Η εισήγηση του Κοσμήτορα της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ στο διεθνές συνέδριο: “Θεολογία και Σύγχρονη Φυσική: Ο άνθρωπος ανάμεσα στο μυστήριο του Θεού και το μυστήριο του Σύμπαντος”
Με τον όρο «βιβλικό κοσμοείδωλο» δηλώνεται συνήθως ένα σκαρίφημα του σύμπαντος, όπως υποτίθεται ότι το έβλεπαν οι βιβλικοί συγγραφείς, και το οποίο προκύπτει από τη συγκέντρωση κάποιων όρων της Βίβλου, όπως “άβυσσος”, “στερέωμα”, “θεμέλια” ή “στύλοι της γης”, που εκ πρώτης όψεως μοιάζουν καθαρά τεχνικοί και στερημένοι από οποιοδήποτε θεολογικό περιεχόμενο. Αλλά η δημιουργία ενός τέτοιου σκαριφήματος προϋποθέτει από τη μια μεριά διάκριση των βιβλικών πληροφοριών σε θεολογικές και τεχνικές και από την άλλη απόσπαση χωρίων από την ιστορική και θεολογική τους συνάφεια και συρραφή μαρτυριών που προέρχονται από διαφορετικές εποχές και διαφορετικούς συγγραφείς. Αλλά και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται τελικά για παραποίηση των κειμένων.
Στην πραγματικότητα, η διάκριση ανάμεσα σε θεολογικές και τεχνικές παραστάσεις των βιβλικών κειμένων μπορεί να εκφράζει τη σύγχρονη -κατά κύριο λόγο δυτική- αντίληψη για τον κόσμο, είναι όμως ξένη για τη βιβλική σκέψη, ιδίως όταν με τον όρο “θεολογικές παραστάσεις” κατανοούνται τα προϊόντα του πνεύματος και με τον όρο “τεχνικές” τα προϊόντα της εμπειρίας. Αυτό που σήμερα θεωρείται θεολογική σύλληψη είναι για τους βιβλικούς συγγραφείς θεμελιωμένο στην εμπειρία τόσο όσο και αυτά που χαρακτηρίζονται τεχνικά δεδομένα. Οι βιβλικές αναφορές στο κοσμοείδωλο δεν έχουν κάποια κεντρική, αυτόνομη σημασία, αλλά αποσκοπούν στη θεολογική θεώρηση του κόσμου. Εξάλλου, όσο λανθασμένη είναι η τάση, προκειμένου να διαφυλαχτεί η θεοπνευστία της Αγίας Γραφής, να λαμβάνονται κατά γράμμα όλα τα βιβλικά κείμενα, άλλο τόσο ολέθρια είναι η αντίθετη τάση, προκειμένου να διαφυλαχτεί το κύρος της Βίβλου απέναντι στην επιστημονική αλήθεια, να θεωρούνται οι “τεχνικές” πληροφορίες της ανεξάρτητες από την κοσμοθεωρία της[1].
Σήμερα ως κοσμοθεωρία κατανοείται η συνολική σύλληψη όλων των μεταφυσικών αναζητήσεων του ανθρώπου που περιλαμβάνει και την αξιολόγηση όλων των όντων και των μορφών ζωής. Το κοσμοείδωλο από την άλλη μεριά θεωρείται ως η συνολική σύλληψη όλων των αντικειμενικών θεωρήσεων του κόσμου, θεωρήσεων που κληρονομεί ή διαμορφώνει ο άνθρωπος, οι οποίες όμως είναι οπωσδήποτε ανεξάρτητες από οποιαδήποτε προσωπική τοποθέτηση και ελεύθερες από κάθε αξιολόγηση και εσωτερική παραδοχή. Η καταπληκτική πρόοδος της τεχνολογίας έφτασε σε τέτοιο επίπεδο και η επιστήμη απέκτησε τέτοια βεβαιότητα και αυτοπεποίθηση με την αντικειμενικότητα της, ώστε να μπορεί να συμπεριλάβει τα πάντα σε ένα κλειστό κοσμοείδωλο. Η αντικειμενικότητα αυτή των φυσικών επιστημών έγινε η λυδία λίθος για όλα και έτσι προέκυψε το “αντικειμενικά βεβαιωμένο” κοσμοείδωλο που γνωρίζεται με την επιστήμη να αντιπαρατίθεται στα “φανταστικά” κοσμοείδωλα των αρχαίων. Αυτός λοιπόν ο αντικειμενικός χαρακτήρας του σύγχρονου κοσμοειδώλου φαίνεται για την πίστη, η οποία κατανοείται συνήθως ως εσωτερική τοποθέτηση που επιτυγχάνεται με προσωπική απόφαση, σαν αντίποδας της και, ενώ το κοσμοείδωλο αφορά τον ορατό κόσμο, η πίστη αφορά ακριβώς τον αόρατο. Έτσι, προκύπτει η τάση κοσμοθεωρία και κοσμοείδωλο όχι μόνο να διακρίνονται σαφώς μεταξύ τους, αλλά και να θεωρούνται τελείως ανεξάρτητα το ένα από το άλλο.
Για περισσότερα στο: ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ ΔΡΩΜΕΝΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου