γράφει ο Μιλτιάδης Κωνσταντίνου, Κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.
Δύο φοβισμένοι άνθρωποι πρωταγωνιστούν στα επεισόδια που περιγράφονται στο ευαγγελικό ανάγνωσμα (Ματ β΄ 13-23) που, κατά την ανατολική λειτουργική παράδοση της Εκκλησίας, διαβάζεται την Κυριακή μετά τα Χριστούγεννα. Ο βασιλιάς Ηρώδης, που νιώθει να απειλείται η εξουσία του από ένα παιδί, και ο Ιωσήφ, που νιώθει να απειλείται η ζωή του παιδιού από τους διαδόχους του Ηρώδη. Στον πρώτο το αίσθημα του φόβου τον οδηγεί σε παράνοια, στον δεύτερο ο φόβος λειτουργεί ως μηχανισμός άμυνας.
Σύμφωνα με το κείμενο, οι μάγοι που επισκέφτηκαν και προσκύνησαν τον νεογέννητο Ιησού στη Βηθλεέμ έφυγαν από τη χώρα χωρίς να ενημερώσουν τον Ηρώδη, ενώ ένας άγγελος ενημέρωσε τον Ιωσήφ για τον κίνδυνο που διέτρεχε ο Ιησούς και τον συμβούλεψε να καταφύγει στην Αίγυπτο. Ο θυμός του Ηρώδη από τον εμπαιγμό των μάγων και ο φόβος του ότι πλέον η εξουσία του κινδυνεύει, εκδηλώνεται με μια μαζική σφαγή όλων των νηπίων της ευρύτερης περιοχής στην οποία υπέθετε ότι γεννήθηκε ο αναμενόμενος βασιλιάς των Ιουδαίων, γεγονός στο οποίο ο ευγγελιστής βλέπει να εκπληρώνεται η σχετική με τον θρήνο της Ραχήλ προφητεία του Ιερεμία (λη΄[xxxi]15). Ο Ιωσήφ, αφού παρέμεινε στην Αίγυπτο μέχρι τον θάνατο του Ηρώδη, όταν πληροφορήθηκε ότι διάδοχος στον θρόνο είναι ο γιος του Αρχέλαος, φοβήθηκε να επιστρέψει στην Ιουδαία, οπότε, ύστερα από θεία προτροπή, εγκαταστάθηκε στο χωριό Ναζαρέτ της Γαλιλαίας.
Ο βασιλιάς Ηρώδης είναι ο χαρακτηριστικός τύπος του φοβισμένου ανθρώπου. Οτιδήποτε κάνει το κάνει υπό το κράτος του φόβου ότι η εξουσία του απειλείται. Από τα πιο εντυπωσιακά κτήρια που σώζονται ως σήμερα στην Παλαιστίνη είναι τα παλάτια – φρούρια που ο μισητός αυτός βασιλιάς κατασκεύασε στα πιο απρόσιτα μέρη της επικράτειάς του, προκειμένου να προφυλαχτεί από τους υπηκόους του. Ο Ηρώδης ζει μέσα στον φόβο σε μια κατάσταση μόνιμης άμυνας, γεγονός που τον καθιστά αδύναμο και αυτοκαταστροφικό. Η παράδοση της σφαγής των νηπίων, που διασώζει ο ευαγγελιστής Ματθαίος, συνοψίζει με τον πλέον παραστατικό τρόπο την απίστευτη συμφορά που μπορούν να αφήσουν φοβισμένοι άνθρωποι πίσω τους, όταν ο φόβος τους είναι ανομολόγητος, όταν έχουν δύναμη αλλά δεν μπορούν να τη χρησιμοποιήσουν παρά μόνο για μάταιες και απονενοημένες προσπάθειες αυτοσυντήρησης. Αυτός ο εγωκεντρικός και παρανοϊκός φόβος οδηγεί σε ένα μόνιμο αίσθημα ανασφάλειας που καταλήγει πάντοτε σε αποτυχία. Τελικά το άγχος και ο πανικός οδηγούν τον άνθρωπο που δεν στηρίζει την ελπίδα του στον Θεό σε ενέργειες που φέρνουν ως αποτέλεσμα το ακριβώς αντίθετο από το επιδιωκόμενο. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνεται στο βιβλίο των Παροιμιών: «Επειδή φοβούνται και αποφεύγουν τους ανθρώπους, θα ανατραπούν» (κθ΄ 25).
Το τραγικό όμως είναι ότι όλες οι προσπάθειες του φοβισμένου ανθρώπου να αποτρέψει αυτό που φοβάται, έχουν ως συνέπεια αίμα, δάκρυα και πόνο για τους άλλους. Ο φόβος του Ηρώδη είναι η επιτομή αυτού που ο θεμελιωτής της αναλυτικής ψυχολογίας Carl Jung περιγράφει ως «σκιά». Η συμπεριφορά του Ηρώδη δείχνει με τον πιο παραστατικό τρόπο το πού μπορεί να οδηγήσει ένας τέτοιος φόβος όταν δεν εκδηλώνεται στο φως, αλλά παραμένει στα σκοτεινά βάθη του ασυνείδητου. Κατά ειρωνικό τρόπο η ιστορία του Ηρώδη διαβάζεται κατά την περίοδο των Χριστουγέννων, της γορτής του φωτός.
Ο Ιωσήφ επίσης φοβάται, όμως ο φόβος του είναι εντελώς διαφορετικός από εκείνον του Ηρώδη. Ο Ηρώδης φοβάται για τον εαυτό του, ενώ ο Ιωσήφ για το παιδί, την προστασία του οποίου του είχε εμπιστευθεί ο Θεός. Ο Ηρώδης για να αποφύγει αυτό που φοβάται στηρίζεται στον τρόμο που προκαλεί η δύναμή του, ενώ ο Ιωσήφ στον «φόβο» του Θεού, όπως ακριβώς περιγράφεται στον Ψαλμό ριγ΄ 19: «οἱ φοβούμενοι τὸν Kύριον ἤλπισαν ἐπὶ Kύριον / βοηθὸς αὐτῶν καὶ ὑπερασπιστὴς αὐτῶν ἐστιν». Η έκφραση «οἱ φοβούμενοι τὸν Kύριον» παρεξηγείται συχνά από τους σύγχρονους αναγνώστες, καθώς ο φόβος θεωρείται σήμερα πολύ ευτελές κίνητρο για να προσεγγίσει κανείς τον Θεό, και έτσι, οι σύγχρονες μεταφράσεις αποδίδουν τη λέξη “φόβος” ως “σεβασμός”. Η μετάφραση αυτή είναι, βέβαια, σωστή, υπαγορεύεται όμως από την ανάγκη να αποφευχθούν οι παρεξηγήσεις που ενδεχομένως θα προκαλούνταν από την άγνοια της βιβλικής θεώρησης των σχέσεων του Θεού με τον άνθρωπο. Αλλά ο φόβος για τον οποίο γίνεται στο συγκεκριμένο χωρίο λόγος δεν είναι, όπως προκύπτει από τη συνάφεια του ψαλμού, ο παράλογος εκείνος φόβος που παραλύει τον άνθρωπο και τον εξουθενώνει. Οι Ισραηλίτες γνώρισαν τη δύναμη και το μεγαλείο του Θεού, όπως αυτά εκδηλώθηκαν απέναντι στους εχθρούς τους, και φοβήθηκαν τον Κύριο. Ταυτόχρονα όμως γνώρισαν και την αξιοπιστία του Θεού, και ήξεραν ότι μπορούν να τον εμπιστεύονται. Ο φόβος που προκαλεί η δύναμη του Θεού αναγκάζει τους ανθρώπους σε υποταγή από την οποία προσπαθούν να απαλλαγούν. Όταν όμως ο φόβος συνδυάζεται με την εμπειρία της δικαιοσύνης του Θεού, οι άνθρωποι μαθαίνουν να εμπιστεύονται τον Θεό και οδηγούνται στην πίστη προς αυτόν. Εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη του Θεού σε συνδυασμό με την εμπειρία της αγάπης και της συγχωρητικότητας του Θεού οδηγεί με τη σειρά της στην αγάπη του ανθρώπου προς τον Θεό. Μόνον τότε ο άνθρωπος παύει πλέον να φοβάται τον Θεό, γιατί, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην Α΄ Επιστολή Ιωάννου, «Φόβος δεν υπάρχει μέσα στην αγάπη, αλλά η τέλεια αγάπη διώχνει μακριά τον φόβο … εμείς αγαπούμε γιατί αυτός πρώτος μας αγάπησε» (δ΄ 18-19). Φόβος Θεού, πίστη και αγάπη -το τρίπτυχο που επαναλαμβάνεται κάθε Κυριακή στην εκκλησία πριν από τη θεία μετάληψη- αποτελούν τα τρία στάδια της πνευματικής ωρίμανσης του ανθρώπου.
Ο εγωκεντρικός φόβος του Ηρώδη τον οδηγεί σε παρανοϊκές ενέργειες, που όμως δεν του εξασφαλίζουν τη σωτηρία. Αντίθετα, ο αλτρουιστικός φόβος του Ιωσήφ τον οδηγεί σε πράξεις αυταπάρνησης που στηρίζονται στην ακλόνητη εμπιστοσύνη του στη δύναμη του Θεού και τελικά σώζει τον μικρό Ιησού, καθιστάμενος έτσι όργανο του Θεού στο σχέδιό του για τη σωτηρία της ανθρωπότητας ολόκληρης. Το σχέδιο αυτό, όπως περιγράφεται στη Βίβλο, χαρακτηρίζεται από την εναλλαγή περιόδων κρίσεων και περιόδων δυναμικής επέμβασης του Θεού στην ανθρώπινη Ιστορία. Ο Αβραάμ είναι γέρος και άτεκνος, ο Ισαάκ οδηγείται στο θυσιαστήριο, ο Ιακώβ αναγκάζεται σε φυγή στη Μεσοποταμία, ο Ιωσήφ καταλήγει στις φυλακές της Αιγύπτου, ο Μωυσής ρίχνεται στον Νείλο και αργότερα αυτοεξορίζεται στην Μαδιάμ, οι Ισραηλίτες στην έρημο αντιμετωπίζουν πλήθος κινδύνων από πείνα, δίψα, ληστρικές επιδρομές και εσωτερικές επαναστάσεις, οχυρωμένες πόλεις εμφανίζονται σαν ανυπέρβλητα εμπόδια για την κατάκτηση της Χαναάν, η εχθρότητα των γειτονικών φυλών κατά την περίοδο των Κριτών απειλεί με αφανισμό τον λαό του Θεού, ο Σαούλ, παρά τη γενναιότητά του, κρίνεται από τον Θεό ακατάλληλος για την εκπλήρωση των στόχων της εκλογής του, ο Δαβίδ αντιμετωπίζει αλλεπάλληλες αρνητικές καταστάσεις εξαιτίας των αμαρτιών του, το βασίλειο που ίδρυσε διασπάται, και η διαφθορά της βασιλικής και θρησκευτικής εξουσίας στους επόμενους αιώνες θα φέρουν ως αποτέλεσμα την καταστροφή των βασιλείων, την εξορία του λαού και τη διασπορά του σε ολόκληρη τη γη, και, τέλος ο Ιησούς αντιμετωπίζει από τα πρώτα του βήματα στη γη θανάσιμο κίνδυνο από την επιβουλή της κοσμικής εξουσίας. Όλες αυτές οι αρνητικές καταστάσεις φαίνονται ανυπέρβλητες και απειλούν με ματαίωση το σχέδιο της θείας οικονομίας, όμως ο Θεός επεμβαίνει πάντοτε την κατάλληλη στιγμή για να δώσει λύσεις στα αδιέξοδα, εκλέγοντας για τον σκοπό αυτόν τα κατάλληλα κάθε φορά πρόσωπα. Αυτό που καθιστά ένα πρόσωπο άξιο της θείας εκλογής δεν είναι κάποιες ιδιαίτερες σωματικές ή διανοητικές ικανότητές του αλλά η ετοιμότητά του για υπακοή στο θέλημα του Θεού.
Στην ιστορία του Ηρώδη και του Ιωσήφ επιβεβαιώνεται με τον πιο παραστατικό τρόπο η αλήθεια που διακηρύσσει ο Ψαλμωδός και που αποτελεί το πιο αισιόδοξο μήνυμα για την καινούργια χρονιά:
Άλλοι ελπίζουν στ’ άρματα κι άλλοι στο ιππικό τους,
εμείς όμως χάρη στην παρουσία τού Κυρίου και Θεού μας θα θριαμβεύσουμε.
Δεμένοι χειροπόδαρα εκείνοι πέφτουν,
μα εμείς και πάλι σηκωνόμαστε και στέκουμε ορθοί. (Ψαλ ιθ΄ 8-9).
Πηγή: ΑΜΕΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου