Χορεύουσιν άγγελοι πάντες εν ουρανώ
και αγάλλονται σήμερον.
Σκιρτά δε πάσα η κτίσις
δια τον γεννηθέντα εν Βηθλεέμ, Σωτήρα Κύριον.
Ότι πάσα πλάνη των ειδώλων πέπαυται
και βασιλεύει Χριστός εις τους αιώνας.
(Θεοτοκίον Στιχηρών Ιδιομέλων
Λιτής των Χριστουγέννων).
Η ανά τα πέρατα του κόσμου Ορθόδοξος του Χριστού Εκκλησία εορτάζει και πανηγυρίζει σήμερον και καθ’ όλας τας πανευφροσύνους ημέρας του Δωδεκαημέρου γεγονός θαυμάσιον και εξαίσιον, υπερφυές και παράδοξον, γεγονός υπερβαίνον πάσαν ανθρωπίνην έννοιαν και αντίληψιν.
Βιώνει, διαλαλεί και διακηρύσσει εις τα μέλη της και εις τον κόσμον όλον γεγονός αρξάμενον από του Θεού εις τον ουρανόν και ευαγγελισθέν χαράν μεγάλην επί της γης εις τον άνθρωπον.
Το γεγονός τούτο είναι ότι ο πανάγαθος και φιλάνθρωπος Θεός ημών ηυδόκησεν επ’ εσχάτων των χρόνων να ενώση και πάλιν μεθ’ Εαυτού το πλάσμα Αυτού τον άνθρωπον, τον απατηθέντα υπό του διαβόλου, απομακρυνθέντα απ’ Αυτού δια της αμαρτίας, πλανηθέντα και περιπλανηθέντα, θανασίμως τραυματισθέντα και φθαρέντα.
Δια το θείον και σωτήριον έργον τούτο, κατά τον ουρανοβάμονα απόστολον θείον Παύλον, «Ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, εξαπέστειλεν ο Θεός τον Υιόν Αυτού, γενόμενον εκ γυναικός, γενόμενον υπό νόμον, ίνα τους υπό νόμον εξαγοράση, ίνα την υιοθεσίαν απολάβωμεν» (Γαλ. 4,4).
Εξαπέστειλε ο Θεός τον Υιόν Αυτού τον Μονογενή και «προσέλαβε τον άνθρωπον» (Ρωμ. 15,7). Τη ευδοκία του Θεού Πατρός ο προαιώνιος Λόγος και Μονογενής Υιός Αυτού εσαρκώθη, ενηνθρώπησε εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της αειπαρθένου. Κατά τον Ευαγγελιστήν της αγάπης, «Ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν» (Ιωάν. 1,14).
Ο πριν άσαρκος Λόγος εσαρκώθη. Η αειπάρθενος Μαρία έτεκε τον Θεόν σαρκί. Ο Θεός εν τη δυνάμει Αυτού ανέδειξε αυτήν Θεοτόκον.
Ο Υιός του Θεού δια της ενανθρωπήσεως Αυτού εγένετο και Υιός του ανθρώπου. Ετέχθη σαρκί και εφανερώθη εις ημάς ουχί ως θεοφόρος άνθρωπος αλλ’ ως Θεός σαρκοφόρος, ως Θεάνθρωπος, ως ο νέος Αδάμ της χάριτος, φέρων εν τω ενί προσώπω Αυτού την διττήν, θείαν και ανθρωπίνην δηλονότι φύσιν Αυτού, εις μίαν καθ’ υπόστασιν ένωσιν.
Τούτο, κατά τον θεοφόρον της Εκκλησίας έγκριτον Πατέρα Άγιον Κύριλλον Αλεξανδρείας, δεν σημαίνει ότι «η του Λόγου φύσις μετεποιήθη και γέγονε σαρξ, ούτε ότι μετεβλήθη εις όλον άνθρωπον, τον εκ ψυχής και σώματος, αλλ’ ότι ο Λόγος ήνωσεν Εαυτώ καθ’ υπόστασιν σάρκα εμψυχωμένην ψυχή λογική και αφράστως και απερινοήτως γέγονεν άνθρωπος και κεχρημάτικεν Υιός ανθρώπου».
Τούτο το μυστήριον της προσλήψεως του ανθρώπου υπό του Θεού δεν συνέβη κατά δόκησιν αλλά κατά αλήθειαν. Ο Χριστός προσέλαβεν πλήρη την ανθρωπίνη φύσιν, την ανθρωπότητα ολόκληρον, και δη και εν τη αδιαβλήτω πτωχεία αυτής και αδυναμία. Ο Χριστός έλαβεν αρχήν χρονικήν.
Ετέχθη ως άνθρωπος εκ της αειπαρθένου Μαρίας, ότε «επλήσθησαν αι ημέραι του τεκείν αυτήν» (Λουκ. 2,6), εις συγκεκριμένον χρόνον, επί Καίσαρος Οκταβιανού Αυγούστου, και εις συγκεκριμένον τόπον, εις Βηθλεέμ της Ιουδαίας (Λουκ. 2,1-4).
Συμμεριζόμενος όλα τα αδιάβλητα ανθρώπινα, εισέτι και τον θάνατον ακολουθούντα, και δη τον του Σταυρού, δι’ ου εις την Ανάστασιν ήλθεν, ο Χριστός εγενήθη όχι εις κατάλυμα αλλά εις σπήλαιον, ανεκλίθη όχι εις κλίνην αλλά εις φάτνην, ενεδύθη όχι βρεφικά ενδύματα αλλά περιετυλίχθη σπάργανα, προεφυλάχθη εκ της δολοφονικής μανίας του Ηρώδου ουχί δια βίας αλλά δια φυγής εις Αίγυπτον.
Εν τη μια υποστάσει και τη διπλή φύσει Αυτού ο Χριστός εδοξολογήθη υπό των αγγέλων εις τον ουρανόν και δη τον ουρανόν της ευλογημένης κώμης του Χωρίου των Ποιμένων δια του αγγελικού ύμνου «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη» (Λουκ. 2,14), προσεκυνήθη υπό των ποιμένων και των μάγων αλλά και κατεδιώχθη υπό του Ηρώδου και εφυγαδεύθη εις Αίγυπτον.
Σήμερον, ως και τότε, η στάσις των ανθρώπων έναντι του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού διαφέρει. Υπ’ άλλων ως υπό των αγγέλων, των ποιμένων και των μάγων, ο Χριστός πιστεύεται, προσκυνείται και δοξολογείται, και υπ’ άλλων, ως υπό του Ηρώδου, απορρίπτεται και διώκεται.
Καταδιώκεται ο Χριστός και αποδοκιμάζεται το μήνυμα Αυτού εις την γην. Το μήνυμα της συμφιλιώσεως, της ειρήνης και της συνδιαλλαγής. Διώκονται δε και οι πιστεύοντες εις αυτόν, οι φέροντες το όνομα Αυτού, οι χριστιανοί αλλά και άλλοι αθώοι άνθρωποι, όλοι εκείνοι, ανεξαρτήτως θρησκεύματος, τους οποίους εκάλεσε ο Χριστός «ελαχίστους αδελφούς» Αυτού.
Η άρνησις αυτή του προσώπου και του έργου του Χριστού είναι αιτία εγκλημάτων και δη βιαίων και αποτροπαίων εις διαφόρους περιοχάς της γης, Συρίαν, Ιράκ, Γάζαν και άλλας της Μέσης Ανατολής.
Από του θεοδέγμονος Σπηλαίου, εν ω εγεννήθη ο Χριστός και από της φάτνης, εν η ανεκλίθη ο αχώρητος, και από της Κωνσταντινείου και Ιουστινιανείου Βασιλικής της Γεννήσεως, την οποίαν ως κόρην οφθαλμού διαφυλάσσει η Σιωνίτις Εκκλησία δια μέσου των αιώνων, απευθύνομεν τον εόρτιον χαιρετισμόν του Δωδεκαημέρου, τα ευαγγέλια της χαράς και της ειρήνης του Άρχοντος της ειρήνης, εις το υπό του Θεού εμπεμπιστευμένον Ἡμίν ποίμνιον, το διαβιούν εν τη Αγία Γη αλλά και παρεπιδημούν οπουδήποτε γης και εις τους ευλαβείς προσκυνητάς, τους αναλαμβάνοντας ιεράς αποδημίας και θεωρίας ανά τα πανάγια προσκυνήματα και ευχόμεθα εις πάντας την ευλογίαν, την χάριν και την ενίσχυσιν του δι’ ημάς αφάτω ελέει Ενανθρωπήσαντος και σαρκί Θεού εκ της Παρθένου Τεχθέντος.
Εν τη Αγία Πόλει Βηθλεέμ, ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΑ 2014
Διάπυρος προς Κύριον ευχέτης,
ΘΕΟΦΙΛΟΣ Γ΄
Πατριάρχης Ιεροσολύμων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου