του Ιωάννη Καραβιδόπουλου, Ομότ.Καθηγητή της Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ. (Κολ.3,4-11)
Αίτημα βασικό του Χριστιανισμού είναι η ανακαίνιση του ανθρώπου, η ανακαίνιση όχι σαν ένα στατικό γεγονός που συντελείται αυτόματα και αστραπιαία αλλά σαν μία συνεχής δυναμική πορεία με πτώσεις και επανορθώσεις. Το χριστιανικό ευαγγέλιο δεν παρουσιάστηκε μέσα στον κόσμο σαν μια καινούργια διδασκαλία μόνο, αλλά κυρίως και κατ’ εξοχή ήλθε σαν καινούργια ζωή, σαν δείκτης πορείας από τον φθαρμένο από την αμαρτία άνθρωπο στον σωστό και ολοκληρωμένο άνθρωπο. Γι’αυτό γράφει ο Απ. Παύλος στους Κολοσσαείς (3,4-11): «'Οταν ο Χριστός, που είναι η αληθινή ζωή μας, φανερωθεί, τότε κι εσείς θα φανερωθείτε μαζί του δοξασμένοι στην παρουσία του. Απονεκρώστε, λοιπόν, ό,τι σας συνδέει με το αμαρτωλό παρελθόν: Την πορνεία, την ηθική ακαθαρσία, το πάθος, την κακή επιθυμία και την πλεονεξία, που είναι ειδωλολατρία. Για όλα αυτά θα πέσει η οργή του Θεού πάνω σ' εκείνους που δεν θέλουν να πιστέψουν. Σ' αυτούς ανήκατε άλλοτε κι εσείς, όταν αυτά τα πάθη δυνάστευαν τη ζωή σας. Τώρα όμως πετάξτε τα όλα αυτά από πάνω σας: Την οργή, το θυμό, την πονηρία, την κακολογία και την αισχρολογία. Μη λέτε ψέματα ο ένας στον άλλο, αφού βγάλατε από πάνω σας τον παλιό αμαρτωλό εαυτό σας με τις συνήθειές του. Τώρα πια έχετε ντυθεί τον καινούργιο άνθρωπο, που ανανεώνεται συνεχώς σύμφωνα με την εικόνα του δημιουργού του, ώστε με τη νέα ζωή του να φτάσει στην τέλεια γνώση του Θεού. Σ' αυτή τη νέα κατάσταση δεν υπάρχουν πια εθνικοί και Ιουδαίοι, περιτμημένοι κι απερίτμητοι, βάρβαροι, Σκύθες, δούλοι, ελεύθεροι· του Χριστού είναι όλα και ο Χριστός τα διέπει όλα».
Στο κείμενο αυτό απαριθμούνται διάφορες εκδηλώσεις που ανήκουν στον άνθρωπο μιας περασμένης εποχής που δεν γνώρισε την ευεργεσία του Θεού. Ανήκουν, για να χρησιμοποιήσουμε την ορολογία του Απ. Παύλου στο πρωτότυπο κείμενο, στον «παλαιό άνθρωπο». Ανάμεσα σ’ αυτές τις εκδηλώσεις είναι οι σεξουαλικές εκτροπές, τα πάθη, οι κακίες, ο θυμός, το ψέμα και η πλεονεξία. Με πολύ σκεπτικισμό και απορία αναρωτιέται κανείς, αν αυτές οι εκδηλώσεις ανήκουν ανεπιστρεπτί σε μια προχριστιανική εποχή ή μήπως συχνά αποτελούν στοιχεία και της σημερινής πραγματικότητας που είναι γνωστή σε όλους μας. Ελέχθη προηγουμένως ότι η ανακαίνιση είναι πορεία, στην οποία είναι ενδεχόμενο να πέσει κανείς και να ξανασηκωθεί για να συνεχίσει. «Οσάκις αν πέσης, έγειραι και σωθήση» λέγει ένα άγραφο λόγιο του Χριστού που διασώζεται μέσα στα πατερικά και λειτουργικά μας κείμενα. Η ανακαίνιση είναι συνεχής πορεία και αγώνας, στον οποίο μπορεί κανείς να κουραστεί, να καταβληθεί, αλλά και να ξανασυνεχίσει την άνοδο στις κορυφές της τελειότητας. «Βρισκόμαστε σε αδιέξοδο, αλλά δεν απελπιζόμαστε. Μας καταδιώκουν, ο Θεός όμως δεν μας εγκαταλείπει. Μας ρίχνουν κάτω, μα δε χάνουμε τον αγώνα», γράφει ο Απ. Παύλος στη Β΄Κορινθίους 4,8-9.
Οι παραπάνω εκδηλώσεις που απαριθμεί το ανάγνωσμα αποτελούν χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ειδωλολατρίας. Το ότι ο Παύλος τις επισημαίνει απευθυνόμενος σε χριστιανούς, στους χριστιανούς των Κολοσσών αλλά σε μας σήμερα, έχει την έννοια ότι αποτελούν συνεχή κίνδυνο. Η προτροπή του μας οδηγεί στο να συνειδητοποιήσουμε ότι η ειδωλολατρία δεν είναι ξεχασμένο παρελθόν αλλά ένα συνεχώς απειλητικό παρόν. Ο Χριστιανισμός βέβαια ιστορικά θριάμβευσε επάνω στα είδωλα, αυτά όμως σε ανθρωπολογικό επίπεδο δεν παύουν να εκδικούνται τους χριστιανούς, προσπαθώντας να τους επαναφέρουν στην παλιά εποχή.
Αν αμφιβάλλει κανείς, δεν έχει παρά να προσέξει τις εκδηλώσεις του συγχρόνου ανθρώπου. Η πλεονεξία - για την οποία χαρακτηριστικά σημειώνει το ανάγνωσμα ότι είναι ειδωλολατρία – παρουσιάζεται σαν έλλειψη πίστεως και εμπιστοσύνης στον Θεό, σαν φόβος μπροστά στο αβέβαιο μέλλον, σαν άμυνα στη σκέψη του θανάτου, σαν υπερτροφική ενίσχυση του εαυτού μας, σαν κατάσταση εωσφορικής αυτοπεποιθήσεως.
Ακόμη πρέπει να παρατηρήσουμε ότι οι Χριστιανοί δεν είναι ανάγκη να αναζητήσουν μορφές ειδωλολατρίας στον εκτός της Εκκλησίας κόσμο. Αυτή μπορεί ύπουλα να εμφωλεύει και μέσα στην Εκκλησία, ακριβέστερα μέσα στους χριστιανούς. Το να χρησιμοποιεί κανείς τον Θεό σαν μέσο για την ικανοποίηση των υλικών στόχων του, το να τον θέτει στην υπηρεσία των κοινωνικών του επιδιώξεων δεν είναι ειδωλολατρία, και μάλιστα της πιο συγκαλυμμένης και ύπουλης μορφής; Το να ομιλεί κανείς για ιερά πράγματα, ενώ η ζωή του και η σκέψη του είναι κολλημένες στην απόκτηση αξιωμάτων για την καταδυνάστευση των άλλων, στην εξασφάλιση του εγώ με κάθε τρόπο, δεν είναι ειδωλολατρία συνταιριασμένη με πολλή υποκρισία;
Ο κίνδυνος λοιπόν της ειδωλολατρίας απειλεί τους χριστιανούς και σήμερα. Και είναι κίνδυνος όχι ευκαταφρόνητος. Το «ου ποιήσης σεαυτώ είδωλον» της πρώτης εντολής του Μωσαϊκού δεκαλόγου, της πιο δύσκολής ομολογουμένως εντολής, ας ηχεί συνεχώς στα αφτιά μας. ΄Οσο κι αν ο παλαιός άνθρωπος ελκυστικά προβάλλει σαν προσαρμοστική δύναμη στη ζωή, ο νέος άνθρωπος, ο ολοκληρωμένος ηθικά και πνευματικά, είναι το τέρμα μιας αγωνιστικής πορείας που καταξιώνει και ομορφαίνει τη ζωή.
Πηγή: ΑΜΕΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου