιδιοπροσωπίας των χριστιανικών Εκκλησιών. Στην πραγματικότητα είναι απαραίτητη μια πολυπρισματική αυτοκριτική που οπωσδήποτε θα συμβάλει στη συλλογική αυτογνωσία των Εκκλησιών. Αλλά ταυτόχρονα θα παράσχει τη δυνατότητα μέσα από τη γνώση της προηγούμενης πορείας και την αξιολόγησή της να ανταποκριθεί η Οικουμενική Κίνηση στις νέες προκλήσεις του εικοστού πρώτου αιώνα.
Ανταποκρινόμενοι στην προβληματική αυτή διοργανώσαμε στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων του Τμήματος Θεολογίας του Α.Π.Θ. ένα Διεθνές Συμπόσιο τον Ιανουάριο του 2013. Στο Συμπόσιο αυτό με θέμα «Ο Οικουμενικός Διάλογος στον 21ο αιώνα: Πραγματικότητες – Προκλήσεις – Προοπτικές», που ήταν αφιερωμένο στον ομότιμο καθηγητή του Τμήματος Θεολογίας Πέτρο Βασιλειάδη, συμμετείχαν πρόσωπα καταξιωμένα μέσα από την ενεργή δράση τους στον Οικουμενικό Διάλογο, μέλη του Τμήματος Θεολογίας που ασχολούνται με αυτόν, καθώς και νεώτεροι επιστήμονες που ερευνούν θέματα σχετικά με την Οικουμενική Κίνηση. Οι Εισηγήσεις που παρουσιάστηκαν στο Συμπόσιο αυτό συνθέτουν τον ανά χείρας συλλογικό αυτό τόμο.
 
Για περισσότερα στο: ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ ΔΡΩΜΕΝΑ
 

Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2014

π. Βασίλειος Ι. Καλλιακμάνης, Απόγνωση και ελπίδα

α) Κατά την περίοδο του Τριωδίου που διανύουμε η Εκκλησία εισάγει κλιμακωτά τους χριστιανούς στο πνευματικό κλίμα της μεγάλης τεσσαρακοστής και της προετοιμασίας για το σταυροαναστάσιμο Πάσχα. Έτσι προβάλλονται εντονότερα η χριστιανική άσκηση, η προσευχή, η υψοποιός ταπείνωση, η μετάνοια, η νήψη και το κατά Θεόν πένθος. Την περασμένη Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου η Εκκλησία φανέρωσε τον τρόπο της ειλικρινούς προσευχής, καθώς και τον κίνδυνο του φαρισαϊσμού, του κοινωνικού κομπασμού και της υποκρισίας. Σήμερα, δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου, μυσταγωγεί στον αυθεντικό τρόπο της μετάνοιας και αποκαλύπτει το εύρος της θεϊκής αγάπης με την παραβολή του Ασώτου Υιού (Λουκ. 15, 11-32).
β) Ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς ερμηνεύοντας τη διδακτικότατη αυτή παραβολή τονίζει την αγαθότητα του Θεού Πατέρα, ο οποίος ως ανενδεής δεν κράτησε τίποτα για τον εαυτό του, μοίρασε άφθονα όλα τα κτιστά αγαθά, καθώς και τα ουράνια χαρίσματα στους ανθρώπους, αλλά εκείνοι τα σπατάλησαν. Και δεν αφήνει περιθώρια η αγία Εκκλησία για παρανοήσεις και υπεκφυγές σχετικά με το πρόσωπο του Θεού: «Ο Θεός είναι αγάπη. Όποιος δεν αγαπάει δεν γνώρισε το Θεό» (βλ. Α' Ιωάν.4,8). Είναι γνωστό ότι οι τελώνες και οι αμαρτωλοί συνήθιζαν να πλησιάζουν και να ακούνε τον Ιησού, γευόμενοι τη θεϊκή αγάπη. Αυτό φαίνεται λ.χ. στην περίπτωση του αρχιτελώνη Ζακχαίου, της πόρνης και αλλού.
γ) Όμως οι Φαρισαίοι και οι γραμματείς διαμαρτύρονταν γι’ αυτό, λέγοντας ότι ο Χριστός δέχεται αμαρτωλούς και τρώει μαζί τους. Τότε εκείνος βρήκε ευκαιρία να απαντήσει στις κατηγορίες με τις παραβολές του απολωλότος προβάτου, της χαμένης δραχμής και του Ασώτου Υιού. Στην τελευταία παραβολή φανερώνεται το μεγαλείο της θεϊκής αγάπης. Αποκαλύπτεται το άπειρον έλεος του Θεού και η δύναμη της μετάνοιας που γεννά την ελπίδα.
δ) Στο υπόμνημα του Συναξαρίου της Κυριακής γράφονται τα εξής: «Την παραβολήν του Ασώτου οι θείοι Πατέρες διέταξαν να αναγινώσκεται ύστερα από εκείνη του Τελώνου και Φαρισαίου δι’ αιτίαν τοιαύτην. Επειδή πολλοί όντες εκ νεωτέρας ηλικίας, εκδεδομένοι εις ασωτίας, εις μέθας τε και ασελγείας και πίπτοντες εις βυθόν κακών, εις απόγνωσιν έρχονται, η οποία κατά τους Πατέρας είναι γέννημα της αλαζονείας και από αυτήν την αιτίαν δεν θέλουν παντελώς να δοθούν εις επιμέλειαν αρετής, τάχα στοχαζόμενοι πως δι’ αυτούς δεν είναι έλεος».
ε) «Δια τούτο οι Άγιοι Πατέρες, φιλανθρωπίαν και σπλάχνα πατρικά δείχνοντες και προς τους τοιούτους, και θέλοντες να τους τραβήξουν από την απόγνωσιν, την τοιαύτην παραβολήν, ως είπομεν, μετά την πρώτην ενέταξαν εδώ, βουλόμενοι να ανασπάσουν πρόρριζον το πάθος της απογνώσεως, δείχνοντες διά του Ασώτου πως είναι ανοικτά εις τους αμαρτωλούς όλους τα φιλάνθρωπα και υπεράγαθα σπλάχνα του Θεού, και ότι δεν είναι καμία αμαρτία, οπού να ημπορή να νικήση την άπειρον του Θεού φιλανθρωπίαν».
στ) Το παραπάνω υπόμνημα του Συναξαρίου επικεντρώνει το ενδιαφέρον των ακροατών με την ιδιότυπη γλώσσα της τουρκοκρατίας σε δύο κυρίως σημεία: 1) Στον κίνδυνο της απόγνωσης (η λέξη απαντά τρεις φορές) τον οποίο διατρέχουν όσοι κυρίως σε νεαρή ηλικία παραδίδονται στα ενστικτώδη πάθη. 2) Στην ευσπλαχνία, τη φιλανθρωπία και το αμέτρητο έλεος του Παναγάθου Θεού. Η απόγνωση για τη σωτηρία αποτελεί μόνιμο πειρασμό κάθε ανθρώπου. Αυτή όμως μπορεί να λειτουργήσει προς δύο κατευθύνσεις, την αρνητική και τη θετική. Στην πρώτη περίπτωση ο άνθρωπος χάνεται εγκλωβισμένος στο βάρος των ανομιών του. Στη δεύτερη περίπτωση συνειδητοποιεί το μέγεθος της αστοχίας και τα τραύματα της αμαρτίας, οπότε προσφεύγει με ελπίδα στον ιατρό των ψυχών και των σωμάτων, τον Σωτήρα Χριστό.
ζ) Η απόγνωση, η απελπισία, το άγχος και η ανασφάλεια, που όχι σπάνια οδηγούν σε ψυχοπαθολογικές καταστάσεις και προκαλούν πανικό σε πρόσωπα και κοινωνίες, οφείλονται εν πολλοίς στη διατάραξη των σχέσεων του ανθρώπου με το Θεό και το συνάνθρωπο. Κυρίως όμως οφείλονται στην εσωτερική διάσπαση του ανθρώπου, την απώλεια της ανθρωπιάς και την αλλοτρίωσή του. Η μετάνοια ως αποδοχή και συμφιλίωση με τον πληγωμένο εαυτό και ως αποκατάσταση της κοινωνίας με τον Θεό και το συνάνθρωπο μπορεί να λειτουργήσει λυτρωτικά και θεραπευτικά απομακρύνοντας την άβυσσο της απόγνωσης.

Έκθεση: «Κωνσταντινού̟πολις: Η ̟πόλη μέσα α̟πό το φωτογραφικό φακό του Αχιλλέως Σαμαντζή και του Ευγενίου Δαλεζίου»

Κυριακή τοῦ Ἀσώτου : π. Χρήστου Ζαχαράκη

Ἕνα ταξίδι εἶναι τὸ Τριώδιο, ἕνα ταξίδι ἐπιστροφῆς, γι αὐτὸ καὶ δύσκολο· ὅσο πιὸ πολλὰ χαλάσαμε ὅταν φεύγαμε, τόσα πιὸ πολλὰ χαλάσματα θὰ βροῦμε στὸ γυρισμό, τόσα ποὺ δὲ θὰ μπορούσαμε νὰ διαβιοῦμε, ἄν δὲν εἴχαμε μαζί μας νὰ μᾶς συνοδεύει σὰ φυλαχτό ἀληθινὸ κι αἰώνιο, τὴν ἀγάπη τοῦ Πατέρα.
Τὸ Εὐαγγέλιο δὲν εἶναι ἕνας ἠθικός κανόνας· αὐτόν τὸν τηροῦσαν κι ὁ Φαρισαῖος καὶ ὁ μεγαλύτερος γιός τῆς σημερινῆς παραβολῆς. Τὸ Εὐαγγέλιο εἶναι κάτι ἀσύγκριτα περισσότερο· εἶναι ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ἀγάπης του. Γι αὐτὸ καὶ ἡ παραβολή δὲν μιλάει γιὰ τὸν ἄσωτο -αὐτὸ τὸ κάνουν μονάχα ἡ ὑποκρισία κι ὁ ἠθικισμός μας-, ἀλλὰ μιλάει γιὰ τὸν κόκκο ἐκεῖνο τοῦ σινάπεως, τὸν στοιχειωμένο, τὸν ριζωμένο μέσα μας, δῶρο γιὰ τὸ ταξίδι μας ἀνόθευτο κι᾽ ἀπάτητο, γιὰ νὰ μᾶς ζεῖ καὶ νὰ προσμένει νὰ βλαστήσει ὅταν ὅλα χαθοῦν, ὅταν ἔλθουμε «εἰς ἑαυτὸν», κι ἀφήσουμε τὴ νοσταλγία νὰ μᾶς ὁδηγήσει καὶ νὰ ξυπνήσει μέσα μας τὴ σιγουριὰ γιὰ τὴν ἀγάπη τὴν αἰώνια. Τὴν ἀγάπη ποὺ μᾶς ἀκολουθεῖ διακριτικά «εἰς χώραν μακράν» κι ἄς τὴν πατοῦν κι ἄς τῆς νοθεύουνε οἱ ξένοι «τὸ σχῆμα καὶ τὸ χρῶμα». Τοὺς εἶναι πολὺ εὔκολο αὐτὸ, ὅταν διαλέγεις νὰ ζεῖς μὲ «τὴν ἐπιθυμία τῆς σαρκός καὶ τὴν ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καὶ τὴν ἀλαζονεία τοῦ βίου», ὅταν ὑποταγεῖς στὰ εἴδωλα...
Σ᾽ ἕνα τέτοιο κόσμο ἀφήσαμε τὴ ζωή μας, ξοδέψαμε τὴν «περιουσία» μας, ἀνταλλάξαμε τὴν ἀλήθεια μὲ τὸ ψέμα. Εἶναι φανερὸ πὼς ἡ λύση δὲν θὰ ἔρθει ἀπὸ κανένα γραφεῖο, καμμία ὑπηρεσία, κανένα κράτος. Μόνο οἱ ποιητές καὶ οἱ προφῆτες μποροῦν νὰ δώσουν τὴ λύση. Γιατὶ ἔχουν τὴν αἴσθηση πού βλέπει καὶ διατηροῦν τὸ φῶς πού φωτίζει. Γιατὶ -γιὰ νὰ θυμηθοῦμε καὶ τὸν Ντοστογιέφσκι- ἡ ὀμορφιά θὰ σώσει τὸν κόσμο. Ἄν ὑποφέρουμε εἶναι γιατὶ χάσαμε τὴν ὀμορφιά. Πρῶτα ἐσωτερικὰ μᾶς ξεγύμνωσαν. Πρῶτα ἀφαίρεσαν κάθε δύναμη ἀπὸ μέσα μας. Δίχως ὅραμα δὲν μποροῦν νὰ κλείσουν οἱ πληγὲς τοῦ κόσμου – τὰ μέτρα δὲν κλείνουν πληγὲς, μονάχα τὶς ξύνουν - καὶ ὁδηγούμαστε σὲ ἀδιέξοδα. Ὅσο καὶ νὰ καλλιεργεῖς τὴν ψυχή, ὅσο καὶ νὰ πλουτίζεις τὸ πνεῦμα, ὅσο καὶ νὰ ἁπλώνεις τὴν καρδιὰ, ἄν δὲν ὑπάρχει ἐλπίδα ν᾽ ἀνθίσουν, τότε τὰ πάντα εἶναι μάταια, στὸ τέλος μαραίνονται, δὲν σοῦ δίνουν ποτὲ τὴν αἴσθηση τῆς ζωῆς καὶ τὴ χαρὰ τῆς νίκης.

«Σήμερον ἔαρ μυρίζει καὶ καινὴ κτίσις ἀγάλλεται...», ψάλλει ἡ Ἐκκλησία, ποὺ σημαίνει πὼς ἡ ἐλπίδα ἄνθισε. Αὐτὸ μᾶς προσφὲρει ἡ Ἀνάσταση· τὴ χαρὰ τῆς ὀμορφιᾶς καὶ τῆς ἀνθοφορίας, ποὺ εἶναι ἡ εἰδοποιὸς διαφορὰ ποὺ ἐξυψώνει τὴν ψυχὴ καὶ δίνει ὑπόσταση στὴν ἐλπίδα. Ἡ ὀμορφιά γεννιέται ἀπ’ τὸ ὅραμα καὶ τὸ ὅραμα εἶναι ἡ Ἀνάσταση! Καὶ ὅσο ἡ Ἀνάσταση, ὅσο ἡ Ζωὴ μᾶς προσκαλεῖ ἡ χάρη θὰ ἀνθίζει σὲ ψυχές ἁμαρτωλὲς, ἀλλὰ διψασμένες γι᾽ αὐτὸ ποὺ ἔχασαν κι ἀποφασισμένες νὰ ἐπιστρέψουν, σὲ ὁποιαδήποτε κατάσταση, μὲ ὁποιοδήποτε τίμημα, μὲ ὁποιαδήποτε ἰδιότητα... Ὁ ἄσωτος ἀποφάσισε νὰ ἐπιστρέψει ἔστω καὶ σὰν δοῦλος, γιατὶ ἤξερε ὅτι στὸ σπίτι τοῦ Πατέρα ἡ ἀγάπη δίνεται ἀδιάκριτα, ὅτι ἐκεῖ δὲν ἔχει σημασία ποιὸς εἶσαι, ἀλλὰ νὰ εἶσαι ἐκεῖ...
 

Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2014

Ελευθερία και ευθύνη του ανθρώπου έναντι του σώματος

του Ιωάννη Καραβιδόπουλου, Ομότ.Καθηγητή της Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.

 Η Αποστολική περικοπή, που διαβάζεται στη θεία Λειτουργία την β΄Κυριακή του Τριωδίου μαζί με τη Ευαγγελική παραβολή του ασώτου υιού ή ορθότερα του Εύσπλαχνου Πατέρα, είναι από την Α΄ προς Κορινθίους επιστολή 6,12-20 που σε μετάφραση είναι η εξής: «Αδελφοί, μερικοί μεταξύ σας λένε: ‘'Ολα μού επιτρέπονται’. Σωστά· όλα όμως δεν είναι προς το συμφέρον μου. 'Ολα μού επιτρέπονται, εγώ όμως δε θα αφήσω τίποτε να με κυριέψει. 13Λένε επίσης: ‘Οι τροφές προορίζονται για την κοιλιά και η κοιλιά είναι καμωμένη για τις τροφές’· ο Θεός όμως θα τα αχρηστέψει και το ένα και το άλλο. Το σώμα δεν έγινε για να πορνεύουμε, αλλά για να δοξάζουμε τον Κύριο, και ο Κύριος θα δοξάσει το σώμα. 14Και ο Θεός που ανέστησε τον Κύριο, με τη δύναμή του θα αναστήσει κι εμάς. 15Δεν ξέρετε ότι τα σώματά σας είναι μέλη του σώματος του Χριστού; Μπορώ, λοιπόν, να πάρω κάτι που είναι μέλος του σώματος του Χριστού και να το κάνω μέλος του σώματος μιας πόρνης; Ποτέ τέτοιο πράγμα! 16'Η μήπως δεν ξέρετε ότι αυτός που ενώνεται με μια πόρνη γίνεται ένα σώμα μαζί της; Γιατί, καθώς λέει η Γραφή, οι δύο θα γίνουν ένα σώμα. 17'Οποιος όμως ενώνεται με τον Κύριο, γίνεται ένα πνεύμα μαζί του. 18Μακριά λοιπόν από την πορνεία! Κάθε άλλο αμάρτημα που μπορεί να διαπράξει κανείς βρίσκεται έξω από το σώμα του· αυτός όμως που πορνεύει βεβηλώνει το ίδιο του το σώμα. 19'Η μήπως δεν ξέρετε ότι το σώμα σας είναι ναός του Αγίου Πνεύματος που σας το χάρισε ο Θεός και βρίσκεται μέσα σας; Δεν ανήκετε στον εαυτό σας· 20σας αγόρασε ο Θεός πληρώνοντας το τίμημα. Τον Θεό λοιπόν να δοξάζετε με το σώμα σας και με το πνεύμα σας, που ανήκουν σ' εκείνον».

Κεντρική έννοια στην περικοπή είναι το σώμα υπό το πρίσμα της ελευθερίας και ευθύνης. Πρόκειται για βασική έννοια στην ανθρωπολογία και την Εκκλησιολογία του Αποστόλου Παύλου. Το σώμα χαρακτηρίζει την ανθρώπινη ύπαρξη στο σύνολό της. Διαρχικές απόψεις, που διακρίνουν το σωματικό-υλικό στοιχείο που πρόκειται να καταστραφεί με τον θάνατο και το ψυχικό-άυλο που είναι αθάνατο, προέρχονται από την Πλατωνική φιλοσοφία, δεν παρατηρούνται όμως στις επιστολές του Παύλου, εφόσον ο άνθρωπος για τον Απόστολο είναι ενιαίος. Το σώμα ιδιαίτερα είναι βασικό στοιχείο της Παύλειας ανθρωπολογίας., και δεν νοείται ύπαρξη του ανθρώπου είτε τωρινή είτε μελλοντική χωρίς σώμα. Είναι φυσικό λοιπόν η τοποθέτηση έναντι του σώματος, τόσο του Παύλου όσο και της χριστιανικής θεολογίας γενικότερα, να είναι θετική.
 
Για περισσότερα στο: ΑΜΕΝ